Η περιπέτεια του Beck Weathers στο Everest που έγινε ταινία

Ο Beck Weathers

Είναι μία από τις πιο σκοτεινές τραγωδίες στην ιστορία της ορειβασίας. Ο θάνατος 12 ορειβατών σε μια τρομακτική χιονοθύελλα κοντά στην κορυφή του Everest το Μάιο του 1996.

H ιστορία τους έγινε πρόσφατα ταινία και ο επιζών Beck Weathers αποκαλύπτει την τρομακτική αλήθεια είκοσι χρόνια μετά.

Ο Αμερικανός γιατρός Beck Weathers, 68 ετών σήμερα, κόντεψε να χάσει δύο φορές τη ζωή του, ωστόσο επέζησε και είδε τη συγκλονιστική ιστορία του να γίνεται ταινία, με πρωταγωνιστή τον Josh Brolin στο ρόλο του Weathers, και συμπρωταγωνιστές τους Jason Clarke, Jake Gyllenhaal και πολλά άλλα μεγάλα αστέρια του Χόλιγουντ.

Ο Beck Weathers με τον ηθοποιό Josh Brolin στην πρεμιέρα της ταινίας “Everest”

Στον απόηχο της πρεμιέρας, ο ίδιος ο Weathers θυμάται πώς αψήφησε τη φύση, τους δαίμονες του και τον ίδιο το θάνατο.

Η εξομολόγησή του έγινε βιβλίο με τίτλο «Left For Dead», στο οποίο βασίζεται και η ταινία «Everest».

Μιλώντας για τους λόγους για τους οποίους ξεκίνησε την ορειβασία ο ίδιος αναφέρει: «Στράφηκα στην ορειβασία για να αντιμετωπίσω την κατάθλιψη που ξεκίνησε στα 30 κάτι μου. Καθώς η κατάθλιψη περνούσε, η ορειβασία έγινε εμμονή μου. Όταν η γυναίκα μου, η Peach, με προειδοποίησε ότι είχα προδώσει την αγάπη της οικογένειάς μου, δεν την άκουσα. Τους είχα συναισθηματικά εγκαταλείψει, αλλά είμαι αιώνια ευγνώμων που δεν με εγκατέλειψαν εκείνοι».

Ενθυμούμενος τη μοιραία μέρα, ο Weathers περιγράφει πώς έφτασε στα όρια του και έκανε την υπέρβαση: «Στις 10 Μαΐου 1996, ψηλά στην «Ζώνη Θανάτου» του Everest, θυμάμαι ότι σχεδόν πέθανα. Το κρύο με είχε αναισθητοποιήσει και σταδιακά άρχισα να χάνομαι. Την επόμενη μέρα, καθώς ο ήλιος κατέβηκε προς τον ορίζοντα, ήρθα πίσω από τους νεκρούς και άνοιξα τα μάτια. Αυτό είναι ένα μυστήριο και ένα θαύμα που ακόμα δεν καταλαβαίνω. Αγωνίστηκα να συνέλθω. Ήμουν χαμένος. Ήμουν σχεδόν τυφλός. Τα χέρια μου είχαν παγώσει. Το πρόσωπό μου είχε καταστραφεί από το κρύο. Δεν είχα φάει για τρεις ημέρες και δεν είχα πιει νερό για δύο. Θυμάμαι να προσεύχομαι για σωτηρία, αλλά σταδιακά κατάλαβα ότι δεν επρόκειτο να τη βγάλω καθαρή. Κοίταξα και συνειδητοποίησα ότι σε μια ακόμα ώρα, καθώς θα έπεφτε ξανά το σκοτάδι, θα γονάτιζα και θα αποδεχόμουν τη μοίρα μου».

«Η 10η Μαΐου είχε ξεκινήσει με καλούς οιωνούς για μένα. Είχα αποφασίσει να φτάσω στην κορυφή του Everest, αλλά ήμουν τόσο ικανός όσο ένας 49χρονος ερασιτέχνης ορειβάτης που αγνοούσε την κόλαση που ανοιγόταν μπροστά του. Είχαμε φτάσει στο Camp IV το προηγούμενο απόγευμα και βρήκαμε άλλες 4 ομάδες ορειβατών σε δεκάδες σκηνές έτοιμους να κατακτήσουν επίσης την κορυφή. Ήμουν κρυφά ευγνώμων που δεν ανεβήκαμε ακόμη περισσότερο εκείνη τη μέρα. Το λένε «Ζώνη του Θανάτου», επειδή μετά τα 7.500 μέτρα, το βουνό σε σκοτώνει αργά από τη στιγμή που θα φύγεις από τη σκηνή σου» θυμάται τη μοιραία ημέρα.

Πατήστε πάνω στην εικόνα για περισσότερες λεπτομέρειες για την ταινία

Και τότε ξεκίνησε η αρχή του τέλους: «Γύρω στις 22:00 το βράδυ η θύελλα ξεκίνησε. «Παιδιά», φώναξε ο Νεοζηλανδός οδηγός μας Rob Hall, «Συνεχίζουμε μπροστά». Βάλαμε τις μάσκες οξυγόνου και τις στολές μας. Ήταν μια εξαιρετική βραδιά που σκαρφαλώσαμε σχεδόν όλη τη νότια πλευρά προς την κορυφή. Η θερμοκρασία ήταν -10°C, αρκετά ζεστή για ένα μεγάλο βουνό και τα αστέρια έλαμπαν έξοχα. Δεν υπήρχε τίποτα άσχημο. Απλά ανεβαίναμε και ξεκουραζόμασταν κάθε ώρα.

Στα μισά του δρόμου προς την κορυφή, συνειδητοποίησα με μεγάλη ενόχληση ότι δεν μπορούσα να δω σωστά. Την προηγούμενη χρονιά, είχα κάνει μία επέμβαση στον κερατοειδή για να διορθώσω τη μυωπία. Κάτι που δε γνώριζα όμως, είναι ότι ο κερατοειδής επηρεάστηκε σε αυτό το υψόμετρο, καθιστώντας με εντελώς τυφλό σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού. Δεν ανησύχησα. «Το φως της ημέρας θα επαναφέρει την όραση μου», σκέφτηκα. Καθώς ο ήλιος ανέτειλε, συνέχισα να ανεβαίνω προς τα πάνω, μέχρι που σκούπισα το πρόσωπό μου με το παγωμένο γάντι, τραυματίζοντας τον κερατοειδή μου. Ήταν 7:30 το πρωί, σε μια τέλεια μέρα και ήμουν κολλημένος σε μία προεξοχή που ονομάζεται «Μπαλκόνι», περίπου 500 μέτρα κάτω από την κορυφή. Ο Rob μου είπε: «Εάν μπορέσεις να δεις μέσα σε 30 λεπτά, ανέβα, αλλιώς περίμενέ μας εδώ να γυρίσουμε». Δεν μου πέρασε από το μυαλό ότι μπορεί να μη γυρνούσε ποτέ.

Ο Beck Weathers στην Κατασκήνωση Βάσης του Everest το 1996

Μέχρι το μεσημέρι, τρεις από την ομάδα μας κατέβηκαν. Από την έκφρασή τους κατάλαβα ότι δεν μπόρεσαν να φτάσουν στην κορυφή. Θα έπρεπε να είχα κατέβει μαζί τους, αλλά είχα υποσχεθεί να μείνω εκεί.

Περίμενα τον Rob το αργότερο έως τις 15:00 μμ. Όταν έφτασε 17:00 μμ, άρχισα να ανησυχώ.

Καθώς οι σκιές επιμηκύνονταν και ένιωθα το κρύο, συνειδητοποίησα ότι είχα μείνει πάρα πολύ ώρα εκεί. Ήμουν τυφλός και πάλι και παγιδευμένος.

Άρχισα να συνειδητοποιώ πως τα μπουκάλια νερού στο εσωτερικό του μπουφάν μου είχαν γίνει πάγος πάνω στο στήθος μου.

Στη συνέχεια, ο Jon Krakauer από την ομάδα μου ήρθε μαζί μου, πολύ εξαντλημένος. Ο Rob ήταν τουλάχιστον τρεις ώρες πίσω του, πράγμα που σήμαινε ότι οι ελπίδες ήταν ελάχιστες.

Ο Krakauer προσφέρθηκε να με βοηθήσει να κατέβω, αλλά είπα ότι θα περιμένω για έναν άλλο οδηγό, τον Mike Groom, ο οποίος ήταν 20 λεπτά πίσω του.

Νομίζω ότι ο Jon έβγαλε έναν στεναγμό ευγνωμοσύνης. Μετά από άλλη μισή ώρα, ο Mike έφτασε με την Yasuko Namba, η οποία είχε φτάσει στην κορυφή, αλλά φαινόταν σαν ένα όρθιο πτώμα.

Η κατάβαση του βουνού είναι πολύ πιο επικίνδυνη από την ανάβαση, έτσι ο Mike με έδεσε. Το ένα άκρο πήγε γύρω από τη μέση μου, και μερικά μέτρα πίσω ήταν ο Mike, κρατώντας σταθερό το σκοινί μου. Η ώρα ήταν σχεδόν 18:00 μμ.

Μετακινήθηκα προς τα εμπρός, αλλά πάτησα στο χάος και έφυγα προς τα κάτω. Το σχοινί έσπασε, τραβώντας τον Mike από τα πόδια του. Καρφώσαμε τα πιολέ μας στο χιόνι για να σταματήσουμε την πτώση.

Αυτό συνέβη άλλες δύο φορές, αλλά με εξαίρεση ότι είχα σκίσει λίγο τη στολή μου ήμουν μια χαρά, και εγκάρδια ανακουφισμένος που έφτασα στη Νότια πλευρά.

Σε λιγότερο από μία ώρα θα ήμασταν στις σκηνές μας στο Camp IV, πίνοντας ζεστό τσάι.

Αλλά ξαφνικά όλα άρχισαν να κινούνται, ακούσαμε ένα τεράστιο βουητό να έρχεται από το βουνό. Ξαφνικά, μια χιονοθύελλα ανατίναξε τα πάντα γύρω μας με έναν εκκωφαντικό θόρυβο.

Ένα παχύ τοίχωμα χιονιού κάλυψε τη νότια πλαγιά τυλίγοντάς μας στα λευκά, μέχρις ότου τα μόνα ορατά αντικείμενα να είναι οι φακοί στα κεφάλια μας, που έμοιαζαν να επιπλέουν στη δίνη.

Ήμασταν τυλιγμένοι σε ένα σύννεφο πάγου. Δεν βλέπαμε τα πόδια μας, ενώ η θερμοκρασία έπεσε ραγδαία στους -60°C, ίσως και πιο κάτω. Άρπαξα το μανίκι του Mike. Ήταν τα μάτια μου. Δεν έπρεπε να τον χάσω.

Είχαμε χάσει τον προσανατολισμό μας και σερνόμασταν προς τα εμπρός μέχρι που κάποιος φώναξε: «Σταματήστε».

Λίγα περισσότερα βήματα και θα πέφταμε σε γκρεμό 2.000 μέτρων. Αλλά το να σταματήσουμε σήμαινε να παγώσουμε μέχρι θανάτου, κάτι το οποίο είχε ήδη αρχίσει να μου συμβαίνει.

Δεν ένιωθα πλέον το δεξί μου χέρι και το δέρμα είχε παγώσει εντελώς, αφού με τρόμο διαπίστωσα ότι είχα χάσει τα γάντια μου. Ωστόσο το χέρι δε με ένοιαζε τόσο. Πλέον ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου.

Όταν καταφέραμε να δούμε, ένας από τους ορειβάτες φώναξε: «Ξέρω πού είναι η κατασκήνωσή μας».

Διαμορφώσαμε γρήγορα ένα γρήγορο σχέδιο για να ζητήσουμε βοήθεια. Συμφώνησα να μείνω για να μη τους καθυστερήσω.

Τρεις ορειβάτες έφυγαν και η Yasuko και οι υπόλοιποι από εμάς αγκαλιαστήκαμε σαν τα πρόβατα, ελπίζοντας να διατηρήσουμε τη θερμότητα.

Ο ύπνος ήταν σίγουρος θάνατος κι έτσι φωνάζαμε και κλωτσάγαμε ο ένας τον άλλο για να παραμείνουμε ξύπνιοι».

Ωστόσο παρόλο που σταδιακά υποχώρησε η θύελλα, η τραγωδία συνεχίστηκε και την επόμενη ημέρα.

Η θύελλα υποχώρησε το πρωί της 11 Μαΐου, και τρεις οδηγοί Sherpa και ένας άλλος ορειβάτης, ο Stuart Hutchison, βρήκαν την Yasuko και εμένα θαμμένους στο χιόνι.

Ο Hutchison σκούπισε μία μάσκα χιονιού πάχους 6 εκατοστών από το πρόσωπο της Yasuko. Το δέρμα της ήταν από πορσελάνη. Τα μάτια της ήταν διεσταλμένα, αλλά ακόμα ανέπνεε.

Λίγο αργότερα βρήκε κι εμένα και αργότερα είπε ότι ποτέ πριν δεν είχε δει ένα ζωντανό ανθρώπινο ον τόσο κοντά στο θάνατο.

Όμως μας άφησαν κι έφυγαν. Η Yasuko και εγώ ήμασταν χαμένοι και θα θέταμε σε κίνδυνο περισσότερες ζωές αν προσπαθούσαν να μας φέρουν πίσω.

Ένα ζεστό ηλιόλουστο πρωί του Σαββάτου στο Dallas του Texas, η γυναίκα μου πληροφορήθηκε ότι ήμουν νεκρός.

Αλλά περίπου στις 16:00 μμ ώρα Everest, ένα θαύμα συνέβη. Άνοιξα τα μάτια μου. Αναστήθηκα.

Η οικογένειά μου εμφανίστηκε στο μυαλό μου. Ήξερα με απόλυτη σαφήνεια ότι εάν δεν σηκωνόμουν θα πέθαινα εκεί.

Αγωνίστηκα να σταθώ στα πόδια μου, σχεδόν εντελώς τυφλός. Σηκωνόμουν και έπεφτα πάλι. Ήξερα ότι ο ήλιος είχε φύγει κι εγώ δεν έβλεπα πια.

Ένιωσα συντριπτική μελαγχολία που δεν πρόλαβα να πω στη γυναίκα μου πόσο την αγαπώ και δεν θα αγκάλιαζα ξανά τα παιδιά μου.

Είδα δύο μπλε κορυφές και σκέφτηκα «σκηνές». Ξαφνικά μια φιγούρα εμφανίστηκε. Ηταν ο Todd Burleson, ο αρχηγός της άλλης αποστολής που είχε πει ότι ήμουν νεκρός.

Το πρόσωπό μου ήταν εντελώς μαύρο, το μπουφάν ανοιχτό στη μέση και το γυμνό δεξί μου χέρι πάγωσε πάνω από το κεφάλι μου.

Ο Todd με πήρε στη σκηνή, με έβαλε σε δύο υπνόσακους, έσπρωξε θερμοφόρες κάτω από τα χέρια μου και κάλεσε για βοήθεια στη βάση, για να πάρει την απάντηση «Είναι ετοιμοθάνατος. Δεν αξίζει να τον φέρετε κάτω».

Με άφησαν μόνο εκείνο το βράδυ, περιμένοντας να πεθάνω. Μια-δυο φορές άκουσα τους άλλους να λένε ότι είμαι νεκρός.

Ο Beck Weathers με την γυναίκα του Peach και τον γιο του

Δεν θυμάμαι την καταιγίδα που έσκασε και γέμισε τη σκηνή με χιόνι, όμως ξύπνησα βουτηγμένος στο άσπρο τοπίο την αυγή.

Όταν ξύπνησα, μόνο ο Jon Krakauer, μαζί με τον Todd Burleson και τον Pete Athans ήταν εκεί. Όταν με είδε ο Jon έπαθε σοκ. Περίμενε ότι ήμουν ήδη νεκρός.

Ο Athans (σημ: ο Ελληνικής καταγωγής ορειβάτης-θρύλος του Everest, που ήταν τεχνικός σύμβουλος της Ελληνικής Αποστολής του 2004), που γνώριζα από προηγούμενες αποστολές, είδε ότι μπορούσα να σταθώ και μου έδωσε δύο λίτρα τσάι. Ο «νεκρός» ήταν έτοιμος να κατέβει στη βάση.

Με τον Pete μπροστά μου και τον Todd πίσω μου, καταφέραμε να κατεβούμε. Το μόνο που ήθελα ήταν να κοιμηθώ, αλλά ήξερα ότι δε θα ξυπνήσω ποτέ αν το κάνω.

Η βάση είχε μετατραπεί σε νοσοκομείο. Ο Dr Ken Kamler, ένας χειρουργός από τη Νέα Υόρκη, και ένας Δανός γιατρός, ο Dr Henrik Jessen Hansen, περιέθαλπταν τους τραυματίες, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Makalu, αρχηγός της Ταϊβανέζικης ομάδας.

Μου έβαλαν υπνόσακο και έριξαν στα χέρια μου ζεστό νερό με αλατούχο ορό που το αισθάνθηκα σαν παγοκρύσταλλο στην καρδιά.

Αυτό ήταν όταν άρχισα να ακούω φήμες για μια ομάδα διάσωσης με ελικόπτερο. Ακουγόταν σαν παραμύθι.

Κατεβήκαμε άλλα 600 μέτρα και βρήκαμε το ελικόπτερο. Ακούσαμε από τον ασύρματο ότι «Χωράει μόνο ένας ορειβάτης. Είμαστε εδώ για τον Weathers».

Τότε η ομάδα των Sherpa ήρθε τρέχοντας κάτω από την κοιλάδα κουβαλώντας τον Makalu, του οποίου τα πόδια είχαν καταστραφεί από το κρύο.

Είπα στους άλλους ότι το σωστό ήταν να πάει ο Makalu στο ελικόπτερο. Ετσι τον βάλαμε μέσα και εγώ ήξερα ότι αποχαιρετούσα την τελευταία μου ελπίδα.

Σταθήκαμε εκεί ίσως για πέντε λεπτά. Δεν υπήρχε τίποτα να πούμε. Και τότε άκουσα έναν από τους πιο όμορφους ήχους. Το θόρυβο επερχόμενου ελικοπτέρου.

Επιτέλους ήμασταν ασφαλείς, αλλά 12 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε αυτή την χιονοθύελλα, συμπεριλαμβανομένων οκτώ από την ομάδα μου.

Τελικά τα κατάφερα να γυρίσω πίσω, ξέροντας πλέον ότι είχα καταστρέψει την οικογένειά μου.

Στα όρια του θανάτου, για πρώτη φορά συνειδητοποίησα πόσο αγαπούσα τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου.

Κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους, υποβλήθηκα σε 11 διαφορετικές επεμβάσεις στα χέρια μου και το πρόσωπό μου και έβαλα καινούργια μύτη.

Με την Peach τα καταφέραμε να σώσουμε το γάμο μας και για πρώτη φορά στη ζωή μου, έχω ειρήνη.

Σκαρφάλωσα σε όλο τον κόσμο για να βρω αυτό που θα με ολοκλήρωνε και δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι βρισκόταν στην αυλή του σπιτιού μου.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...