Και ο θεός έπλασε τα Τζουμέρκα

Αγάπη. Ένα από τα σπουδαιότερα ανθρώπινα συναισθήματα. Εκδηλώνεται με ποικίλους τρόπους και προς διάφορες κατευθύνσεις.

Αγαπάμε ανθρώπους, αγαπάμε τοποθεσίες, αγαπάμε δραστηριότητες, ακόμα και αντικείμενα που μας είναι προσφιλή.

Η αγάπη μεγαλώνει και εξασθενίζει. Την βρίσκουμε, και την χάνουμε. Αλλά η αγάπη σημαδεύει τη ζωή μας μ’ έναν τρόπο τόσο ιδιαίτερο, που ακόμα κι όταν εκλείψει, μένει μέσα στο μυαλό μας ανεξήτηλα χαραγμένη η δύναμη και η σημαντικότητά της.

Μ’ αυτόν τον τρόπο, η αγάπη έρχεται να μας θυμίζει κάθε στιγμή ποιοι είμαστε, ποιοι είμασταν, και –πιο σημαντικό- ποιοι θέλουμε να είμαστε.

Όλες αυτές οι σκέψεις περνούν απ’ το μυαλό μου κάθε φορά που αναλογίζομαι την αγάπη μου για τα βουνά και την ορειβασία.

Και να ‘μαι πάλι σε μέρη άγνωστα, αλλά ταυτόχρονα τόσο οικεία. Περιτριγυρισμένος από βουνά που ήρθα να εξερευνήσω, και που ήδη τα έχω ερωτευθεί.

Έρωτας με την πρώτη ματιά; Μα πώς είναι δυνατό ν’ αγαπήσεις ένα βουνό τόσο γρήγορα; Κι όμως.

Υπάρχουν ορισμένα βουνά, μερικές κορυφές, που αμέσως μόλις τις αντικρίσεις, μια ανελέητη έλξη κατακλύζει την ψυχή.

Είναι αυτή η μαγική στιγμή που ο ορειβάτης, ο λάτρης των ορέων, έρχεται αντιμέτωπος με την ενσάρκωση των πιο τρελών του ονείρων.

Η κορυφογραμμή των Τζουμέρκων από βορρά προς νότο. Στο βάθος δεξιά η κορυφή Καταφίδι (2.393 μέτρα).

Η Κακαρδίτσα (2.429 μέτρα), η ψηλότερη κορυφή του ορεινού συγκροτήματος των Τζουμέρκων

Η κορυφή Ρόκα και στο βάθος η τεχνητή λίμνη του Άραχθου ποταμού

Τζουμέρκα. Το ορεινό σύμπλεγμα της Ηπείρου, θεωρείται μια από τις πιο άγριες και επιβλητικές κορυφογραμμές της Πίνδου.

Εδώ, σ’ αυτό το αλπικό βασίλειο των βράχων, των ποταμών και των απροσπέλαστων δασών, συναντάμε μια από τις εντυπωσιακότερες κορυφές των ελληνικών βουνών.

Η Στρογγούλα από τα Πράμαντα

Στρογγούλα. Μια κορυφή έμβλημα, που σε μαγνητίζει με τις απέριττες, δωρικές γραμμές της, και με μια βορινή ορθοπλαγιά με ομορφιά σμιλεμένη από την αδάμαστη δύναμη των φυσικών στοιχείων.

Όταν την πρωταντικρίζεις, δεν μπορείς να μην αναρωτηθείς πώς είναι δυνατό να χωρέσει τόση ομορφιά σε τόσο μικρή έκταση;

Είναι η απάντηση της αιώνιας φύσης στην αλαζονική συμπεριφορά του ανθρώπου απέναντί της.

Η συγγραφέας Λιλή Ζωγράφου το έχει πει πολύ παραστατικά:

«Κάθε ομορφιά είναι αιωνιότητα. Ό,τι βλέπω, ό,τι ακούω, ό,τι αγγίζω, χώμα, αέρας, φως, είναι μέρος της αιωνιότητας. Αιωνιότητα δεν είναι ό,τι αντέχει στο χρόνο –γιατί τότε θα ‘χαν τα πρωτεία οι πολυκατοικίες και οι ουρανοξύστες- αλλά ό,τι σφραγίζει μια στιγμή ανεπανάληπτα».

Η νότια όψη της Στρογγούλας

Ίσως κάποιοι θεωρήσουν όλα τα παραπάνω, πομπώδη, υπερχειλισμένα από ρομαντισμό, λόγια ενός ονειροπαρμένου ορειβάτη, που βλέπει σε κάθε βουνό τον παράδεισο επί γης.

Ίσως να είναι κι έτσι τα πράγματα. Εγώ, απλώς, θα απαντήσω λέγοντας ότι όποιος δεν έχει περπατήσει στα μονοπάτια της μύησης στα «μεγάλα μυστήρια των ορεινών όγκων», δεν μπορεί να δει την πραγματική τους διάσταση και σημασία.

Η ομορφιά των βουνών δεν γίνεται αντιληπτή μόνο με το μάτι, αλλά με όλα τα αισθητήρια όργανα.

Οι εντυπωσιακές πτυχώσεις της βόρειας πλευράς της Στρογγούλας

Ένας άνθρωπος που έχει περιστασιακή επαφή με τα βουνά, δύσκολα θα κατανοήσει το μεγαλείο τους. Ο Βρετανός μάγος και μυστικιστής Aleister Crowley (1875-1945) το είχε θέσει πολύ εύστοχα:

«Ο μέσος άνθρωπος που κοιτάζει ένα βουνό, μοιάζει με αγράμματο που είναι αντιμέτωπος με ένα ελληνικό χειρόγραφο».

Ο σχηματισμός των Τζουμέρκων, ή Αθαμανικά Όρη, όπως αναφέρονται σε παλιότερους και σύγχρονους χάρτες, είναι ένας συμπαγής ορεινός σχηματισμός, που βρίσκεται στα βορειοανατολικά της Άρτας και αποτελεί το φυσικό της σύνορο με τη Θεσσαλία.

Η Στρογγούλα από το δρόμο προς Σιράκο. Το Μελισσουργιώτικο ρέμα κατηφορίζει και συναντά το Καλαρίτικο ρέμα.

Γεωγραφία

Μορφολογικά όρια του σχηματισμού είναι τα εξής: Στα βόρεια, το Καλαρίτικο ρέμα που χύνεται στον Άραχθο ποταμό, και τον χωρίζει από τον ορεινό όγκο του Λάκμου (Περιστέρι), και στα δυτικά, ο Άραχθος.

Ο Άραχθος ποταμός
Ο ποταμός Άραχθος είναι ο 8ος μεγαλύτερος ποταμός της Ελλάδας και ένα από τα πιο εντυπωσιακά ποτάμια της Ηπείρου.

Στην αρχαιότητα ονομαζόταν Ίναχος και ήταν πλωτός μέχρι την πόλη Αμβρακία. Το όνομα Ίναχος το οφείλει στον μυθικό αρχαίο βασιλέα του Άργους Ίναχο, γιος του Ωκεανού και της Τηθύος.

Η πορεία του ποταμού ξεκινά από το όρος Μαυροβούνι και το Δάσος Ρόνας κοντά στο Μέτσοβο (ενώ μερικά χιλιόμετρα πιο μακριά βρίσκονται και οι πηγές ενός άλλου ζωογόνου ποταμού, του Αχελώου).

Οι παραπόταμοι Βάρδας και Ζαγορίτικος, συγκεντρώνουν τα νερά από το Ανατολικό και Κεντρικό Ζαγόρι και αφού ενωθούν στη θέση «Καμπέρ Αγά» στους Μηλιωτάδες, εισρέουν στο Μετσοβίτικο (Θέση Μπαλντούμα) και σχηματίζουν τον Άραχθο.

Ο Άραχθος διέρχεται από ένα μοναδικής ομορφιάς φαράγγι που έχει σχηματιστεί μέσα στο γεωλογικό χρόνο από τη διάβρωση του νερού.

Το Καλαρίτικο ρέμα, ένας ιδιαίτερα σημαντικός παραπόταμος του Αράχθου, ξεκινάει από τις δυτικές παρυφές του όρους Περιστερίου, ενώνεται με το Μελισσουργιώτικο ρέμα, ακολουθώντας μια πορεία μέσα από φαράγγια, καταρράκτες και πέτρινα γεφυράκια, εκβάλλει στον Άραχθο.

Ο Άραχθος μετά από μια δαιδαλώδη διαδρομή περίπου 110 χιλιόμετρων, χύνεται τελικά στον Αμβρακικό κόλπο, κοντά στην Άρτα.

Τα πλούσια σε φερτά υλικά νερά του ποταμού συνέβαλαν στο σχηματισμό των λιμνοθαλασσών Λογαρού, Ροδιά και Τσουκαλιό που αποτελούν και τμήμα της ιδιαίτερα σημαντικής προστατευόμενης περιοχής Υγροτόπων Αμβρακικού.

Στα νότια, οι ομαλές πλαγιές τους σβήνουν προς τα όρη του Βάλτου και το Μακρυνόρος. Στα ανατολικά, ο ποταμός Αχελώος, διαχωρίζει τα Τζουμέρκα από την υπόλοιπη Πίνδο.

Τα Άγναντα και στο βάθος δεξιά ο Άραχθος ποταμός

Η οροσειρά χωρίζεται σε δύο επιμέρους τμήματα:

α) Το βορειότερο τμήμα, που βρίσκεται στα όρια των νομών Ιωαννίνων και Τρικάλων, ονομάζεται Κακαρδίτσα και σε αυτό ανήκει η υψηλότερη κορυφή της οροσειράς με υψόμετρο 2.429 μέτρα.

Η κορυφή αυτή βρίσκεται ανάμεσα στα χωριά Ματσούκι, Μελισσουργοί και Αθαμανία. Άλλες υψηλές κορυφές της Κακαρδίτσας είναι οι: Καταραχιάς (2.280 μ.), Χίλια εξήντα (2.254 μ.), Τσούμα Πλαστάρι (2.191 μ.) , Κρυάκουρας (2.145 μ.), Καταφύγι (2.098 μ.), Φούρκα (2.092 μ.) και Βαρικό (2.007 μ.).

Χωρίζεται από τον Λάκμο από τα ρέματα Νέγκρη και Μονοδέντρι ενώ ενώνεται με αυτόν με τον αυχένα Μπάρο. Από το νοτιότερο τμήμα των Τζουμέρκων χωρίζεται από το Μελισσουργιώτικο ρέμα.

Στο βάθος η κορυφή του Κρυάκουρα (2.145 μέτρα)

Ο καταρράκτης Κεφαλόβρυσο

β) Το νοτιότερο τμήμα είναι τα κυρίως Τζουμέρκα και ανήκει στο μεγαλύτερο τμήμα του στον νομό Άρτας.

Ορίζεται δυτικά από την κοιλάδα του Αράχθου, ανατολικά από τον Αχελώο, στα βορειοανατολικά χωρίζεται από την Κακαρδίτσα και από το Μελισσουργιώτικο ρέμα, και νότια συνδέεται με τα Όρη Βάλτου.

Η υψηλότερη κορυφή του είναι το Καταφίδι με υψόμετρο 2.393 μέτρα. Άλλες ψηλές κορυφές είναι οι: Πλάκα (2.364 μ.), Γερακοβούνι (2.211 μ.), Κομμένο (2.240 μ.), Ρόκα (2.143 μ.), και η θρυλική Στρογγούλα με υψόμετρο 2.112 μέτρα.

Οικισμοί χτισμένοι περιμετρικά του νότιου τμήματος είναι οι Κτιστάδες, οι Μελισσουργοί, τα Πράμαντα, τα Άγναντα, το Βουργαρέλι, τα Θεοδώριανα, ο Καταρράκτης, το Αθαμάνιο κλπ.

Για κάποια γεωγραφικά έντυπα τα Αθαμανικά όρη ή Τζουμέρκα περιορίζονται μόνο σ’ αυτό το τμήμα, ενώ η Κακαρδίτσα θεωρείται ξεχωριστή οροσειρά.

Η κορυφή Πλάκα (2.364 μέτρα)

Ο εντυπωσιακός πύργος της Ρόκας (2.146 μέτρα)

Ιστορία

Τα Αθαμανικά Όρη οφείλουν την ονομασία τους στο αρχαιοελληνικό φύλο των Αθαμανών που ήταν εγκατεστημένο στην περιοχή αυτή.

Οι Αθαμάνες άκμασαν κυρίως τον 3ο και 2ο αιώνα π.Χ. όπου διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στις συγκρούσεις μεταξύ Μακεδόνων και Αιτωλών.

Το όνομα Τζουμέρκα είναι σλαβικής προέλευσης και σημαίνει ελλέβορος (ποώδες φυτό που ζει σε ορεινές περιοχές).

Στη νεότερη ελληνική ιστορία τα Τζουμέρκα έγιναν ιδιαίτερα ονομαστά, ακόμα και διάσημα επειδή υπήρξαν ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα της ελληνικής Κλεφτουριάς, καθώς και ονομαστό αρματολίκι.

Δυστυχώς όταν οι Μεγάλες Δυνάμεις (Αγγλία Γαλλία και Ρωσία) οριοθέτησαν το νέο κατ΄ εντολή κράτος της Ελλάδος, τα ηρωικά Τζουμέρκα δεν συμπεριελήφθησαν σ΄ αυτό.

Η πλειάδα των οπλαρχηγών και των ηρώων της Επανάστασης του 1821, ειδικότερα εκ των περιοχών αυτών, και το αίμα που έχυσαν για την ελευθερία δεν ήταν αρκετά.

Έπρεπε να ακολουθήσουν άλλες τρεις επαναστάσεις, να θυσιαστούν κι άλλοι ήρωες, να χυθεί κι άλλο αίμα για να γίνει τελικά το ποθούμενο πραγματικότητα, σχεδόν ένα αιώνα μετά, από τον ελληνικό στρατό, στον Α΄ Βαλκανικό πόλεμο, το 1912.

Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ειδικότερα από τα μέσα μέχρι το τέλος Οκτωβρίου του 1943, τα Τζουμερκοχώρια υπέστησαν μεγάλες καταστροφές από τις εκκαθαρίσεις των Γερμανών κατακτητών καταβάλλοντας τις εκεί ελληνικές αντιστασιακές δυνάμεις.

Από το σύνολο των οικιών, περίπου 6.000, πυρπολήθηκε το 1/3 αυτών, συγκεκριμένα 1905 οικίες, ενώ φονεύτηκαν 117 άτομα εκ του αμάχου πληθυσμού, κυρίως υπερήλικες.

Βιοποικιλότητα

Το έντονο γεωγραφικό ανάγλυφο και η μεγάλη βιοποικιλότητα είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της περιοχής των Τζουμέρκων.

Οι μεγάλες υψομετρικές διαφορές και η ποικιλία του κλίματος ευνοούν την ανάπτυξη πλούσιας χλωρίδας και πανίδας περιλαμβάνοντας σπάνια και χαρακτηριστικά είδη της ορεινής και αλπικής ζώνης.

Υψηλότερα από τα 1.200–1.300 μέτρα, τα Τζουμέρκα είναι άδενδρα- επικρατούν πόες και μικροί αγκαθωτοί θάμνοι- με γυμνές κορφές που διαμορφώνουν μια εντυπωσιακή αλπική εικόνα.

Τα είδη που απαντώνται συχνότερα ως τα 1.500 μέτρα είναι κράταιγοι, αγριοτριανταφυλλιές, γκορτζιές και πιο σπάνια ορεινοί άρκευθοι.

Στην ανατολική πλευρά των βουνών υπάρχουν μεγάλες εκτάσεις με ποώδη και θαμνώδη βλάστηση που έχουν δεχθεί την επίδραση της βόσκησης, τα αποκαλούμενα «στεπόμορφα λιβάδια».

Στα χαμηλότερα υψόμετρα συναντούμε δάση με κουμαριές, βελανιδιές, έλατα, μαυρόπευκα οξιές, δάφνη, φράξο, κουτσουπιά, κοκορεβιθιά.

Στις όχθες των ποταμών τα οικοσυστήματα χαρακτηρίζονται από ιτιές, σκλήθρα και πλατάνια.

Έως τώρα έχουν καταγραφεί περισσότερα από 400 είδη φυτών, από τα οποία ογδόντα περίπου είναι ιδιαίτερα σημαντικά από οικολογική άποψη.

Η πανίδα των Τζουμέρκων αποτελείται από λύκους, αλεπούδες, αρκούδες, αγριογούρουνα, λαγούς, ελάφια, αγριόγατους, ζαρκάδια και ασβούς, ενώ η πλούσια βλάστηση της χαράδρας προσφέρει καταφύγιο και τροφή σε διάφορα είδη μικρότερων θηλαστικών όπως δασομυωξοί, δρυομύξοι και σκίουροι. Παλαιότερα στους γκρεμούς των Τζουμέρκων ζούσαν αγριόγιδα (Rupicapra rupicapra).

Ένας νάρκισσος κάτω από την κορυφή της Στρογγούλας

Πλούσια είναι και η ορνιθοπανίδα όπου περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, βραχοτσοπανάκους, πετρίτες, βραχοκιρκινέζες, ασπροπάρηδες, πέρδικες, τσαλαπετινούς, αετούς, σταυραετούς και σποραδικά χρυσαετούς και άλλα αρπακτικά και μικρότερα πουλιά.

Πολλά από τα είδη αυτά είναι σπάνια ή απειλούμενα. Συνολικά εκτιμάται ότι στην περιοχή απαντούν περίπου 100 είδη πουλιών. Κάποια από αυτά τα είδη διαμένουν μόνιμα, άλλα χρησιμοποιούν την περιοχή ως τόπο θερινής διαμονής και άλλα διέρχονται κατά τη μεταναστευτική περίοδο.

Παρόλο που το ποσοστό ενδημισμού των ειδών χλωρίδας, πανίδας και ορνιθοπανίδας δεν είναι ιδιαίτερα υψηλό, ο πλούτος, η ποικιλία και η σπανιότητα των ειδών είχαν ως αποτέλεσμα το 2009 ένα μεγάλο τμήμα της περιοχής να ανακηρυχθεί σε Εθνικό Πάρκο (Εθνικό Πάρκο Τζουμέρκων, Περιστερίου και χαράδρας Αράχθου).

Πανοραμικό πλάνο από τα Πράμαντα (αριστερά) μέχρι τους Μελισσουργούς (δεξιά)

Τζουμερκοχώρια: Ένας ορεινός παράδεισος

Όλα τα χωριά που βρίσκονται στον «ίσκιο» των Τζουμέρκων λέγονται Τζουμερκοχώρια και μοιράζονται μεταξύ νομού Άρτας και νομού Ιωαννίνων.

Στο σύνολο τους είναι 47 χωριά που κτίστηκαν μεταξύ 14ου και 15ου αιώνα, στα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας, μάλλον για λόγους άμυνας.

Κάποτε γνώρισαν οικονομική άνθηση σαν κέντρα κτηνοτροφίας, έγινε προσπάθεια να αξιοποιηθούν τουριστικά, σήμερα όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει.

Οι Μελισσουργοί

«…γιατί δεν είναι μοναχά η μεγαλοπρέπεια του τοπίου ή ο απόηχος της ιστορίας του που σε καλούν κοντά του, είναι και η φρεσκάδα των ανθρώπων που με την ανεπιτήδευτη συμπεριφορά τους σταλάζουν στην ψυχή σου μηνύματα καλοσύνης. Aλλά σήμερα είναι από τους τόπους που καταδικάστηκαν να φτωχαίνει χρόνο με το χρόνο σε ανθρώπινο πλούτο. Tα χωριά όπως τα βλέπουμε σήμερα ζούνε την παρακμή τους. Tο αυτοκίνητο πήρε το ψωμί από τους κιρατζήδες. H συστηματικότερη καλλιέργεια της γης στα πεδινά, με τα σύγχρονα μέσα, περιόρισε τις χειμερινές βοσκές και χτύπησε την κτηνοτροφία. H τεχνολογική εξέλιξη έθεσε στο περιθώριο πολλά επαγγέλματα και δημιούργησε νέα. Oι άνθρωποι υποχρεώθηκαν να προσαρμοστούν στη νέα κατάσταση. Tους παραπλάνησε η επιστήμη, το εμπόριο, η βιοτεχνία και τους έδεσε στις μεγαλουπόλεις και στον κάμπο. Tους ξεμυάλισε το άγνωστο και πέταξαν μακριά σε άλλα μέρη να βρουν την τύχη τους και τα χωριά σχεδόν ερήμωσαν». (Στέφανος Φίλος, «Τα Τζουμερκοχώρια»)

Τα Πράμαντα

Τα πιο γνωστά απ’ αυτά είναι το Βουργαρέλι, το Αθαμάνιο και τα Θεοδώριανα στα νότια, ο Καταρράκτης, η Μικροσπηλιά και τα Άγνατα στα δυτικά, ενώ στα βόρεια δεσπόζουν τα Πράμαντα, οι Κτιστάδες, οι Μελισσουργοί, κι ακόμα πιο βόρεια το Σιράκο κι οι Καλαρίτες.

Το Σιράκο

Έντονο ορεινό ανάγλυφο, έντονη βλάστηση και άφθονα τα νερά. Αυτά είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της χώρας των Τζουμέρκων.

Ενας τόπος απερίγραπτης άγριας φυσικής ομορφιάς όπου θα σας γεννηθεί η επιθυμία κάθε τόσο να σταματάτε το περπάτημα για να χαζεύετε το τοπίο που πολλές φορές θα σας κόβει την ανάσα.

Τζουμέρκα. Πάντα μέσα στην καρδιά μου, πάντα αγαπημένα, γιατί εκεί αισθάνομαι ότι ξαναγεννιέμαι καθώς αντικρύζω την αγριάδα των ορεινών όγκων και ρουφάω την ενέργεια που εκπέμπει η παρθένα φύση τους.

Θα επανέλθω με την περιγραφή της επικής ανάβασης στη θρυλική Στρογγούλα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...