Η Νότια Όψη της Annapurna Ι, 1970

Στις κορυφές με υψόμετρο άνω των 8.000 μέτρων, ο απώτερος στόχος είναι να φτάσεις στην κορυφή, οπότε προφανώς όσο πιο εύκολη είναι η διαδρομή, τόσο το καλύτερο.

Μέχρι, δηλαδή, που ο Chris Bonington και τα μέλη της ομάδας του άλλαξαν το παιχνίδι το 1970.

Κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, η επίτευξη των πρώτων αναβάσεων στις υψηλότερες κορυφές του κόσμου έγινε ένα είδος εθνικής πρόκλησης.

Οι Γάλλοι πρωτοπόροι που ανέβηκαν για πρώτη φορά σε μια οκτάρα κορυφή είχαν στοχεύσει στην πραγματικότητα προς το Dhaulagiri, αλλά μετά από εβδομάδες άκαρπης αναζήτησης για μια βιώσιμη διαδρομή, απέρριψαν το σχέδιο και μετακινήθηκαν στην πλησιέστερη οκτάρα κορυφή. Το αποτέλεσμα ήταν η ιστορική τους επιτυχία στην Annapurna.

Οι άλλοι 13 γίγαντες των Ιμαλαΐων «κατακτήθηκαν» με παρόμοιο τρόπο, χρησιμοποιώντας όλους τους διαθέσιμους πόρους εκείνης της εποχής και τις ασφαλέστερες δυνατές διαδρομές.

Στη συνέχεια, ήρθε μια νέα γενιά ορειβατών, που εκπαιδεύτηκαν σε ορθοπλαγιές, με κίνητρο τον βαθμό δυσκολίας και όχι το υψόμετρο, που τελικά μετέφεραν τις ιδέες τους στα Ιμαλάια.

Ένας από αυτούς, ο Chris Bonington, είδε τον τέλειο στόχο στην Annapurna (8.091 μ.), όταν στάθηκε μπροστά στην επιβλητική Νότια Όψη της για πρώτη φορά.

Ήταν ένας απότομος τοίχος, με ανάπτυγμα 3.000 μέτρων, από παγωμένα σπιρούνια,  σεράκς και κρεβάς.

Αυτό που οι ορειβάτες λίγα χρόνια νωρίτερα θα είχαν απορρίψει, ως η λάθος πλευρά του βουνού, τώρα έγινε ένας νέος τρόπος κατανόησης του αλπινισμού σε μεγάλο υψόμετρο.

Ανεβαίνεις όχι επειδή είναι εκεί, αλλά επειδή είναι δύσκολο.

Το κόλπο ήταν η εφαρμογή τεχνικών αναρρίχησης σε μεγάλους τοίχους, σε κλίμακα Ιμαλαΐων.

Ανεβαίνεις μέτρο-μέτρο, με σχοινιά, ζουμάρ και υπομονή. Δεν είχε έρθει ακόμα η εποχή του αλπικού, μινιμαλιστικού στυλ αναρρίχησης.

Ο Bonington συμπεριέλαβε στην ομάδα του μερικούς από τους πιο ταλαντούχους σχοινοσυντρόφους του: Nick Estcourt, Martin Boysen, Ian Clough, Mike Thompson, Mick Burke και τον ήδη διάσημο Dougal Haston, αλλά το πρότζεκτ γρήγορα πήρε μεγαλύτερες από τις αναμενόμενες διαστάσεις.

Ένα κινηματογραφικό συνεργείο θα συνόδευε την αποστολή και θα έστελνε πλάνα πίσω στο Λονδίνο κάθε εβδομάδα, για λογαριασμό της Thames Television.

Οι χορηγοί πρότειναν να γραφτεί ένα βιβλίο μετά. Για να αυξήσουν τις πωλήσεις, συμβούλεψαν να συμπεριληφθεί κι ένας Αμερικανός στην ομάδα, και έτσι ήρθε να ενταχθεί ο Tom Frost, ένας έμπειρος αναρριχητής στο Yosemite.

Η μεγάλη εμπειρία στα Ιμαλάια του Don Whillans του έδωσε επίσης μια θέση στην αποστολή, παρά τις συγκρούσεις του με τον αρχηγό και την κακή του φυσική κατάσταση από το πολύ φαγητό, το κάπνισμα και το ποτό. Υπήρχαν ακόμα ένας υπεύθυνος της κατασκήνωσης βάσης, καθώς και ο γιατρός της ομάδας.

Τα logistics ήταν περίπλοκα: το Νεπάλ μόλις είχε ανοίξει ξανά τις πόρτες του για ξένους μετά από μερικά χρόνια κλεισίματος για πολιτικούς λόγους.

Τα περισσότερα φορτία στάλθηκαν στη Βομβάη, ενώ οι ορειβάτες και οι Σέρπα έκαναν πεζοπορία από την Pokhara, ένα καταφύγιο για χίπις εκείνη την εποχή.

Μέχρι τα τέλη Μαρτίου, η ομάδα έστησε τελικά την κατασκήνωση βάσης και ξεκίνησε τη διερεύνηση μιας πιθανής διαδρομής κατά μήκος του τεράστιου τείχους.

Είχαν δύο μήνες για να ολοκληρώσουν την ανάβασή τους πριν χτυπήσει ο μουσώνας.

Μια ομάδα οκτώ Σέρπα θα βοηθούσε. Οι επικεφαλής ορειβάτες θα χρησιμοποιούσαν φιάλες οξυγόνου για την τελική ώθηση στην κορυφή. Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζαν.

Είμαστε ακόμα στην εποχή των αποστολών σε στυλ πολιορκίας, οπότε ο σχεδιασμός περιλάμβανε το φιξάρισμα σχοινιών σε όλη σχεδόν τη διαδρομή και το στήσιμο έξι κατασκηνώσεων κατά μήκος ενός κεντρικού άξονα που οδηγεί στην κορυφή. Η γραμμή ανάβασης ήταν αισθητική, direct και βάναυσα σκληρή.

Το πεδίο κυμαινόταν από βραχώδεις προεξοχές μέχρι μαλακά χιόνια, κάθετους βράχους πάγου έως εκτεθειμένες κορυφογραμμές.

Ένα σεράκ που κρεμόταν πάνω από το χαμηλότερο τμήμα της διαδρομής ήταν τόσο απειλητικό που το ονόμασαν «Δαμόκλειο Σπάθη».

 Όσο πιο ψηλά ανέβαιναν, τόσο πιο δύσκολο ήταν το σκαρφάλωμα και τόσο πιο αργός ο ρυθμός.

Όταν ο Tom Frost και ο Mick Burke έστησαν το Camp V (στις 8 Μαΐου), η υπόλοιπη ομάδα ήταν πολύ κουρασμένη για να τους προμηθεύσει με αρκετό φαγητό, καύσιμο ή οξυγόνο.

Οι ορειβάτες έκαναν βάρδιες ανά ζεύγη, αλλά με τις εβδομάδες, μερικοί από αυτούς άδειασαν από δυνάμεις από την ακατάπαυστη εργασία, τόσο, που δεν μπορούσαν να συνεχίσουν.

Υποτίθεται ότι έπρεπε να στήσουν και ένα Camp VII, αλλά τους έλειπε το ανθρώπινο δυναμικό για να μεταφέρουν σκηνές ή προμήθειες.

Το Camp VI ήταν αρκετά κακό, τοποθετημένο σε μια μικρή προεξοχή. Δεν υπήρχε τρόπος να προμηθεύονται οι επικεφαλής ορειβάτες -ο Don Whillans και ο Dougal Haston- με συμπληρωματικό οξυγόνο ή ακόμα και με τρόφιμα για περισσότερες από 24 ώρες τη φορά.

Για να γίνουν τα πράγματα χειρότερα, μια τρομερή χιονοθύελλα έπληξε το βουνό στις 25 Μαΐου και κράτησε δύο ημέρες.

Στις 27 Μαΐου ο καιρός βελτιώθηκε και οι δύο άνδρες ξεκίνησαν την ανάβαση χωρίς συμπληρωματικό οξυγόνο.

Χωρίς να στήσουν ρελέ στην παγωμένη ορθοπλαγιά, έφτασαν στην κορυφή στις 2 το μεσημέρι. Τρεις ώρες αργότερα, επέστρεψαν στο Camp VI.

Ο Tom Frost και ο Mick Burke έκαναν τη δική τους προσπάθεια για ν’ ανέβουν στην κορυφή δύο ημέρες αργότερα, αλλά σταμάτησαν λίγο μετά το Camp VI.

Μία-μία, οι κατασκηνώσεις διαλύθηκαν και όλοι κατέβηκαν με ασφάλεια, μέχρι… την τελευταία ημέρα.

Από την «Δαμόκλειο Σπάθη» έφυγε ένα κομμάτι πάγου, το οποίο πυροδότησε μια χιονοστιβάδα που σκότωσε τον Ian Clough. Αφού βρήκαν το σώμα του, το έθαψαν στους πρόποδες του βουνού.

Η ιστορία τους άξιζε να γίνει ταινία και όντως μετατράπηκε σε ντοκιμαντέρ.

Πάνω απ’ όλα όμως, το βιβλίο «Annapurna South Face» του Chris Bonington έγινε κλασικό της αναρριχητικής λογοτεχνίας και ενέπνευσε μια ολόκληρη γενιά ορειβατών να ονειρευτεί μεγάλες περιπέτειες σε τεράστιες ορθοπλαγιές.

Η τολμηρή ανάβασή τους στη Νότια Όψη της Annapurna άλλαξε την πορεία της αναρρίχησης στα Ιμαλάια.

Η εποχή των πρώτων αναβάσεων είχε τελειώσει, αλλά ο Bonington και η παρέα του άνοιξαν μια νέα πύλη εξαιρετικά δύσκολων διαδρομών σε μεγάλο υψόμετρο.

Αυτή η φιλοσοφία συνεχίζεται σήμερα και θέτει τα πρότυπα για την αριστεία στον αλπινισμό.

Από τότε, η εμβληματική νότια όψη της Annapurna έχει προσελκύσει τους καλύτερους, από τα δίδυμα MacIntyre-Ghilin και Bohigas-Lucas τη δεκαετία του 1980 έως τον Ueli Steck στον 21ο αιώνα.

Κατά την επιστροφή τους, οι περισσότεροι από τους Βρετανούς ορειβάτες που συμμετείχαν στην αποστολή κέρδισαν φήμη και δόξα, ως ένα νέο είδος ειδώλου – εν μέρει αθλητής, εν μέρει τολμηρός εξερευνητής, εν μέρει τρελός!

Πηγές
explorersweb.com
himalayanclub.org
sujoyrdas.blogspot.com
publications.americanalpineclub.org

Ίσως σας ενδιαφέρουν…