Χειμερινή ανάβαση στο Αυγό Τρικάλων
Το όρος Αυγό είναι ένα ορεινό συγκρότημα της Νότιας Πίνδου στο νομό Τρικάλων και αποτελείται από τρεις κορυφές, την Λουπάτα (2.060 μ.), την Μαρόσα (2.022 μ.) και το Αυγό (2.148 μ.).
Το βουνό έχει κατεύθυνση από δυτικά προς ανατολικά και αγκαλιάζει από τα νότια τα υπέροχα ορεινά χωριά των Τρικάλων, όπως το Περτούλι, το Νεραϊδοχώρι, την Πύρρα και το Δροσοχώρι.
Οι δυτικές πλαγιές του βουνού βρέχονται από τον Αχελώο ποταμό, ο οποίος αποτελεί το φυσικό σύνορο με τα Τζουμέρκα.
Στα ανατολικά γειτνιάζει με την μακρόσυρτη οροσειρά του Κόζιακα, νοτίως με το όρος Χατζή και τα Άγραφα, και βόρεια με τα υπόλοιπα βουνά που συγκροτούν το ορεινό σύμπλεγμα της Νότιας Πίνδου, δηλ. τη Νεράιδα και την Τριγγία.
Στις πλαγιές του βουνού (ειδικά τις βόρειες) φιλοξενούνται εκτεταμένα δάση κεφαλληνιακής και μακεδονικής ελάτης, ενώ στα μεγαλύτερα υψόμετρα απαντώνται υποαλπικά και αλπικά λιβάδια που φιλοξενούν μια μεγάλη ποικιλία αγριολούλουδων, βραχώδεις και πετρώδεις πλαγιές όπου συναντά κανείς αυτοφυές τσάι.
Οι κυριότεροι εκπρόσωποι των θηλαστικών που βρίσκουν καταφύγιο στο βουνό είναι ο λύκος και ο αγριόγατος του Μωριά, ενώ έχει καταγραφεί και συχνή παρουσία της καφέ αρκούδας. Από την ορνιθοπανίδα ξεχωρίζουν ο χρυσαετός, το όρνιο και ο ασπροπάρης.
Η ανάβαση στο Αυγό είναι ομαλή από τη βόρεια πλευρά της, χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες ακόμα και την χειμερινή περίοδο, αποτελώντας μιας πρώτης τάξεως επιλογή για όσους επιθυμούν να κάνουν τις πρώτες τους χειμερινές αναβάσεις.
Εκεί που τα πράγματα σοβαρεύουν είναι στη διάσχιση της κορυφογραμμής που ενώνει τις κύριες κορυφές του ορεινού όγκου, με εκτεθειμένα και τεχνικά περάσματα, που ειδικά τον χειμώνα αποκτούν μεγάλο βαθμό επικινδυνότητας.
Η δικιά μου χειμερινή ανάβαση στο Αυγό έγινε με αφετηρία το χωριό Πύρρα, ένα από τα πιο όμορφα ορεινά χωριά του νομού Τρικάλων.
Η Πύρρα απέχει 9 χλμ. δυτικά από το Νεραϊδοχώρι και είναι χτισμένη σε υψόμετρο 1.050 μέτρων, στις βόρειες πλαγιές του Αυγού, με τα δάση ελάτης, οξυάς και βελανιδιάς να κυριαρχούν στο γύρω τοπίο.
Το χωριό πήρε το όνομά του από τον βασιλιά Πύρρο και οι λιγοστοί του κάτοικοι αντλούν το εισόδημά τους από τη γεωργία, την κτηνοτροφία και την υλοτομία.
Την περιοχή διασχίζει ο ποταμός Καρναΐτικος, παραπόταμος του Αχελώου, ενώ την αίσθηση δροσιάς συμπληρώνουν οι δαιδαλώδεις χείμαρροι, οι πολλές φυσικές πηγές και οι βρύσες.
Στην ευρύτερη περιοχή της Πύρρας, στη θέση “Καζάνια” και στη θέση “Σαρμανίτσα” υπάρχουν πολλά ανεξερεύνητα σπήλαια με εντυπωσιακό εσωτερικό διάκοσμο.
Η πορεία μας ξεκινά από την πλατεία της Πύρρας με τον τεράστιο πλάτανο και την πετρόχτιστη βρύση, απ’ όπου μπορούμε να προμηθευτούμε νερό.
Στην αρχή κατηφορίζουμε μέχρι την κοίτη του ρέματος Κρυόβρυση, τον οποίο διασχίζουμε περνώντας από το γεφύρι της “Καμάρας” (900 μ. υψόμετρο).
Η “Καμάρα” είναι ένα παραδοσιακό πέτρινο μονότοξο γεφύρι του 18ου αι., με άνοιγμα τόξου 4 μέτρα.
Κινούμαστε σε δασικό χωματόδρομο που ενώνει την Πύρρα με το Νεραϊδοχώρι, κατά μήκος αρχικά του χειμάρρου, και στη συνέχεια κατά μήκος του Καρναΐτικου ποταμού.
Στο 1,5 χλμ. πορείας εγκαταλείπουμε τον δασικό δρόμο και ανηφορίζουμε ακολουθώντας δευτερεύοντα χωματόδρομο (950 μ. υψόμετρο).
Καθώς ανηφορίζουμε μέσα σε μια μεγάλη ρεματιά, αφήνουμε τον χωματόδρομο σε διάφορα σημεία ακολουθώντας υποτυπώδη μονοπάτια χωρίς σήμανση, προκειμένου να συντομεύσουμε τη διαδρομή, αποφεύγοντας τα μεγάλα καγκέλια του δρόμου.
Είμαστε πια στα 1.550 μ. υψόμετρο, έχουμε διανύσει 5,5 χλμ. από την Πύρρα, και βρισκόμαστε στο αλπικό κομμάτι του βουνού στη θέση “Σταυρός”.
Εδώ και αρκετή ώρα περπατάμε σε χιονισμένο πεδίο. Είναι τέλη Μάρτη, τα χιόνια έχουν “κάτσει” αρκετά και είναι τόσο σκληρά όσο χρειάζεται ώστε να περπατάμε με ασφάλεια χωρίς τη χρήση κραμπόν.
Από τη θέση “Σταυρός” θα τραβήξουμε πορεία με κατεύθυνση Δ, ώσπου να πιάσουμε τη ράχη που θα μας ανεβάσει στην κορυφογραμμή που περνάει από την προκορφή Κάτω Αυγό (2.077 μ.).
Περπατώντας πάνω στην κορυφογραμμή με κατεύθυνση ΝΔ-Ν φτάνουμε χωρίς μεγάλες υψομετρικές διαφορές στην ψηλότερη κορυφή του βουνού.
Καθώς στέκεσαι ώρα αρκετή στην κορυφή του βουνού –έχοντας διανύσει 9 χλμ. σε 5 ½ ώρες, καλύπτοντας 1.300 μ. υψομετρικής διαφοράς– σκέψεις πολλές περνούν από το μυαλό.
Τι να ‘ναι αυτό που σπρώχνει τα βήματά μας; Ποια είναι αυτή η δύναμη που κινεί τα πόδια να περπατήσουν;
Από που ξεπηδά αυτή η διάθεση να αρματώνεσαι το σακίδιο στην πλάτη και να χάνεσαι μέσα στις αμέτρητες βουνοπλαγιές της χώρας μας;
Και τότε, το βλέμμα καρφώνεται στους απέραντους ορίζοντες που σε περιβάλλουν.
Μια θάλασσα από χιονισμένες βουνοκορφές συνθέτουν εικόνες παραμυθένιες, που σε κάνουν να αισθάνεσαι ευλογημένος και μόνο που έχεις την τύχη να θαυμάσεις.
Και μερικές φωτογραφίες από την κατάβαση.