Όλυμπος, το μυθικό βουνό (Μέρος Α)

Όλυμπος. Μυθικός. Επιβλητικός. Άγριος και πανέμορφος μαζί. Η κορυφή του κόσμου. Το μπαλκόνι των θεών. Τόπος λατρείας των Μακεδόνων.

Ένας φυσικός επίγειος παράδεισος. Το φημισμένο ελληνικό βουνό που εδώ και αιώνες εξάπτει τη φαντασία του ανθρώπου και κινεί την περιέργειά του, παραμένει ακόμη μυστηριώδης και απρόσιτος, προκαλώντας τον άνθρωπο να ανακαλύψει την αλήθεια των θρύλων του.

Κι αγωνίζεται ο άνθρωπος εξερευνώντας πλαγιές και χαράδρες, μελετώντας τα στοιχεία της φύσης και κατακτώντας τις κορυφές, γυρεύοντας απαντήσεις που μόνο θεοί μπορούν να δώσουν.

Από πού να αρχίσεις και πού να τελειώσεις γράφοντας για τον Όλυμπο! Πρόκειται για το ψηλότερο βουνό της Ελλάδας, με ψηλότερη κορυφή τον Μύτικα (2.918 μ.), το δεύτερο ψηλότερο βουνό των Βαλκανίων και μέσα στα 50 ψηλότερα βουνά του κόσμου.

Ο συμπαγής, σχεδόν κυκλικός, ορεινός του όγκος δεσπόζει ανάμεσα στη Μακεδονία και τη Θεσσαλία (σύνορο των νομών Πιερίας και Λαρίσης), έχει έκταση 600 τ.χλμ. περίπου, μέση διάμετρο 25 χλμ. και περίμετρο 150 χλμ.

Βρίσκεται μόλις 18 χλμ. από την παραλία του Λιτοχώρου, ενώ στην κωμόπολη του Λιτοχώρου καταλήγει το επιβλητικό φαράγγι του Ενιπέα, που κόβει στη μέση τον ορεινό όγκο.

Χωρίζεται σε δύο συγκροτήματα, τον Πάνω και τον Κάτω Όλυμπο, με φυσικό σύνορο αυτών των δύο το ρέμα της Ζηλιάνας, που ξεκινάει από το χωριό Καρυά και φτάνει ανατολικά ως τη θάλασσα.

Ξεκινώντας τη γνωριμία μας με τον Όλυμπο θα πρέπει να αναφέρουμε ότι αποτελεί την πρώτη περιοχή στην Ελλάδα που ανακηρύχθηκε Εθνικός Δρυμός το 1938.

Σκοπός της κήρυξης αυτής ήταν “η διατήρηση στο διηνεκές του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής, δηλαδή της άγριας χλωρίδας και πανίδας καθώς και των πολιτιστικών και άλλων αξιών της”.

Το 1981 η UNESCO ανακήρυξε τον Όλυμπο “διατηρητέο μνημείο της παγκόσμιας βιόσφαιρας”, υπό την εποπτεία του Ο.Η.Ε. Η κήρυξή του κρίθηκε αναγκαία για την προστασία και τη διαφύλαξη του ευαίσθητου φυσικού του περιβάλλοντος.

Το 1987 ανακηρύχθηκε αρχαιολογικός και ιστορικός τόπος. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συμπεριλάβει τον Όλυμπο στις “Σημαντικές για την Ορνιθοπανίδα Περιοχές της Ευρωπαϊκής Κοινότητας”.

Έχει επίσης καταχωρηθεί στον κατάλογο του ευρωπαϊκού δικτύου Natura 2000 ως “ζώνη ειδικής προστασίας” και “τόπος κοινοτικού ενδιαφέροντος”.

Γεωλογία – Μορφολογία

Ο Όλυμπος είναι από τα νεώτερα βουνά της Ελλάδας, αφού η ηλικία των πετρωμάτων του υπολογίζεται ότι δεν ξεπερνά τα 200 εκ. χρόνια.

Πριν από 1 εκ. χρόνια οι παγετώνες κάλυψαν τον Όλυμπο και δημιούργησαν τα πλατώματα και κοιλώματα του βουνού.

Με την άνοδο της θερμοκρασίας που ακολούθησε οι πάγοι έλιωσαν, έχοντας σχηματίσει εντυπωσιακές χαράδρες και ρεματιές, οροπέδια και δεκάδες κορυφές, άλλες ομαλές, όπως ο Αγ. Αντώνης (2.815 μ.), ο Καλόγερος (2.701 μ.), η Τούμπα (2.801 μ.), ο Προφ. Ηλίας (2.803 μ.) και άλλες απόκρημνες, που θαυμάζουμε σήμερα.

Ωστόσο, οι κεντρικές, σχεδόν κάθετες βραχώδεις κορυφές είναι αυτές που εντυπωσιάζουν τον επισκέπτη, στο ύψος του Λιτοχώρου όπου το ανάγλυφο του βουνού διαγράφει στον ορίζοντα ένα εμφανές “V” ανάμεσα σε δύο σχεδόν ισοϋψείς κορυφές:

Στο αριστερό σκέλος είναι η ψηλότερη κορυφή της Ελλάδας, ο Μύτικας (“Πάνθεον” – 2.918 μ.) ενώ στο δεξιό, το Στεφάνι (“Θρόνος του Δία” – 2.909 μ.) συνιστά την πιο εντυπωσιακή και απόκρημνη κορυφή του Ολύμπου, με τα τελευταία 200 μ., που υψώνονται κατακόρυφα, να είναι τα πιο απαιτητικά στην ανάβαση.

Νοτιότερα, το Σκολιό (δεύτερη σε ύψος κορυφή με 2.912 μ.), ολοκληρώνει ένα τόξο περίπου 200 μοιρών, με τις ορθοπλαγιές να σχηματίζουν στη δυτική πλευρά ως τείχος μια εντυπωσιακή βαραθρώδη αμφιθεατρική κοιλότητα βάθους 700 μ. και περιφέρειας 1000 μ., τα “Μεγάλα Καζάνια”.

Στην ανατολική πλευρά των ψηλών κορυφών, οι απότομες πλαγιές τους σχηματίζουν παράλληλες ζωνοειδείς πτυχώσεις, τα “Ζωνάρια”.

Από εκεί, ακόμα στενότερες και απότομες χαρακώσεις, τα “Λούκια” οδηγούν στην κορυφή.

Στη βόρεια πλευρά, ανάμεσα στο Στεφάνι και τον Προφ. Ηλία, εκτείνεται το “Οροπέδιο των Μουσών” στα 2.550 μ. ενώ νοτιότερα, στο κέντρο σχεδόν του ορεινού όγκου, συναντάμε το εκτεταμένο αλπικό λιβάδι της Μπάρας σε υψόμετρο 2.350 μ.

Μυθολογία – Ιστορία

Το σχήμα του Ολύμπου, η πολύμορφη και ευμετάβλητη γοητεία της φύσης του, οι ψηλές κορυφές του, γεμάτες ομίχλη και χαμηλά σύννεφα που φέρνουν συχνά καταιγίδες, προκάλεσαν δέος και θαυμασμό στον προϊστορικό άνθρωπο που κατοίκησε στους πρόποδές του, όπου η αρχαιολογική σκαπάνη αποκαλύπτει σήμερα ευρήματα από οικισμούς της εποχής του σιδήρου.

Οι πρώτοι αυτοί κάτοικοι της περιοχής θα δημιουργήσουν τους θρύλους που αργότερα θα δώσουν το Δωδεκάθεο των Αρχαίων Ελλήνων.

Οι δώδεκα θεοί κατοικούν στα φαράγγια, “τις πτυχές του Ολύμπου” όπως τα αποκαλεί ο Όμηρος -όπου βρίσκονται και τα παλάτια τους.

Το Πάνθεον (ο σημερινός Μύτικας) είναι το σημείο συνάντησής τους, θέατρο των θυελλωδών συζητήσεών τους.

Ο Θρόνος του Δία (το σημερινό Στεφάνι) φιλοξενεί αποκλειστικά τον αρχηγό των θεών, τον Δία. Από εκεί εξαπολύει τους κεραυνούς του δείχνοντας έτσι την “Θεϊκήν του μήνιν”. Ο Όλυμπος στην Ιλιάδα ονομάζεται μέγας, μακρύς, αιγλήεις (δηλ. λαμπρός), πολύδενδρος.

Αλλά και αργότερα η Ιστορία στάθηκε πολυτάραχη στον Όλυμπο. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας το βουνό υπήρξε κρησφύγετο και ορμητήριο διασήμων κλεφτών και αρματωλών.

Στα νεώτερα χρόνια, μετά το 1900, έδρασαν εδώ ληστές. Κατά την εισβολή των Γερμανών το 1941 ο ελληνικός στρατός μαζί με μονάδες Νεοζηλανδών και Αυστραλών έδωσαν σημαντικές μάχες.

Αμέσως μετά φώλιασε εδώ η Εθνική Αντίσταση ενώ λίγο αργότερα στο Λιτόχωρο άναψε η σπίθα που οδήγησε στον τραγικό εμφύλιο σπαραγμό.

Κλίμα

Για τη μελέτη του κλίματος του Ολύμπου, στην κορυφή Αγ. Αντώνιος (2.815 μ.), κατασκευάστηκε το 1961 και λειτούργησε για 18 χρόνια ένας μετεωρολογικός σταθμός του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης.

Χαρακτηριστικό του κλίματος είναι το γεγονός ότι δεν μπορεί να περιγραφεί γενικά, αφού έχουν παρατηρηθεί διαφορές έως και 10 βαθμών Κελσίου σε απόσταση 10 μέτρων (γιατί ρόλο στη διαμόρφωση του κλίματος παίζει η εποχή, η ώρα, ακόμα και η θέση του Ήλιου).

Η θερμοκρασία κυμαίνεται το χειμώνα από -10 βαθμούς μέχρι -20 βαθμούς Κελσίου και το καλοκαίρι γενικά από 0 βαθμούς μέχρι 20 βαθμούς Κελσίου, ενώ οι άνεμοι είναι σχεδόν καθημερινό φαινόμενο. Ο πιο θερμός μήνας είναι ο Αύγουστος και ο πιο ψυχρός ο Φεβρουάριος.

Στα χαμηλά υψόμετρα συνήθως το κλίμα είναι μεσογειακό με βροχερούς χειμώνες και ξηρά καλοκαίρια. Στη μέση ορεινή ζώνη ο χειμώνας γίνεται βαρύτερος αφού κάνουν την εμφάνισή τους οι χιονοπτώσεις.

Στις κορυφές του βουνού κυριαρχούν τα χιόνια ενώ την άνοιξη και το καλοκαίρι οι μικρές βροχοπτώσεις αλλά και οι καταιγίδες που συνοδεύονται από κεραυνούς είναι συχνές.

Παρόλα αυτά, οι πηγές νερού πάνω από τα 2.000 μ. είναι σπάνιες και οι επισκέπτες θα πρέπει να μεριμνήσουν ώστε να έχουν πάντα μαζί τους νερό και φυσικά τον απαραίτητο ρουχισμό για κάθε καιρικό ενδεχόμενο.

Χλωρίδα – Πανίδα

Η έρευνα των φυτών του Ολύμπου άρχισε πριν από 175 χρόνια. Το 1836 ο Γάλλος βοτανολόγος Aucher-Elog μελέτησε τα φυτά του Ολύμπου.

Από τότε έχουν παρατηρηθεί περίπου 1.700 είδη και υποείδη, που αντιστοιχούν στο 25% της ελληνικής χλωρίδας.

Από αυτά, τα 187 χαρακτηρίζονται ως σημαντικά, 56 είναι ενδημικά ελληνικά, εκ των οποίων 23 τοπικά ενδημικά και 16 που σπανίζουν στην Ελλάδα.

Η μεγάλη υψομετρική διαφορά από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα 2.918 μ. και η μικρή απόσταση από τη θάλασσα (μόλις 20 χλμ. σε ευθεία γραμμή χωρίζουν το Μύτικα από το Αιγαίο) δημιουργούν χαρακτηριστικούς τύπους βλάστησης με πολλές ιδιαιτερότητες.

Υπάρχουν γενικά τέσσερις διαδοχικές ζώνες βλάστησης χωρίς σαφή όρια μεταξύ τους, με πολλές όμως αλληλοδιεισδύσεις και ανακατατάξεις, που οφείλονται στην ποικιλία του αναγλύφου και του μικροκλίματος.

Στα χαμηλότερα, από υψόμετρο περίπου 300 και μέχρι τα 500 μ. είναι η ζώνη των αειφύλλων σκληροφύλλων (μακκία), με συνηθέστερα είδη την αριά, τη γλιστροκουμαριά, το πουρνάρι, την ήμερη κουμαριά, το φυλίκι, τον κέδρο κ.α.

Από τα 600 έως τα 1.700 μ. εκτείνεται η ζώνη των δασών οξυάς – ελάτης και ορεινών κωνοφόρων, όπου κυρίαρχο είδος βλάστησης είναι η μαύρη πεύκη.

Σποραδικά εμφανίζονται η φτελιά, η αγριοκερασιά, ο ίταμος, η λεπτοκαρυά και η κρανιά.

Τα φαράγγια και οι ρεματιές καλύπτονται από πλατάνια, ιτιές, μαύρο σκλήθρο και παρόχθια βλάστηση.

Μετά τη ζώνη αυτή και από υψόμετρο 1.400 μ. εμφανίζεται η ζώνη των ψυχροβίων κωνοφόρων με τα χαρακτηριστικό και σπάνιο είδος πεύκου, το ρόμπολο, που αντικαθιστά βαθμιαία την μαύρη πεύκη και δημιουργεί αμιγές δάσος σχεδόν μέχρι τα 2.000 μ.

Η περιοχή που αναπτύσσεται το ρόμπολο είναι συνήθως ξηρή και οι πλαγιές πετρώδεις.

Πάνω από το δασικό όριο, πέρα από τα 2.500 μ. και μέχρι τις κορυφές, ένα μωσαϊκό από αλπικά οικοσυστήματα διαδέχεται τη ζώνη του ρόμπολου ανάλογα με το ανάγλυφο, την κλίση και τον προσανατολισμό του εδάφους.

Στα λιβάδια, στους βράχους και στις απότομες πλαγιές ζουν μερικά από τα ωραιότερα αγριολούλουδα και τα περισσότερα ενδημικά φυτά του Ολύμπου.

Η πανίδα του Ολύμπου βρίθει από την παρουσία σημαντικών, σπάνιων και απειλούμενων ειδών.

Μεγάλα θηλαστικά, όπως το ελάφι, έχουν πλέον εξαφανιστεί, όπως επίσης τα λιοντάρια (στην αρχαιότητα) και οι αρκούδες.

Αναλυτικά στο οικοσύστημα του Ολύμπου έχουν καταγραφεί 32 είδη θηλαστικών, στα οποία περιλαμβάνονται το αγριοκάτσικο, το ζαρκάδι, το αγριογούρουνο, η αγριόγατα, το κουνάβι, η αλεπού, ο σκίουρος κ.α.

Επίσης έχουν εντοπιστεί 108 είδη πτηνών (όπως Τσιχλογέρακο, Μαυρόγυπας, Πετροπέρδικα, Χρυσογέρακας, Πετρίτης, Χρυσαετός, Σταυραετός, Τσαλαπετεινός κ.α.) πολλά από τα οποία, ιδιαίτερα τα αρπακτικά, είναι σπάνια και προστατεύονται από διεθνείς συμβάσεις.

Επιπλέον, εδώ συναντάμε πολλά ερπετά, όπως φίδια, χελώνες, σαύρες (22 είδη) και ορισμένα αμφίβια (8 είδη) στα ρέματα και στις εποχιακές λίμνες, καθώς και μια μεγάλη ποικιλία εντόμων, κυρίως πεταλούδες, για τις οποίες φημίζεται ο Όλυμπος.

Πεζοπορική διαδρομή (Γκορτσιά-Πετρόστρουγκα-Οροπέδιο Μουσών)

Μια από τις πιο δημοφιλείς διαδρομές που οδηγούν στις ψηλές κορυφές του Ολύμπου είναι εκείνη που ξεκινά από τη θέση Γκορτσιά ή Διασταύρωση, η οποία απέχει 14 χλμ. από το Λιτόχωρο, στο δρόμο για τα Πριόνια.

Είναι ο γνωστός μουλαρόδρομος που ακολουθούν οι αγωγιάτες που με τα μουλάρια τους τροφοδοτούν με εφόδια τα καταφύγια του Οροπεδίου των Μουσών.

Στο 14ο χλμ. της διαδρομής Λιτόχωρο-Πριόνια, στα δεξιά μας, ανηφορίζει ένας στενός δρόμος που καταλήγει σε χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων.

Ακολουθούμε το καλά σηματοδοτημένο μονοπάτι, με ΒΔ κατεύθυνση και κινούμαστε μέσα σε όμορφο δάσος οξυάς και ελάτων.

Πριν από την αναχώρηση είναι απαραίτητος ο εφοδιασμός με αρκετό νερό γιατί στο μονοπάτι δεν υπάρχει καμία βρύση με διαρκή ροή.

Βρύσες υπάρχουν σε δύο σημεία, στο “Στράγγο” και στο δάσος με τις οξυές, στα οποία όμως για να φθάσουμε πρέπει να παρεκκλίνουμε από το κύριο μονοπάτι για 10′-15′.

Μετά από πεζοπορία 2 ωρών φτάνουμε στο πρώτο χαρακτηριστικό σημείο της διαδρομής, ένα πλάτωμα που ονομάζεται “Μπάρμπα” στα 1.450 μ. υψόμετρο.

Το μονοπάτι αρχίζει να ακολουθεί Δυτική πορεία και η ανηφόρα γίνεται πιο έντονη και κουραστική.

Στη συνέχεια και για αρκετή ώρα διασχίζουμε ένα δάσος οξυάς και, αφού ανηφορίσουμε αρκετά σε μία ράχη, καταλήγουμε σε μία τσιμεντένια δεξαμενή νερού.

Δεύτερο χαρακτηριστικό σημείο της διαδρομής είναι η θέση “Κόκα”, ένα μικρό μπαλκόνι απ’ όπου έχουμε εκπληκτική θέα του φαραγγιού του Ενιπέα.

Μετά από λίγο φθάνουμε σε διακλάδωση του μονοπατιού αριστερά που σε 10′ οδηγεί στη σπηλιά όπου έζησε για χρόνια ο μεγάλος ζωγράφος του Ολύμπου Βασίλης Ιθακήσιος.

Λίγο πιο πάνω συναντάμε τη θέση “Στράγγο” (1.910 μ.). Επόμενο χαρακτηριστικό σημείο η θέση “Πετρόστρουγκα” (1.950 μ.), όπου συναντάμε στάνες όπως καταδεικνύει και το όνομά της, καθώς και εντυπωσιακά υπεραιωνόβια ρόμπολα.

Στη θέση αυτή βρίσκεται και το ομώνυμο καταφύγιο, το οποίο διαχείρίζεται η Ελληνική Ομάδα Διάσωσης (Ε.Ο.Δ.).

Το καταφύγιο έχει δυνατότητα φιλοξενίας μέχρι και 72 ατόμων, ενώ έχει ανακαινισθεί με εθελοντική εργασία των μελών της Ε.Ο.Δ.

Συνεχίζουμε την πορεία μας στο μονοπάτι, ανάμεσα από τα ρόμπολα και τους πυκνούς θάμνους. Σιγά-σιγά η βλάστηση αραιώνει και μπαίνουμε στην αλπική ζώνη του Ολύμπου.

Έχουμε φτάσει πλέον στην κορυφή Σκούρτα με υψόμετρο 2.476 μ. Από εδώ η θέα είναι καταπληκτική προς όλες τις κατευθύνσεις και οι ψηλές κορυφές του Ολύμπου ορθώνονται επιβλητικές και μεγαλειώδεις.

Διασχίζουμε το χαρακτηριστικό πέρασμα “Λαιμός”, ένα από τα πιο επικίνδυνα κομμάτια της διαδρομής (ιδιαίτερα το χειμώνα).

Πρόκειται στην ουσία για μια στενή λωρίδα που ενώνει τη Σκούρτα με το Οροπέδιο των Μουσών, ενώ αριστερά και δεξιά της απλώνονται βαθιές χαράδρες.

Έχοντας χάσει λίγο ύψος αρχίζουμε να ανηφορίζουμε φθάνοντας στα “Καγκέλια”.

Ανεβαίνουμε το πετρώδες μονοπάτι που μετά από 20′ μας φέρνει στο ‘Πέρασμα του Γιόσου”, τη φυσική πύλη για το Οροπέδιο των Μουσών.

Ένα ακόμη επικίνδυνο σημείο, ιδιαίτερα τους χειμερινούς μήνες.

Τους καλοκαιρινούς μήνες υπάρχει στενό μονοπάτι δεξιά που παρακάμπτει το Πέρασμα. Όταν έχει χιόνια η πρόσβαση από εκεί είναι άκρως απαγορευτική.

Στο Πέρασμα έχει τοποθετηθεί μόνιμο συρμάτινο σχοινί, προκειμένου να βοηθούνται οι ορειβάτες κατά την ανάβαση.

Φτάνοντας στο Οροπέδιο των Μουσών η διαδρομή γίνεται πιο ομαλή, σε ένα όμορφο αλπικό λιβάδι.

Εδώ θα συναντήσουμε δύο μονοπάτια. Το αριστερό θα μας φέρει, μετά από 30′ στο καταφύγιο “Χρήστος Κάκκαλος” (2.648 μ.), ενώ το δεξιό στο καταφύγιο “Γιόσος Αποστολίδης” (2.697 μ.).

Με αφετηρία τα δύο αυτά καταφύγια μπορούμε να πραγματοποιήσουμε σύντομες αναβάσεις στις κορυφές Τούμπα (2.801 μ.) και Προφ. Ηλίας (2.803 μ.).

Αναβάσεις μπορούμε επίσης να κάνουμε και προς τις ψηλές κορυφές του Ολύμπου ακολουθώντας το μονοπάτι στη βάση του Στεφανιού που οδηγεί προς τα “Ζωνάρια”.

Γι’ αυτά όμως θα μιλήσουμε στο δεύτερο μέρος του αφιερώματος στον Όλυμπο.

Χάρτης της διαδρομής

Συνεχίζεται…

Πηγές
olympusfd.gr
olympus-climbing.gr
dion-olympos.gr
elassona.com.gr
mountolympus.gr
routes.gr

Ίσως σας ενδιαφέρουν…