Ανάβαση στα Μαύρα Λιθάρια του Ανατολικού Παρνασσού
Υπάρχουν ακόμα κάποια κομμάτια της παρνασσικής γης που αντιστέκονται στην επέλαση της τουριστικής ανάπτυξης και διατηρούνται ανέγγιχτα από την αισθητική παραμόρφωση της εμπορευματοποίησης και του εκσυγχρονισμού.
Ο Ανατολικός Παρνασσός είναι ένα από αυτά και απέχει μόλις δύο ώρες με το αυτοκίνητο από το κέντρο της Αθήνας.
Η πρώτη μου επίσκεψη στην περιοχή έγινε πριν από δυόμιση χρόνια περίπου, όταν γνώρισα από κοντά τη μαγεία της χαράδρας της Βελίτσας.
Επόμενος προορισμός τα Μαύρα Λιθάρια. Η κορυφή Μαύρα Λιθάρια (2.327 μ.) είναι η κατάληξη μιας ενδιαφέρουσας κορυφογραμμής, η οποία ξεκινά ανάμεσα από τα χωριά Αγ. Μαρίνα και Δαύλεια και φτάνει μέχρι τις θέσεις “Μπαϊτανόραχη” και “Σιδερόπορτα”, το χαρακτηριστικό πέρασμα για όσους ανεβαίνουν από το Ζεμενό προς τον Τσάρκο (2.416 μ.) και τις υπόλοιπες ψηλές κορυφές του βουνού.
Αναζητώντας, λοιπόν, ως ωραίοι “τρελοί” την αυθεντικότητα του θρυλικού Απολλώνειου βουνού φτάσαμε στη Δαύλεια.
Η Δαύλεια είναι χωριό του νομού Βοιωτίας. Είναι χτισμένη σε υψόμετρο 340 μ., 15 χλμ. βορειοδυτικά της Λιβαδειάς. Ο πληθυσμός της (με βάση την απογραφή του 2001) είναι 1.764 κάτοικοι.
Βρίσκεται στην ίδια περιοχή που ήταν χτισμένη η αρχαία Φωκική πόλη Δαυλίς. Σώζονται σε καλή κατάσταση η οχύρωση της αρχαίας πόλης και κάποια ακόμα κτίσματα.
Κοντά στη Δαύλεια τοποθετεί η παράδοση το σημείο όπου ο Οιδίποδας , καθ’ οδόν προς τους Δελφούς, σκότωσε τον πατέρα του Λάιο.
Δραματική σελίδα στην ιστορία της Δαύλειας αποτελεί το κάψιμο του χωριού από στρατιωτικό σώμα Ιταλών στις 5 Μαΐου 1943.
Από τη Δαύλεια ανηφορίζουμε σε έναν στενό ασφαλτόδρομο που μετά από 5 χλμ. καταλήγει στο μοναστήρι της Κοίμησης της Θεοτόκου Ιερουσαλήμ.
Από εδώ ξεκινάει το μονοπάτι για την ανάβαση στην κορυφή των Μαύρων Λιθαριών, το οποίο αποτελεί τμήμα του εθνικού μονοπατιού 22, που ενώνει την Πάρνηθα με τον Παρνασσό.
Το ιστορικό μοναστήρι της Κοίμησης της Θεοτόκου Ιερουσαλήμ αποτέλεσε και αποτελεί αξιόλογο ιστορικό και θρησκευτικό κέντρο από την εποχή της Τουρκοκρατίας.
Δεσπόζει στη δασωμένη ανατολική πλευρά του βουνού του Απόλλωνα, χτισμένο σε υψόμετρο 900 μέτρων.
Η μονή είναι προστατευμένη από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα σε μία διάταξη που θυμίζει μεσαιωνική οχύρωση, καθώς το εσωτερικό των τειχών αποτελούν τα κελιά των μοναχών.
Στο κέντρο του τετραγώνου που διαμορφώνεται εσωτερικά βρίσκεται το καθολικό της μονής.
Ιδρύθηκε πιθανότατα το 1088, στα χρόνια του βυζαντινού αυτοκράτορα Αλέξιου Α’, αν και ορισμένοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι υπήρχε πριν από το 1000 μ.Χ.
Οι εικόνες και οι τοιχογραφίες του είναι έργα του 17ου αιώνα, βυζαντινής τεχνοτροπίας, χρονολογία ανοικοδόμησης και της εκκλησίας του μοναστηριού.
Ξεχωριστό κεφάλαιο στις σελίδες της ιστορίας της μονής αποτελεί η δραστηριότητά της κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας.
Την εποχή εκείνη οι μοναχοί της έδειξαν τρομερή ανδρειοσύνη, καθώς νοσήλευαν αρρώστους και τραυματίες, συντηρούσαν οικογένειες αγωνιστών, ανεφοδίαζαν τους κλέφτες και κρατούσαν ζωντανή την ελληνική γλώσσα και παράδοση.
Για το λόγο αυτό πολλές φορές πολιορκήθηκε, κατακτήθηκε και καταστράφηκε από τους Τούρκους.
Ξαναχτίστηκε όμως, και σήμερα μετά από τους σεισμούς του 1981, αναστηλωμένο βρίσκεται ορθό και πάλι στις ελατοσκέπαστες πλαγιές του Παρνασσού.
Λίγο πάνω από το μοναστήρι εντοπίζουμε στα πρώτα δέντρα του δάσους τα σημάδια του μονοπατιού 22.
Στα αριστερά μας υπάρχει μαι στάνη ενώ δεξιά υπάρχει βρύση.
Κινούμαστε σε εμφανές μονοπάτι, ανεβαίνοντας την αριστερή όχθη μια ρεματιάς, μέσα σε ένα υπέροχο πυκνό ελατοδάσος, ακολουθώντας τα κόκκινα σημάδια στα δέντρα, τα σιδερένια κολωνάκια και τα κόκκινα σημάδια σε άσπρο φόντο πάνω στις πέτρες.
Μετά από 1 ώρα πορείας, έχοντας διανύσει 2,1 χλμ. και βρισκόμενοι στα 1.230 μ. υψόμετρο, φτάνουμε σε διασταύρωση μονοπατιών.
Αριστερά πάει προς τα Κανάλια και τη θέση “Λακκώματα” (όπως είδα στο GPS) και δεξιά πάει προς Ακρινό Νερό και Μαύρα Λιθάρια.
100 μ. μετά τη διασταύρωση βγαίνουμε σε ένα άνοιγμα, έχοντας για πρώτη φορά οπτική επαφή με την κορυφογραμμή των Μαύρων Λιθαριών.
Ομολογώ ότι στη θέα της κορυφογραμμής, έτσι όπως περήφανα ξεδιπλώθηκε μπρος τα μάτια μου, εντυπωσιάστηκα.
Σιγά-σιγά πέφτουμε στη βάση της ρεματιάς και αρχίζουμε να ανηφορίζουμε ακολουθώντας τα σημάδια στα βράχια και τα σιδερένια κολωνάκια.
Έχουμε διανύσει 3,05 χλμ. και βρισκόμαστε στα 1.430 μ. υψόμετρο. Εδώ το μονοπάτι στρίβει δεξιά τραβερσάροντας τη ρεματιά.
Μετά από 2 ώρες πορείας, στα 3,25 χλμ. και βρισκόμενοι στα 1.460 μ. υψόμετρο, έχουμε πλέον βγει σε αλπικό κομμάτι, έξω από τη ζώνη του ελατοδάσους και ανηφορίζουμε προς το Ακρινό Νερό, ακολουθώντας τα σιδερένια κολωνάκια.
Μετά από 4,1 χλμ. πορείας φτάνουμε σε υψόμετρο 1.750 μ., κάτω από την κορυφή των Μαύρων Λιθαριών.
Είμαστε μια ανάσα πριν τα “Διστομίτικα Καλύβια” και το Ακρινό Νερό.
Από εδώ ξεκινάμε μια direct ανάβαση στην κορυφή. Μας χωρίζουν περίπου 600 μ. υψομετρικής διαφοράς.
Θα χρειαστούμε γύρω στις δυο ώρες επίπονης ανάβασης για να πατήσουμε κορυφή.
Η συγκίνηση ξεχειλίζει στη θέα των χιονισμένων ψηλών κορυφών του Παρνασσού στα δυτικά, ενώ στα ανατολικά δεσπόζει ο κάμπος του Βοιωτικού Κηφισού.
Προς το νότο ατενίζουμε την Αράχωβα, την Κίρφη και τον Κορινθιακό κόλπο. Μαγεία!!! Επιστροφή από τα ίδια.
Θα χρειαστούν γύρω στις 8 ώρες για να καλυφθούν τα 11 χλμ. πορείας (μαζί με την επιστροφή) καθώς και τα 1400 μ. υψομετρικής διαφοράς ανάβασης και κατάβασης.
Συνιστώ τη διαδρομή όταν έχει χιόνι, γιατί χωρίς χιόνι η κατάβαση από την κορυφή στα “Διστομίτικα Καλύβια” είναι μια σκληρή δοκιμασία για τα πόδια του ορειβάτη.