Οι 6 μεγαλύτερες διαμάχες στην ορειβατική ιστορία
Η ορειβασία ή πιο συγκεκριμένα, η ορειβασία μεγάλου υψομέτρου έχει μακρά ιστορία από διαμάχες και ανταγωνισμούς.
Οι βράχινοι γίγαντες της γης έχουν γίνει πεδίο αντιπαράθεσης και η αρένα, όπου οι θρύλοι του ιμαλαϊσμού μάχονται για μια αμφιλεγόμενη πρωτιά, με μας τους κοινούς θνητούς, θεατές που διψούν για αίμα και ίντριγκα.
Όλα ξεκίνησαν όταν ο πρώτος πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής (ΔΟΕ), ο Βαρώνος Pierre de Coubertin έδωσε το χρυσό μετάλλιο της ορειβασίας στην Βρετανική Αποστολή του 1922 στο Everest, εξαίροντας “τον απόλυτο ηρωισμό των μελών της αποστολής, εκ μέρους όλων των λαών του κόσμου”.
Αν και δεν απονέμονται πλέον ολυμπιακά μετάλλια, ο αγώνας για την πρωτιά και το ρεκόρ μεταξύ των ελίτ ορειβατών συνεχίζεται αμείωτος.
Κοιτώντας τους από χαμηλά, στεναχωριόμαστε όταν συμβεί ένα τραγικό γεγονός, πανηγυρίζουμε όταν κατακτούν μια νέα, απρόσιτη κορυφή και απολαμβάνουμε το θέαμα όταν εκτυλίσσεται μια νέα κούρσα αντιπαλότητας. Ας θυμηθούμε μερικές από αυτές.
Οι Γιώργηδες στο Everest
Τα ρεκόρ υψομέτρου
Όταν ξεκίνησε η Βρετανική “επίθεση” στο Everest την δεκαετία του 1920, οι George Finch και George Mallory ήταν στην κορυφή της λίστας των σπουδαιότερων ορειβατών της Royal Geographical Society.
Ο Mallory ήταν γνωστός ως ένας δεινός αναρριχητής βράχου, αλλά ο Finch γενικά θεωρούνταν ως ο καλύτερος αναρριχητής σε παγωμένες πλαγιές.
Ωστόσο, ο Finch δεν συμπεριλήφθηκε ανεξήγητα στην αναγνωριστική αποστολή του 1921, εξαιτίας κάποιων σκιωδών αναφορών από γιατρούς που έκαναν λόγο ότι “δεν μπορούσε να συμμετάσχει για ιατρικούς λόγους”.
Δεν βρήκαν, όμως, καμία αφορμή για να μη τον συμπεριλάβουν την επόμενη χρονιά και ο Finch ακολούθησε τον Mallory και τον Edward Norton στη δεύτερη απόπειρα.
Ο Finch ήταν θερμός υποστηρικτής της θεωρίας ότι η προσέγγιση της κορυφής του Everest μπορεί να γίνει μόνο με τη χρήση συμπληρωματικού οξυγόνου, μια ρεαλιστική προσέγγιση που τα υπόλοιπα μέλη της αποστολής θεωρούσαν ότι είναι αθέμιτη και εκτός των αρχών της ορειβασίας.
Ο Norton, ο δυνητικός σχοινοσύντροφος του Finch, τον απέρριψε και ενώθηκε με την ομάδα του Mallory.
Ο Finch δεν υποχώρησε και παρουσίασε το νέο σχοινοσύντροφό του, τον Geoffrey Bruce, έναν αξιωματικό μεταφορών της αποστολής, με μηδενική ορειβατική εμπειρία, μαζί με ένα Νεπαλέζο στρατιωτικό συνοδό, ονόματι Tejbir, ο οποίος επίσης δεν είχε καμία επαφή με την ορειβασία.
Εν τω μεταξύ, ο Mallory, ο Norton και η ομάδα τους σκαρφάλωσαν μέχρι το υψόμετρο-ρεκόρ των 8.200 μέτρων. Αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν λόγω της εξάντλησης.
Ο Finch και η ομάδα τους έκαναν την δική τους προσπάθεια, χρησιμοποιώντας φιάλες οξυγόνου. Μια ξαφνική καταιγίδα τους υποχρέωσε να διανυκτερεύσουν στα 7.770 μέτρα χωρίς φαγητό, αλλά το οξυγόνο τους κράτησε ζεστούς.
Την επόμενη ημέρα, ο Tejbir κατέρρευσε και κατέβηκε εξαντλημένος, ενώ ο Finch και ο Bruce κατάφεραν ν’ ανέβουν σε ένα νέο ρεκόρ υψομέτρου, των 8.360 μέτρων.
Ο Finch ήταν σίγουρος ότι θα μπορούσε να είχε ανέβει στην κορυφή εκείνη την ημέρα, αν οι καιρικές συνθήκες ήταν ευνοϊκότερες.
Όταν ο Mallory τους είδε να επιστρέφουν αλώβητοι, πήρε φιάλες οξυγόνου και οδήγησε με ενθουσιασμό μια τρίτη ομάδα προς την κορυφή.
Η προσπάθεια αυτή έληξε τραγικά, όταν στο North Col μια χιονοστιβάδα παρέσυρε επτά Θιβετιανούς αχθοφόρους.
Η αναφορά που συντάχθηκε έδειξε ότι η ασυναγώνιστη τεχνογνωσία του Finch στο χιόνι και τον πάγο, θα μπορούσε, αν ήταν παρών, να είχε οδηγήσει τα μέλη της ομάδας μακριά από τις επικίνδυνες συνθήκες.
Όμως, ο Finch δεν προσκλήθηκε στην επόμενη αποστολή του 1924, με επικεφαλής τον Norton, ο οποίος αρνήθηκε να τον έχει στην ομάδα του.
Ο Finch ήταν Αυστραλός και οι Άγγλοι ήθελαν ο πρώτος που θα σκαρφάλωνε στο Everest να είναι ένα από τα δικά τους παιδιά.
Ο Mallory είχε εμπιστοσύνη στον Finch και αρχικά αρνήθηκε να συμμετάσχει χωρίς αυτόν, αλλά η επιτροπή έκανε έκκληση στην εθνική του υπερηφάνεια και τον έπεισε να συμμετάσχει.
Αν ο Finch είχε ακολουθήσει εκείνη την αποστολή του 1924, κάποιοι υποθέτουν ότι το Everest θα είχε κατακτηθεί 30 χρόνια νωρίτερα και ο Mallory με τον Irvine δεν θα χάνονταν για πάντα στις παγωμένες πλαγιές του.
Η βόρεια όψη του Grand Teton
Ο Paul Petzoldt κλέβει την πρώτη ανάβαση του Fritz Wiessner
Στις 10 Αυγούστου 1936 ένας Γερμανός ορειβάτης, ο Fritz Wiessner, ήταν έτοιμος να ολοκληρώσει την ανάβαση της απόρθητης βόρειας όψης του Grand Teton (4.199 μ.) στο Wyoming των Η.Π.Α.
Δύο εβδομάδες νωρίτερα, είχε καταφέρει να ολοκληρώσει την πρώτη επιτυχημένη ανάβαση του Mount Waddington (4.019 μ.) στον Καναδά, ένα βουνό που θεωρούνταν απόρθητο και είχε σκοπό να μεγαλώσει την φήμη του ακόμη περισσότερο.
Ο Wiessner ζήτησε από τον οδηγό βουνού της περιοχής του Teton, τον Paul Petzoldt, να του δώσει πληροφορίες για την διαδρομή και στη συνέχεια μπήκε στο αντίσκηνό του για να ξεκουραστεί και να είναι έτοιμος για την ανάβαση το επόμενο πρωί.
Ο Petzoldt συνειδητοποίησε τι είχε σκοπό να κάνει ο Wiessner και έσπευσε να ξυπνήσει τον αδελφό του Eldon και τον σχοινοσύντροφό του Jack Durrance, ώστε να ξεκινήσουν μια ανάβαση τη νύχτα και να νικήσουν τον Wiessner στην κούρσα για την κατάκτηση της κορυφής.
Μια ώρα αργότερα, πέρασαν περπατώντας στις μύτες δίπλα από τη σκηνή του Wiessner, ξεκίνησαν το σκαρφάλωμα μέσα στη νύχτα και μέχρι το μεσημέρι είχαν καταφέρει ν’ ανέβουν στην κορυφή, κλέβοντας όλη τη δόξα από τον Wiessner, ο οποίος την επόμενη μέρα ανέβηκε κι αυτός στην κορυφή, αλλά ήταν πλέον δεύτερος.
Προσβεβλημένος και θυμωμένος από την αδικία σε βάρος του, ο Fritz Wiessner άσκησε έντονη πίεση κατά της συμμετοχής του Petzoldt στο American Alpine Club.
Το 1939, όταν ο Fritz οδήγησε την Αμερικανική Αποστολή στο K2 για να επιχειρήσει την πρώτη ανάβαση, αρνήθηκε να επιτρέψει στον πεπειραμένο Petzoldt να συμμετάσχει στο αδύναμο ρόστερ της ομάδας, που αδιαμφισβήτητα οδήγησε στο θάνατο του Αμερικανού Dudley Wolfe, τον πρώτο θάνατο ορειβάτη στο K2.
Πρώτη ανάβαση στο Κ2
Τα πισώπλατα μαχαιρώματα στην Ιταλική Αποστολή
Στη δεκαετία του 1950, μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η ορειβασία έγινε πεδίο εθνικιστικών αντιπαραθέσεων.
Οι Ιταλοί, με την λαβωμένη υπερηφάνεια του ηττημένου του πολέμου, επιζητούσαν αναζωπύρωση του μεγαλείου τους, κυνηγώντας την πρώτη ανάβαση στο Κ2 και επέλεξαν τον επικεφαλής των αποστολών τους: τον καθηγητή Ardito Desio, διάσημος ορειβάτης και γεωλόγος που είχε πολεμήσει στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο 24χρονος Walter Bonatti ήταν το νεότερο μέλος της Αποστολής και ίσως ο καλύτερος αναρριχητής της. Όμως, ο Desio λειτουργώντας ευνοιοκρατικά, επέλεξε τον Achille Compagnoni να επιχειρήσει την κορυφή.
Ο Bonatti υποβιβάστηκε στην ομάδα υποστήριξης, με την επικίνδυνη δουλειά να μεταφέρει φιάλες οξυγόνου στον Compagnoni και τον Lino Lacedelli στο Camp IX, που είχε στηθεί στα 7.900 μ. υψόμετρο.
Όμως, ο Compagnoni είχε μετακινήσει ανεξήγητα το Camp IX 180 μέτρα ψηλότερα, κι όταν ανέβηκε ο Bonatti, μαζί με τον Πακιστανό ορειβάτη Amir Mehdi, δεν μπορούσαν να βρουν την σκηνή τους μέσα στο σκοτάδι που έπεφτε βαριά.
Αργότερα, ο Bonatti είπε ότι τους φώναξε μήπως και τον ακούσουν. Κάποια στιγμή, ο Compagnoni άναψε ένα φως και τους φώναξε μέσα από το βαθύ σκοτάδι ν’ αφήσουν τις φιάλες και να κατέβουν αμέσως, και στη συνέχεια εξαφανίστηκε.
Ο Bonatti και ο Mehdi δεν είχαν φακούς κεφαλής για την κατάβαση και αναγκάστηκαν να κάνουν ένα αναγκαστικό μπιβουάκ στα 7.900 μέτρα.
Ο Compagnoni υποστήριξε ότι δεν άκουσε τις φωνές των Bonatti και Mehdi λόγω των δυνατών ανέμων.
Όμως ο Bonatti πίστευε ότι οι Compagnoni και Lacedelli κρύφτηκαν πίσω από βράχια 180 μέτρα ψηλότερα από την προεπιλεγμένη τοποθεσία του Camp IX για να μην μοιραστούν μαζί τους τη σκηνή και τη δόξα της κορυφής. “Υποτίθεται ότι θα έπρεπε να είχα πεθάνει”, είπε ο Bonatti.
Οι Compagnoni και Lacedelli έκαναν την κορυφή την επόμενη μέρα, αλλά ξέμειναν από οξυγόνο, ενώ ήταν ακόμη πάνω στην κορυφή.
Ο δημοσιογράφος Nino Giglio ισχυρίστηκε αργότερα ότι ο Bonatti προσπάθησε να κλέψει την κορυφή από αυτούς, απορροφώντας το οξυγόνο από τους κυλίνδρους.
Ο Compagnoni φρόντισε να τροφοδοτήσει με διάφορες ανακρίβειες αυτόν τον ισχυρισμό, αλλά 50 χρόνια αργότερα, ο Lacedelli είπε στον συγγραφέα David Roberts ότι ο Bonatti δεν είχε τις μάσκες και τους ρυθμιστές οξυγόνου και δεν θα μπορούσε να τους έχει σαμποτάρει.
Ξέμειναν επειδή δεν ήξεραν πώς να ρυθμίζουν τους κυλίνδρους και χρησιμοποίησαν το οξυγόνο πολύ γρήγορα.
Έκτοτε, ο Bonatti δεν συμμετείχε σε άλλες αποστολές, εμπιστευόμενος μόνο τον εαυτό του, κάνοντας παράτολμες μοναχικές αναρριχήσεις, οι οποίες τον έκαναν διάσημο στην ορειβατική κοινότητα.
Cerro Torre
Ο Cesare Maestri και η διαδρομή Compressor
Κάποτε οι ορειβάτες θεωρούσαν το επιβλητικό Cerro Torre των 3.128 μέτρων ως το πιο σκληρό βουνό του κόσμου.
Για δεκαετίες οι λείοι γρανιτένιοι πύργοι του ήταν απόρθητοι για τους ορειβάτες και τους αναρριχητές, μέχρι που το 1974 ο Ιταλός Casimiro Ferrari και άλλοι τρεις κατάφεραν να σκαρφαλώσουν επίσημα στην κορυφή του.
Ένας άλλος Ιταλός, ο Cesare Maestri, είχε προσπαθήσει τα προηγούμενα χρόνια να εξαπατήσει την ορειβατική κοινότητα, διεκδικώντας την πρώτη ανάβαση του βουνού, αλλάζοντας ουσιαστικά την μορφή της αναρρίχησης στο βουνό αυτό.
Ο Maestri ισχυρίστηκε αρχικά ότι ανέβηκε με τον Αυστριακό Toni Egger και τον Ιταλό Cesarino Fava το 1959, αλλά επέστρεψε χωρίς ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία – μια χιονοστιβάδα είχε παρασύρει τον Egger, μαζί με την φωτογραφική του μηχανή.
Άλλες ομάδες που επιχείρησαν αργότερα στο βουνό δήλωσαν ότι ο Maestri έλεγε ψέματα, μιας και δεν βρήκαν αναρριχητικό υλικό πάνω στη διαδρομή.
Το 2004, την 30η επέτειο της πρώτης ανάβασης, ο αναρριχητής Rolando Garibotti δημοσίευσε ένα ερευνητικό δοκίμιο με τίτλο “A Mountain Unveiled”, στο οποίο έγραψε όλα εκείνα τα στοιχεία που κατέρριπταν παταγωδώς τους ισχυρισμούς του Maestri.
Αλλά εκείνη την εποχή, ο Maestri δεν ήταν ικανοποιημένος από το να διατηρήσει απλώς τον μύθο του. Έντεκα χρόνια αργότερα, το 1970, έκανε μια απρόκλητη επίθεση ενάντια στην αξιοπρέπεια του Cerro Torre, σε μια νέα απόπειρα για την κατάκτηση της κορυφής.
Αυτή τη φορά, κουβάλησε στο βουνό ένα κομπρεσέρ αέρος που λειτουργούσε με γκάζι, βάρους 90 κιλών, και τοποθέτησε 400 μόνιμες ασφάλειες στην Southeast Ridge, φτάνοντας μόλις 46 μέτρα κάτω από την κορυφή.
Οι ασφάλειες και το κομπρεσέρ που άφησε πίσω του προκάλεσαν μεγάλη συζήτηση μεταξύ των ορειβατών, πολλοί από τους οποίους ήταν εξοργισμένοι από την καταφανή έλλειψη σεβασμού για την πλέον κακοποιημένη κορυφή.
Άλλοι πάλι το θεώρησαν ως τη διάνοιξη μιας κλασικής διαδρομής, η οποία πήρε την ονομασία Compressor, που έδωσε σε περισσότερους ορειβάτες μια ευκαιρία για την κορυφή.
Ο Reinhold Messner αντέδρασε γράφοντας ένα παθιασμένο άρθρο που απευθύνεται στον Maestri με τίτλο “The Murder of the Impossible”, στο οποίο τον κατηγορεί για “ρύπανση της καθαρής (αγνής) ορειβασίας”.
Ακολούθησαν δεκαετίες συζητήσεων. Τον Ιανουάριο του 2012, οι ορειβάτες Hayden Kennedy και Jason Kruk έβγαλαν 120 ασφάλειες από τη διαδρομή Compressor και η πράξη τους αυτή ήταν ίσως η πιο αποτελεσματική καταδίκη της τακτικής του Maestri.
Reinhold Messner και Jerzy Kukuczka
Η κούρσα για το Στέμμα των Ιμαλαΐων
Το 1983, έχοντας κατακτήσει εννέα κορυφές άνω των 8.000 μέτρων με τις πρόσφατες αναβάσεις των Kangchenjunga και Gasherbrum II, ο θρυλικός Reinhold Messner δήλωσε την πρόθεσή του να κατακτήσει και τις 14 κορυφές άνω των 8.000 μέτρων.
Ο Πολωνός Jerzy “Jurek” Kukuczka αποδέχθηκε τη σιωπηρή πρόκληση. Είχε ήδη ανέβει τρεις κορυφές, συμπεριλαμβανομένου του Everest και μιας σόλο ανάβασης στο Makalu, και απάντησε με άλλες τρεις κορυφές συν ένα εντυπωσιακό διπλό χατ-τρικ το 1985 και το 1986, ανεβάζοντας τον αριθμό των οκτάρων κορυφών του σε 12.
Όμως, ο Messner δεν έμεινε απαθής. To 1984 πραγματοποίησε την πρώτη (και μοναδική μέχρι σήμερα) Τραβέρσα του Gasherbrum, όπου ανέβηκε στο Gasherbrum I (στο Ι είχε ανέβει και το 1975) και Gasherbrum II χωρίς να επιστρέψει στην κατασκήνωση βάσης, ενώ το 1985 ανέβηκε στην Annapurna και το Dhaulagiri, φτάνοντας κι αυτός τις 12 κορυφές, αλλά ένα χρόνο νωρίτερα από τον Kukuczka.
Το 1986, όταν ο Kukuczka βρισκόταν κάτω από το Manaslu πληροφορήθηκε ότι ο Messner ολοκλήρωσε επιτυχώς την ανάβαση στις 14 οκτάρες, κατακτώντας το Makalu και το Lhotse.
Ο Kukuczka έστειλε συγχαρητήριο μήνυμα στον Messner για το κατόρθωμά του και την επόμενη χρονιά αναρριχήθηκε στην Annapurna και στο Shishapangma, ολοκληρώνοντας κι αυτός τον ορειβατικό αυτό άθλο.
Ήταν ο δεύτερος που ολοκλήρωσε το Στέμμα των Ιμαλαΐων, αλλά το είχε κάνει σε 8 χρόνια (ενώ ο Messner σε 16), χρησιμοποιώντας χειροποίητο εξοπλισμό και μεταχειρισμένα ρούχα.
Εννέα από τις αναβάσεις του Kukuczka ήταν σε νέες διαδρομές και τέσσερις το χειμώνα. Ο Messner, εν τω μεταξύ, έκανε μερικές σόλο αναβάσεις, συμπεριλαμβανομένης μίας μοναχικής στο Everest, χωρίς οξυγόνο (όπως πάντα), ενώ στο βουνό αυτό ήταν και η μοναδική φορά που ο Kukuczka το χρησιμοποίησε.
Τα επιτεύγματα και των δύο, κατά τη διάρκεια της κούρσας για το Στέμμα των Ιμαλαΐων, τους κατέταξαν μεταξύ των μεγαλύτερων μορφών της ορειβατικής ιστορίας (για μένα στις μεγαλύτερες), ενώ αργότερα, στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Κάλγκαρι το 1988, τους απονεμήθηκαν αργυρά μετάλλια, το τελευταίο Ολυμπιακό “νεύμα” στον Αλπινισμό.
Edurne Pasaban, Gerlinde Kaltenbrunner και Oh Eun-Sun
Η μάχη για την Βασίλισσα των 8.000 μέτρων
Στις 12 Ιουλίου 2007 η Βάσκα Edurne Pasaban κατέκτησε το Broad Peak μαζί με την Αυστριακή Gerlinde Kaltenbrunner.
Την 1η Μαΐου 2008, η Pasaban κατέκτησε την κορυφή Dhaulagiri την ίδια μέρα με την Kaltenbrunner, γεγονός που ανέδειξε μια άτυπη κούρσα μεταξύ τους για το ποια θα γινόταν η πρώτη γυναίκα που θα κατακτούσε και τις 14 οκτάρες.
Ωστόσο, στις 18 Μαΐου 2009, η Pasaban σκαρφάλωσε στο Kangchenjunga και πήρε το προβάδισμα από την Kaltenbrunner, ως η πρώτη γυναίκα που σκαρφάλωσε δώδεκα οκτάρες. Η Kaltenbrunner δύο μέρες αργότερα ισοφάρισε σκαρφαλώνοντας το Lhotse.
Η Pasaban, στις 17 Απριλίου 2010, πρόσθεσε την Annapurna στο ρεκόρ της και προχώρησε αμέσως στην κατάκτηση του Shishapangma, ολοκληρώνοντας τον στόχο της στις 17 Μαΐου.
Στις 27 Απριλίου 2010, ανακοινώθηκε ότι η Pasaban πιθανώς έχασε στην κούρσα της κατάκτησης των 14 “οκτάρων” κορυφών από την Κορεάτισσα ορειβάτισσα Oh Eun-sun.
Ωστόσο, η Pasaban και άλλοι ειδικοί αμφισβήτησαν την προσπάθεια της Oh Eun-sun στο Kangchenjunga.
Μετά από συζήτηση της Elizabeth Hawley, Αμερικανίδας δημοσιογράφου και χρονικογράφου των ορειβατικών αποστολών στα Ιμαλάια και της Pasaban, η Hawley ανακοίνωσε ότι η συγκεκριμένη κορυφή σημειώθηκε ως “αμφισβητούμενη” στις μελλοντικές εκδόσεις της Ιμαλαΐκής Βάσης Δεδομένων (The Himalayan Database).
Με τη σειρά της η Oh Eun-sun στις 3 Μαΐου, μετά από μακρά συνομιλία με την Hawley στην Κατμαντού ρωτήθηκε για τις λεπτομέρειες της ανάβασης στο επίμαχο βουνό.
“Η Οh θα πιστωθεί με την ανάβαση του Kangchenjunga αλλά θα σημειωθεί ως αμφισβητούμενη” είπε αργότερα στον Τύπο η Hawley . “Η αφήγησή της ήταν τελείως διαφορετική από εκείνη της Pasaban και έτσι δεν γνωρίζω ποια από τις δύο έχει δίκιο” και πρόσθεσε ότι “Η καταχώριση για το Kangchenjunga θα επιστρέψει στο επιτυχής αν η ισπανική ομάδα αποσύρει τις κατηγορίες της”.
Απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς της Pasaban η Οh δήλωσε, “Πιστεύω ότι σύμφωνα με την Pasaban ορισμένοι Σέρπα, της ανέφεραν ότι δεν αναρριχήθηκα στο Kangchenjunga. Αλλά δεν ανέφερε τα ονόματα των Σέρπα. Γιατί;”.
Στη συνέχεια της διένεξης στις 4 Μαΐου 2010, η Pasaban ανέφερε τα ονόματα των επτά Σέρπα που εμπλέκονταν στην προσπάθεια: “Dawa Ongchu Sherpa, Pema Chiring Sherpa, Chheji Nurbu Sherpa, Dawa Sangge Sherpa, Ong Darchi Sherpa, Cuombi Sherpa και Phurdorchi Sherpa”, λέγοντας ότι δεν μπορούσε να αναφέρει τα ονόματά τους εφόσον εργάζονταν για την Κορεάτισσα.
Αργότερα, η Pasaban συγκατατέθηκε ότι ήταν η δεύτερη που αναρριχήθηκε τις 14 υψηλότερες κορυφές, αλλά αμφισβήτησε αν η Κορεάτισσα τις είχε πραγματικά κατακτήσει όλες.
Όμως, στις 29 Αυγούστου 2010, ανακοινώθηκε ότι η Κορεατική Ομοσπονδία Ορειβασίας, εξετάζοντας τις αποδείξεις που παρουσίασε η Οh, αρνήθηκε να αναγνωρίσει την ανάβασή της στο Kangchenjunga, αποδεχόμενη την εκδοχή των Σέρπα, σύμφωνα με την οποία η Οh δεν ήταν σε θέση να ολοκληρώσει την ανάβαση εξαιτίας κακών καιρικών συνθηκών.
Η Oh Eun-sun παραδέχτηκε αργότερα ότι χρειάστηκε να σταματήσει κάτω από την κορυφή και έτσι ο αναγνωρισμένος ιστότοπος ExplorersWeb θεώρησε στις 10 Δεκεμβρίου 2010 ότι η Edurne Pasaban ήταν η πρώτη γυναίκα που σκαρφάλωσε και τις 14 οκτάρες. Με αυτόν τον τρόπο διευθετήθηκε η διένεξη υπέρ της Pasaban.