Η ιστορία της λίμνης του Τσιβλού
Στο παρελθόν έχω επισκεφτεί δύο φορές αυτό το εντυπωσιακό δημιούργημα της φύσης που λέγεται λίμνη του Τσιβλού.
Τη μία φορά στα πλαίσια μιας ημερήσιας τουριστικής εξόρμησης στην ορεινή Αχαϊα και την άλλη αποτέλεσε την κατάληξη μιας ενδιαφέρουσας πεζοπορικής διαδρομής που ξεκινούσε από το Μέγα Σπήλαιο.
Ψάχνοντας στο διαδίκτυο να βρω πληροφορίες για την ιστορία της λίμνης, έπεσα πάνω στην ιστοσελίδα του Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Ακράτας, όπου φιλοξενείται μια πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη που αφορά στον υγροβιότοπο της λίμνης Τσιβλού.
Παρακάτω παραθέτω αποσπάσματα αυτής της μελέτης, σχετικά με την ιστορία της λίμνης, εμπλουτισμένα με προσωπικές φωτογραφίες.
Πρόσβαση
Η λίμνη του Τσιβλού βρίσκεται στην ορεινή περιοχή του Δήμου Ακράτας του νομού Αχαϊας, περίπου 25 χλμ. από την πόλη.
Η πρόσβαση γίνεται ανηφορίζοντας τον επαρχιακό δρόμο Ακράτας-Ζαρούχλας, έχοντας πίσω τη θέα του Κορινθιακού κόλπου.
Στη διαδρομή προσπερνάμε τα χωριά Βούτσιμο και Καλαμιά, καθώς και τον οικισμό του Πύργου και φτάνουμε στο υψηλότερο σημείο της διαδρομής, στη Βαλιμή (υψόμετρο 970 μ.). Από εκεί ο δρόμος αρχίζει να κατηφορίζει.
Βρισκόμαστε σε υψόμετρο 700 μ. περίπου, 11 χλμ. πριν τη Ζαρούχλα, το ορεινό κεφαλοχώρι της περιοχής.
Εκεί αντικρίζουμε τη λίμνη του Τσιβλού, μια από τις λίγες φυσικές ορεινές λίμνες της Ελλάδας, που βρίσκεται στο βάθος μιας κοιλότητας, περιτριγυρισμένη από πυκνά δάση.
Η γέννηση του Τσιβλού είναι συνδεδεμένη με εντυπωσιακά και εξαιρετικά βίαια γεωλογικά φαινόμενα που συνέβησαν το 1913 και 1914.
Η γέννηση της λίμνης – Μάρτιος 1913 – Η καταστροφή της Συλίβαινας
Ο αρχικός τροφοδότης της λίμνης ήταν ο ποταμός Κράθης. Ο Κράθης πηγάζει από το Χελμό.
Μια από τις πηγές του είναι τα περίφημα “Ύδατα Στυγός”, όπου, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, βρισκόταν μια από τις πύλες του Άδη.
Μέχρι το 1913, στο μέρος που βρίσκεται σήμερα η λιμνη, βρισκόταν μια ανοιχτή κοιλάδα που στη μέση της έρεε ήρεμα ο ποταμός.
Στη δυτική πλευρά της κοιλάδας υπήρχε μια ρεματιά με ένα μικρό παραπόταμο του Κράθη. Στη συμβολή των δύο ποταμών υπήρχε ο μικρός γραφικός οικισμός του Τσιβλού.
Στην ανατολική πλευρά της κοιλάδας και αρκετά ψηλά προς το βουνό Γερακάρι (ή Πηλαλίστρα), βρισκόταν το χωριό της Συλίβαινας.
Οι κάτοικοι της Συλίβαινας γνώριζαν ότι το χωριό τους βρισκόταν σε επισφαλές σημείο. Κάθε τόσο πραγματοποιούνταν μικρές κατολισθήσεις και ακούγονταν παράξενοι υποχθόνιοι ήχοι.
Ο χειμώνας του 1912-13 ήταν βαρύς με πολλά χιόνια και βροχές -συνθήκες που ευνοούσαν μια μεγαλη κατολίσθηση.
Το Μάρτιο του 1913, τα ύποπτα φαινόμενα (μικροσεισμοί, θόρυβοι) έγιναν εντονότερα και συχνότερα.
Οι κάτοικοι της Συλίβαινας πήραν τη σοφή απόφαση να εγκαταλείψουν το χωριό.
Την Κυριακή 24 Μαρτίου 1913 έγινε μια τεράστια κατολίσθηση όπου ολόκληρη η πλαγιά του βουνού κύλησε, μέσα σε ελάχιστα λεπτά, από τα 1650 μ. στα 600 μ. διανύοντας διαδρομή μήκους 5 χλμ. και πλάτους 1000 μ.
Τα χώματα κατέληξαν στο βάθος της κοιλάδας του κράθη, στο σημείο που ήταν ο οικισμός του Τσιβλού.
Ο όγκος των χωμάτων της κατολίσθησης έφραξε τόσο τον Κράθη όσο και τον παραπόταμό του.
Δημιουργήθηκε έτσι ένα φυσικό “φράγμα” και άρχισαν να σχηματίζονται δύο λίμνες: από τη μία μεριά συγκεντρώθηκαν τα νερά του Κράθη, δημιουργώντας τη λίμνη του Κράθη και από την άλλη τα νερά του παραπόταμού του, δημουργώντας τη λίμνη του Τσιβλού.
Τα νερά της λίμνης του Τσιβλού άρχισαν να ανεβαίνουν και σιγά-σιγά κατέκλυσαν αρκετά σπίτια και την πολύπαθη εκκλησία της Αγ. Βαρβάρας.
Τα νερά της λίμνης του Κράθη επεκτάθηκαν προς τα πάνω φτάνοντας, όπως λέγεται, μέχρι το χωριό Αγρίδι, σχεδόν 2 χλμ. ανηφορικά στο ποτάμι.
Όσο για τη Συλίβαινα, αυτή σβήστηκε από το χάρτη. Ακόμη και σήμερα, αν κοιτάξει κανείς ψηλά στο σημείο όπου υπήρχε το χωριό, βλέπει ότι λείπει ένα μεγάλο τμήμα από το βουνό, αφού οι απότομες κλίσεις και το σαθρό έδαφος δεν άφησαν μέχρι σήμερα τη βλάστηση να αναπτυχθεί.
Αρκετοί κάτοικοι της Συλίβαινας εγκαταστάθηκαν στο μέρος που μέχρι τότε διαχείμαζαν, κοντά στην Ακράτα, στο φερώνυμο χωριό Συλίβαινα.
Η συνέχεια…
Το καλοκαίρι του 1913 όλη η παραλιακή περιοχή της Ακράτας υπέφερε από έλλεψη νερού αφού τα νερά του Κράθη, που χρησίμευαν για πότισμα, είχαν μείνει αποκλεισμένα στο βουνό.
Το φθινόπωρο ήρθε πολύ βροχερό και η λίμνη του Κράθη συνέχιζε να μεγαλώνει, συγκεντρώνοντας όλο και μεγαλύτερο όγκο νερού.
Οι κάτοικοι των περιοχών κάτω από το “φράγμα” άρχισαν να διαισθάνονται ότι πάνω από τα κεφάλια τους υπήρχε μια “ωρολογιακή βόμβα”.
Τα χώματα της κατολίσθησης ήταν πολύ χαλαρά για να αντέξουν την τεράστια πίεση από τα νερά της λίμνης του Κράθη που ολοένα μεγάλωνε.Οι φόβοι τους επαληθεύτηκαν.
Τη νύχτα της 5ης Ιανουαρίου 1914 το “φράγμα” υποχώρησε και η λίμνη του Κράθη άδειασε μέσα σε λίγα λεπτά.
Το τεράστιο υδάτινο ρεύμα παρέσυρε και κατέστρεψε τα πάντα στο πέρασμα του, συμπεριλαμβάνοντας και το παλιό, ιστορικό γεφύρι του Κράθη κοντά στην Ακράτα με τα επτά τόξα.
Οι κορμοί των ελάτων, τα δοκάρια και τα έπιπλα των σπιτιών της Συλίβαινας βρέθηκαν να ταξιδεύουν στα νερά του Κορινθιακού κόλπου.
Στη θέση που για 10 μήνες ήταν ο βυθός της λίμνης του Κράθη, έμειναν μικρές λίμνες που σταδιακά γέμισαν με τα φερτά υλικά του ποταμού.
Σήμερα υπάρχει ένα όμορφο ορεινό υγρό λιβάδι όπου στη μέση κυλάει δαντελωτά το ποτάμι.
Λίγο πιο κάτω, στο σημείο όπου υπήρχε το “φράγμα”, φαίνεται ακόμη καθαρά το φαράγγι που δημιούργησαν τα νερά της λίμνης, όταν βίαια άνοιξαν δίοδο τη νύχτα της 5ης Ιανουαρίου 1914.
Αντίθετα από τη λίμνη του Κράθη, η λίμνη του Τσιβλού παρέμεινε στη θέση της. Φαίνεται πως ο όγκος των νερών που μαζεύτηκαν ήταν μικρός, για να μπορέσει να σπάσει τον τεράστιο όγκο από τα υλικά της κατολίσθησης -τα οποία εν τω μεταξύ έχουν δασωθεί και σταθεροποιηθεί.
Έτσι η λίμνη του Τσιβλού παραμένει να μας θυμίζει ένα από τα εντυπωσιακότερα, μεγαλύτερα και πιο δραματικά φαινόμενα κατολίσθησης που έγιναν στη σύγχρονη ελληνική ιστορία.
Ο Τσιβλός σήμερα
Το αρχικό βάθος της λίμνης έφτανε τα 77 μ. και, παρά τις προσχώσεις και την αυξομείωση της στάθμης ανάλογα με τη χρονιά, ο Τσιβλός παραμένει και σήμερα μια ιδιαίτερα βαθιά λίμνη με απότομες όχθες.
Τα νερά της τροφοδοτούνται από τουλάχιστον δύο πηγές που υπάρχουν κάτω από την επιφάνεια και τρία ρέματα που έρχονται από τα γύρω δάση.
Το υψόμετρο της λίμνης είναι 780 μ., η έκταση 83 στρ. περίπου και η ακτογραμμή της 1800 μ. Ωστόσο η έκταση και η ακτογραμμή συνεχώς αυξομειώνονται, καθώς η στάθμη της λίμνης ανεβοκατεβαίνει ανάλογα με την εποχή και το ύψος των βροχοπτώσεων κάθε χρονιά.
Το εύρος των μεταβολών της στάθμης της λίμνης μπορεί να ξεπεράσει τα 10 μ., δημιουργώντας μια χαρακτηριστική ζώνη χωρίς βλάστηση κατά μήκος της όχθης.
Είναι η ζώνη που άλλοτε είναι πλημμυρισμένη, εμποδίζοντας την ανάπτυξη στεριανών φυτών και άλλοτε είναι στεγνή, αποτρέποντας και τα υδρόβια φυτά να ριζώσουν.
Χωρίς να έχει κλείσει τα 100 της χρόνια, η λίμνη Τσιβλού είνα από τις νεαρότερες λίμνες της Ευρώπης. Έτσι δεν έχει ακόμη αναπτύξει πλούσια υδρόβια βλάστηση.
Έχει μόνο μερικά καλάμια στα πιο ρηχά σημεία, ενώ στο βυθό της επικρατεί μόνο ένα ιδιόμορφο υδρόφυτο.
Μέσα στα νερά της λίμνης εγκλωβίστηκαν και μερικοί κέφαλοι του γλυκού νερού που υπήρχαν στο ποτάμι και αποτελούν το μόνο αυτόχθον ψάρι της λίμνης.
Τα τελευταία 20 χρόνια με πρωτοβουλία κατοίκων της περιοχής, και χωρίς μελέτη, έχουν εισαχθεί κυπρίνοι, κουνουπόψαρα, μερικές πέστροφες και καραβίδες.
Καθώς περνούσαν τα χρόνια τα δάση άρχισαν να αναπτύσσονται και να καλύπτουν τα χώματα της κατολίσθησης.
Σήμερα γύρω από τη λίμνη επικρατούν δάση με μαυρόπευκα, έλατα και χαλέπια πεύκα.
Καθώς το τοπίο γύρω από τη λίμνη σιγά-σιγά έβρισκε το φυσικό του χαρακτήρα, όλοι άρχισαν να διαπιστώνουν ότι η λίμνη, ανεξάρτητα από το βίαιο τρόπο με τον οποίο γεννήθηκε, ήταν πλέον ένα πολύ όμορφο μέρος και έγινε δημοφιλής χώρος για αναψυχή.
Το χρονικό της καταστροφής της Συλίβαινας
Αρχές 1913: Συλίβαινα, ένα χωριό γεμάτο ζωή. Οι κάτοικοι έχουν συνηθίσει τις μικρές κατολισθήσεις. Ωστόσο, ο χειμώνας 1912-13 είναι πολύ βροχερός.
Φεβρουάριος 1913: Γίνεται μια μικρή κατολίσθηση στην άκρη του χωριού που απογυμνώνει το στήριγμα ενός τμήματός του χωρίς να προκαλέσει πάλι ανησυχία.
22 Μαρτίου 1913, ημέρα Παρασκευή: Οι κάτοικοι της Συλίβαινας ακούν δυνατούς, υποχθόνιους κρότους, οι οποίοι τους φοβίζουν, αλλά δεν εγκαταλείπουν το χωριό. Οι θόρυβοι ακούστηκαν μέχρι την Ακράτα και τα Καλάβρυτα. Άλλοι του απέδωσαν σε πτώση μετεωρίτη, άλλοι σε βομβαρδισμό των Πατρών ή της Κορίνθου από το τουρκικό καταδρομικό “Χαμιδιέ” και άλλοι υπέθεσαν ότι ο αεροπόρος Μουτούσης, ο οποίος καταγόταν από το γειτονικό χωριό Τσιβλός και “μετέφερε το λάβαρο της Αγίας Λαύρας”, πέρασε πάνω από το χωριό του και για να χαιρετίσει τους συμπατριώτες του έριξε μερικές χειροβομβίδες…
24 Μαρτίου 1913, ημέρα Κυριακή, πρωινές ώρες: Τα φαινόμενα γίνονται πυκνότερα, οι κρότοι και οι δονήσεις του εδάφους επαναλαμβάνονται και οι κάτοικοι αρχίζουν να μεταφέρουν σε πιο ασφαλείς τοποθεσίες, εκτός του χωριού, ό,τι μπορούν από τις περιουσίες και τα ζώα τους.
Κυριακή μεσημέρι: Κατολίσθηση της πλαγιάς εκεί που είναι τα σπίτια του χωριού, προς την κοίτη του Κράθη ποταμού. Τα σπίτια παρασύρονται, τα χώματα σκεπάζουν το ποτάμι, περνούν απέναντι και καλύπτουν τα σπίτια της κάτω γειτονιάς του χωριού Τσιβλός μετακινώντας σε ψηλότερο σημείο την Αγ. Βαρβάρα, την εκκλησία του χωριού.
2-3 ώρες μετά: Γίνεται η μεγάλη κατολίσθηση. Πέφτει όλη η βορειοδυτική πλευρά του βουνού Γερακάρι (εκεί που ήταν η Συλίβαινα) και τεράστιοι όγκοι χωμάτων καλύπτουν την κοίτη του Κράθη διακόπτοντας τη ροή των νερών. Στην αρχή η κατολίσθηση γίνεται αργά, αλλά μετά με μεγάλη ταχύτητα παρασύροντας ό,τι είχε απομείνει από σπίτια και δέντρα.
Την επόμενη μέρα η περιοχή της Συλίβαινας παρουσίαζε όψη βιβλικής καταστροφής. Το μόνο που είχε απομείνει απ’ το χωριό ήταν μια καρυδιά και ένα ερειπωμένο σπίτι με τον αχυρώνα του, τα οποία βρέθηκαν περίπου 150 μ. πιο ψηλά και πιο μακριά από την αρχική τους θέση.
Δραματικά στιγμιότυπα
– Ο Αθαν. Νιάνιαρης έσερνε την ώρα της κατολίσθησης τη γυναίκα του, που από την κούραση κα την αγωνία είχε αποκάμει και πρακαλούσε τον άνδρα της να την αφήσει και να σωθεί αυτός για χάρη των παιδιών τους. Τελικά σώθηκε και αυτή.
– Η γυναίκα τουΝ. Χρύση, που προσπαθούσε να βρει το βιβλιάριο καταθέσεων τραπέζης με εμβάσματα του γιου της από την Αμερική, κινδύνευσε γιατί άρχισαν να πέφτουν οι τοίχοι του σπιτιού και εγκατέλειψε την προσπάθεια. Η κόρη της είχε φορτώσει σε δέμα τα πολυτιμότερα από τα προικιά της, όταν όμως το δέμα περιπλέχθηκε στα κλαδιά ενός δέντρου, εγκατέλειψε το δέμα και σώθηκε.
– Ο Κ Αλέφαντος επέστρεφε από τα Καλάβρυτα το βράδυ της ίδιας μέρας και τον έπιασε πανικός που δεν έβλεπε ούτε τα φώτα του χωριού ούτε τίποτε άλλο.
– Ο Γ. Πάκιος (χάθηκε η γυναίκα του και το παιδί του) αντίκρισε τους αλλόφρονες κατοίκους της Συλίβαινας να κατεβαίνουν προς τη Βαλιμή για να σωθούν καθώς ανέβαινε προς το χωριό.
– Άγνωστος οδοιπόρος με το ζώο του παρασύρθηκε από την κατολίσθηση και παρακαλούσε να τον βοηθήσουν (χάθηκε).
– Θύματα: (4) Η Αντιόπη Πάκιου (σύζυγος του Γ. Πάκιου) με τον τεσσάρων ετών γιο της Δημήτριο, η χήρα Αικατερίνη Δημ. Νιάνιαρη και ένας οδοιπόρος αγνώστων στοιχείων.
– Ένας αυτόπτης μάρτυρας της δεύτερης, μεγάλης κατολίσθησης ανέφερε ότι, καθώς η πλαγιά κατρακυλούσε, είδε τα έλατα να κινούνται προς τα κάτω με πολύ μεγάλη ταχύτητα, “όπως βλέπουμε τα δέντρα να περνούν όταν είμαστε μέσα στο τρένο”.