Πεζοπορία στο Πάικο με τα υπέροχα δάση οξυάς (Η ανάβαση)
Στην καρδιά της Μακεδονίας, ανάμεσα στην πεδιάδα της Αριδαίας και της Αξιούπολης εκεί όπου συναντιούνται οι νομοί Πέλλας και Κιλκίς, ξεδιπλώνει την μακρόστενη κορμοστασιά του το όρος Πάικο.
Το όνομα του βουνού προέρχεται από το σλαβικό «πάιακ» που σημαίνει αράχνη και δεν θα μπορούσε να βρεθεί καλύτερη παρομοίωση.
Το Πάικο είναι ένας μεγάλος ορεινός όγκος σε έκταση, αλλά χαμηλός σε ύψος, με τους μικρούς λόφους να απλώνονται μέχρι τους κάμπους περιμετρικά σε ένα σχεδόν κυκλικό σχήμα.
Το βουνό έχει έκταση 400.000 στρέμματα, καταλαμβάνοντας το δυτικό τμήμα του νομού Κιλκίς και το βορειοανατολικό του νομού Πέλλας.
Στα βόρεια συνορεύει με τα όρη Πίνοβο και Τζένα, στα ανατολικά καταλήγει στην κοιλάδα του Αξιού, στα νότια φτάνει μέχρι τον κάμπο των Γιαννιτσών και στα δυτικά του απλώνεται η πεδιάδα της Αριδαίας.
Ψηλότερη κορυφή του βουνού είναι η Γκόλα Τσούκα που φτάνει τα 1.650 μέτρα. Άλλες σημαντικές κορυφές είναι το Καντάστι (1.649 μ.), το Μετερίζι (1.598 μ.), το Εκκλησάκι (1.529 μ.), το Κίργκο (1.507 μ.), τα Βερτόπια (1.490 μ.), ο Πύργος (1.494 μ.), οι Πετράδες (1.350 μ.) κα.
Ανάμεσα στις κορυφές Πύργος, Βερτόπια και Καντάστι περικλείεται ένα μεγάλο οροπέδιο με καλλιέργειες πατάτας και επίκεντρο τον οικισμό Λιβάδεια.
Αποτελεί δε και το μεγαλύτερο δάσος καστανιάς της Ελλάδας. Στο βουνό υπάρχουν περί τα 4.500 στρέμματα καστανιών, εκ των οποίων τα 2.500 είναι καλλιεργήσιμα.
Γύρω στις 300 οικογένειες έχουν ως δεύτερη ασχολία το κάστανο και υπολογίζεται ότι η ετήσια παραγωγή φτάνει στους 500-600 τόνους, ανάλογα με τη χρονιά.
Λόγω του κλίματος που επικρατεί στην περιοχή το κάστανο που παράγεται είναι ιδιαίτερα γλυκό και γευστικό.
Πεζοπορώντας κανείς στα μονοπάτια του Πάικου θα διαπιστώσει αμέσως ότι το βουνό βρίθει από ποτάμια και ρέματα που κυλούν όλο το χρόνο, με κυριότερα: το Μέγα Ρέμα ή Ρέμα Πρωτομαγιάς (με τους παραποτάμους του: Ρέμα Πεπονιάς, Κρυονέρι και Λυκόρεμα), το Σείριο (με τον κύριο κλάδο του Στραβοπόταμο ή Μαυροπόταμο που ρέει ανάμεσα στη Γρίβα και την Κάρπη και τον παραπόταμό του Μεγάλο Ποτάμι, κοντά στη Γρίβα, που υδρεύει όλη την περιοχή), ο Ξεροπόταμος (Σούχα Ρέκα) ή Πλατανόρεμα με πόσιμο νερό βρίσκεται στα όρια Γουμένισσας – Φιλυριάς, και το Ρέμα Χαμηλού ή Ποταμάκι που εισέρχεται στην ΠΓΔΜ.
Όλοι οι παραπάνω ποταμοί χύνονται στον Αξιό, ενώ ο Γράμμος στα νοτιοδυτικά χύνεται στο Λουδία.
Στο Πάικο υπάρχει η τεχνητή λίμνη Μεταλλείου, στην περιοχή παλαιότερου μεταλλείου αργύρου, στο Μέγα Ρέμα, καθώς επίσης και η σμαραγδένια λίμνη μεταξύ Σκρα και Κούπας, στον ανώτερο ρου του Μεγάλου Ρέματος που σχηματίζει εντυπωσιακό καταρράκτη πριν τα νερά του πέσουν στη λίμνη.
Επίσης, οι πηγές της Αραβησσού δημιουργούν έναν σημαντικό υγρότοπο, στις νοτιοδυτικές πλαγιές του Πάικου.
Το Πάικο, αν και στέκεται στη σκιά των μεγάλων ορεινών όγκων που το περιβάλλουν, ξεχωρίζει από το μεγάλο πλούτο της χλωρίδας και της πανίδας.
Αν και στο βουνό υπάρχει ένα μεγάλο δίκτυο από δασικούς δρόμους και μια κοιλάδα με καλλιέργειες σχεδόν στη καρδιά του, εντούτοις στο μεγαλύτερο μέρος του προσφέρει την απαραίτητη ηρεμία για την ανάπτυξη μιας πολυποίκιλης άγριας ζωής.
Από τη πλευρά της βλάστησης το βουνό χωρίζεται σε δύο ευδιάκριτα μέρη: στα βόρεια και κεντρικά αναπτύσσονται όμορφα δάση οξυάς ενώ στα νότια επικρατούν τα μεικτά δάση βελανιδιών και άλλων φυλλοβόλων.
Η δασική του βλάστηση αποτελείται από σκλήθρα, οστρυές, φτελιές, ιτιές, σφενδάμια, άρκευθους, λεύκες και λίγες συστάδες από μαυρόπευκα και σημύδες.
Τον πλούτο της χλωρίδας, που φτάνει τα 2500 δείγματα φυτών, συμπληρώνουν τα δεκάδες είδη ορχιδέας, καθώς και η μεγάλη ποικιλία μανιταριών και αγριολούλουδων.
Κυρίαρχο είδος της πανίδας είναι οι λύκοι που συχνά κατεβαίνουν και στα χαμηλά. Άλλα είδη θηλαστικών είναι τα σπάνια τσακάλια, τα ζαρκάδια, οι αλεπούδες, οι βίδρες, οι ασβοί, οι νυφίτσες, τα κουνάβια, οι λαγοί και οι σκίουροι.
Ξεχωριστή θέση στην πανίδα του βουνού έχει το αγριογούρουνο που συναντάται σε όλο το Πάικο.
Η ορνιθοπανίδα είναι πλούσια και αποτελείται από πολλά και σημαντικά είδη. Από τα αρπακτικά εδώ συναντώνται χρυσαετοί, βασιλαετοί, φιδαετοί, σφηκιάρηδες, γερακίνες, βραχοκιρκίνεζα, μπούφοι, κουκουβάγιες κα.
Στα δάση και στα ανοίγματα ζούνε σταχτοπετρόκληδες, γαλαζοπαπαδίτσες, θαμνοψάλτες, κοκκοθραύστες, μαύροι δρυοκολάπτες, φάσσες, τριγώνια, τσίχλες κα.
Η ερπετοπανίδα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τρίτωνες, σαλαμάνδρες, κιτρινομπομπίνες, γραικοβάτραχους, φρύνους, μεσογειακές χελώνες, κονάκια, πρασινόσαυρες, σαΐτες, σπιτόφιδα, σαΐτες και οχιές.
Στο Πάικο έχουν καταμετρηθεί 57 είδη πεταλούδας, αναδεικνύοντας τον πλούτο της εντομοπανίδας του βουνού.
Χωριά του Πάικου στο νομό Κιλκίς
Για να προσεγγίσουμε τις κατάφυτες πλαγιές του Πάικου από την πλευρά του Κιλκίς, θα πρέπει να περάσουμε από τη Γουμένισσα, μια γραφική κωμόπολη, χτισμένη στους πρόποδες του βουνού.
Η Γουμένισσα έχει 4.500 κατοίκους και φημίζεται για το καλό κρασί, τα καθάρια της νερά, το τσίπουρο και τα χάλκινα παραδοσιακά όργανα, που την έχουν κάνει γνωστή σε όλο σχεδόν τον κόσμο.
Άλλα χωριά του νομού Κιλκίς γατζωμένα στις πλαγιές του Πάικου είναι:
- Η Γρίβα, το «κουτσό χωριό», χτισμένο από το 817 μ.Χ., με ωραία θέα, καλό κλίμα και άφθονα νερά, με την ιστορική εκκλησία του Αγίου Αθανασίου (1801), με σπίτια χτισμένα σε πλαγιά προς την πεδιάδα του Αξιού.
- Η Καστανερή, χτισμένη σε υψόμετρο 800 μέτρων σε πλαγιά με το παρεκκλήσι του Προφήτη Ηλία.
- Τα Λιβάδια, η μοναδική κοινότητα του νομού, με κατοίκους από τη Μοσχόπολη, βρίσκεται σε οροπέδιο του Πάικου σε υψόμετρο 1.200 μέτρων, και φημίζεται για τις νόστιμες πατάτες της και για το αντάμωμα των Βλάχων.
- Η Κάρπη, η παλιά «Τσέρνα Ρέκα», δηλ. το Μαύρο Ποτάμι, εξαιτίας του Μαυρορέματος που κυλά δίπλα της.
- Το Ομαλό, μικρό χωριό με πλούσια βλάστηση.
- Ο Πεντάλοφος, το μικρό χωριό με το μοναστήρι του Όσιου Νικόδημου.
- Ο Φανός, με όνομα παρμένο από τη θέση του στη κορφή ενός βράχου, με ονομαστό ρακί του «Μαγιαντάρ» από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
- Το Σκρα, καταγεγραμμένο στην ιστορία από το 1452 και ονομαστό από τη Μάχη του Σκρα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
- Η Κούπα, με την εκκλησία ως μνημείο πολιτιστικής αξίας και τα πυκνά δρυοδάση και φυσικά σπήλαια.
Χωριά του Πάικου στο νομό Πέλλας
- Ο Αρχάγγελος, με καταπράσινα δάση από οξιές, δρυς και χιλιάδες κερασιές. Το χωριό συγκαταλέγεται στα πρώτα χωριά σε παραγωγή κερασιού στην Ελλάδα.
- Το Θεοδωράκειο, χτισμένο σε υψόμετρο 450 μέτρων στις δυτικές πλαγιές του Πάικου, υπήρξε μια από τις ελάχιστες αμιγώς χριστιανικές εστίες της Αλμωπίας προς το τέλος της Τουρκοκρατίας.
- Η Κρώμνη αποτελεί έναν από τους αναγνωρισμένους παραδοσιακούς οικισμούς του νομού Πέλλας, στην ανατολική πλευρά μιας χαράδρας του Πάικου. Το χωριό αν και χαρακτηρισμένο ως παραδοσιακός οικισμός είναι ακατοίκητο, χωρίς δρόμο και χωρίς ρεύμα.
- Το Ελευθεροχώρι, χτισμένο σε υψόμετρο 400 μέτρων στις νότιες πλαγιές του Πάικου, αφετηρία της δικιάς μας περιπέτειας στο πανέμορφο αυτό βουνό της βόρειας Ελλάδας.
Η ανάβαση
Η προσέγγιση στο χωριό γίνεται μέσω των Γιαννιτσών, της μεγαλύτερης πόλης του νομού με 30.000 κατοίκους.
Είναι χτισμένα επί της ιστορικής Εγνατίας Οδού στο κέντρο της Μακεδονίας, σε υψόμετρο 40 μέτρων, ανάμεσα στο όρος Πάικο και στον κάμπο των Γιαννιτσών, βόρεια της περιοχής της αποξεραμένης λίμνης των Γιαννιτσών.
Αφού περάσουμε τα τελευταία σπίτια του χωριού φτάνουμε στη θέση «Προφήτης Ηλίας» με το χαρακτηριστικό μεγάλο πυλώνα κινητής τηλεφωνίας, στα 500 μ. υψόμετρο.
Στο σημείο αυτό τελειώνει ο ασφαλτόδρομος και ξεκινούν δύο χωματόδρομοι. Ένας φαρδύς με κατεύθυνση ΒΔ, κι ένας στενότερος με κατεύθυνση Β.
Εμείς ακολουθούμε τον δεύτερο χωματόδρομο και μετά από 300 μ. πορείας, τον αφήνουμε και μπαίνουμε στο μονοπάτι (υπάρχει ξύλινη ενημερωτική ταμπέλα).
Το μονοπάτι είναι φαρδύ και ευδιάκριτο και ανηφορίζει ομαλά με κατεύθυνση Β.
Κινούμαστε μέσα σε πυκνό δρυοδάσος και μετά από 45′ βγαίνουμε σε ξέφωτο στην τοποθεσία «Αλώνι», στα 800 μ. υψόμετρο και 2,5 χλμ. πορείας.
Από εδώ ξεκινούν δύο μονοπάτια με κατεύθυνση Β-ΒΔ. Εμείς ακολουθούμε το αριστερό μονοπάτι.
Μία ώρα μετά το «Αλώνι», στα 890 μ. υψόμετρο και 4,5 χλμ. πορείας, βγαίνουμε σε ένα άνοιγμα με θέα προς τα Δ και τις κορυφές Παρατηρητήριο (1.595 μ. – δεξιά) και Εκκλησάκι (1.529 μ. – αριστερά).
Μετά από 500 μ. πορείας και κινούμενοι στο ίδιο υψόμετρο, το μονοπάτι καταλήγει σε χωματόδρομο, τον οποίο και ακολουθούμε με κατεύθυνση Β-ΒΑ (δες την επόμενη εικόνα).
Βρισκόμαστε στην περιοχή “Μπέλα Βόντα”. Λίγα μέτρα πιο κάτω συναντάμε πηγή και συνεχίζουμε την πορεία μας στον χωματόδρομο.
Στα 965 μ. υψόμετρο και 6 χλμ. πορείας (2,5 ω) αφήνουμε τον χωματόδρομο και ανηφορίζουμε στα δεξιά μας σε μονοπάτι μέσα σε δάσος με οξυές.
Πορεία σε μονοπάτι χωρίς σήμανση στην αρχή. Αργότερα βρίσκουμε κάποιες κορδέλες πάνω στα δέντρα.
Στα 1.070 μ. υψόμετρο και 6,7 χλμ. πορείας συναντάμε πάλι τον χωματόδρομο, τον οποίο διασχίζουμε κάθετα, περνάμε απέναντι και ανηφορίζουμε δασωμένη πλαγιά.
Στα 1.115 μ. υψόμετρο και 7 χλμ. πορείας (3 ω) βγαίνουμε σε ξέφωτο με φτέρες και έχουμε την πρώτη οπτική επαφή με την κορυφή Γκόλα Τσούκα.
Βγαίνουμε στον χωματόδρομο που έρχεται από τα δεξιά του ξέφωτου και αμέσως πάνω στην στροφή τον αφήνουμε και μπαίνουμε δεξιά σε μονοπάτι που σηματοδοτεί μια κίτρινη κορδέλα πάνω σε δέντρο.
Κρίνοντας εκ των υστέρων, θα μπορούσαμε να είχαμε συνεχίσει πάνω στον χωματόδρομο, μιας και λίγο αργότερα θα ξαναπέσουμε πάνω του, χωρίς να έχουμε κερδίσει κάτι (μείωση διαδρομής).
Στα 1.225 μ. υψόμετρο και 7,8 χλμ. πορείας (3,5 ω) βγαίνουμε σε δευτερεύοντα χωματόδρομο, τον οποίο και ακολουθούμε με κατεύθυνση Δ-ΒΔ.
Στο σημείο αυτό συναντάμε δυο κίτρινες ταμπέλες που έδειχναν προς την ίδια κατεύθυνση. Η μία έγραφε «ΕΥΚΟΛΟ» και η άλλη «ΔΥΣΚΟΛΟ».
Προς στιγμή μας προβλημάτισαν, αλλά γρήγορα τις αγνοήσαμε. Κινούμαστε ελαφρώς κατηφορικά στον δευτερεύοντα χωματόδρομο με κίτρινες κορδέλες στα δέντρα.
Στα 1.180 μ. υψόμετρο και 8,8 χλμ. πορείας (3 ω και 45′) βγαίνουμε στον κυρίως χωματόδρομο, τον οποίο και ακολουθούμε στα δεξιά μας, με πορεία προς το καταφύγιο. Στα αριστερά μας στο βάθος διακρίνουμε την Γκόλα Τσούκα.
Στα 1.237 μ. υψόμετρο και 9,7 χλμ. πορείας περίπου συναντάμε κι άλλη πηγή με ποτίστρα, πάνω στον χωματόδρομο.
Μετά από 2 χλμ. πορείας πάνω στον χωματόδρομο φτάνουμε στο καταφύγιο του Φ.Ο.Ο. Γιαννιτσών, χτισμένο στα 1.345 μ. υψόμετρο. Χρειαστήκαμε περίπου 4,5 ώρες από το Ελευθεροχώρι. Δίπλα στο καταφύγιο υπάρχει πετρόχτιστη πηγή που νομίζω ότι λέγεται Τούρκικη Βρύση.
Μια μικρή στάση στο κιόσκι πάνω από το καταφύγιο. Αναμνηστικές φωτογραφίες με τα μεταλλικά γλυπτά που κοσμούν τη μικρή κορυφή πάνω από το καταφύγιο.
Πίσω από το καταφύγιο φεύγει το μονοπάτι που θα μας ανεβάσει στην κορυφή. Στο ξεκίνημα του μονοπατιού περνάμε από ένα σημείο με φτέρες, ενώ μετά μπαίνουμε σε δάσος οξιάς.
Κίτρινες κορδέλες και κόκκινα σημάδια στα δέντρα και στα βράχια σηματοδοτούν την πορεία μας.
Βγαίνουμε σε πλάτωμα ακριβώς κάτω από την κορυφή, το οποίο και σηματοδοτεί το τέλος της πυκνής βλάστησης που συντρόφευε την μέχρι τώρα πορεία μας.
Τα τελευταία 100 μ. περίπου υψομετρικής αποτελούν μια μικρή έκπληξη, μιας και σε ορισμένα σημεία η κλίση είναι μεγάλη και χρειάζεται και λιγάκι ψευτοσκαρφάλωμα στα βράχια.
Για να καλυφθούν τα 13,5 χλμ. πορείας μέχρι την κορυφή Γκόλα Τσούκα (1.650 μ.) θα χρειαστούν 5-6 ώρες ανάβασης, ανάλογα με τις ικανότητες του καθενός και τον ρυθμό ανάβασης.
Χάρτης της διαδρομής
Συνεχίζεται…
Πηγές
naturagraeca.com
wikipedia.org
goumenissa.info