Ανάβαση στη Λιάκουρα του Παρνασσού: Ένα προσκύνημα στο ιερό μεγαλείο της φύσης
Το ομολογώ! “Αμάρτησα”! Βούτηξα στο βούρκο της ακολασίας! Υπέκυψα στα θέλγητρα ενός εκ των πλέον πολυσύχναστων τοποθεσιών της ορεινής Ελλάδας.
Του Κεντρικού Παρνασσού. Στον Κεντρικό Παρνασσό, που είναι και το κυρίως συγκρότημα του ορεινού αυτού όγκου, δεσπόζουν η Λιάκουρα, η ψηλότερη κορυφή του βουνού με υψόμετρο 2.456 μ., το Κοτρώνι (2.416 μ.) και ο Γεροντόβραχος (2.396 μ.), ενώ ανάμεσά τους λειτουργεί ένα από τα γνωστότερα χιονοδρομικά κέντρα στην Ελλάδα, το οποίο εκτείνεται σε δύο συγκροτήματα στις θέσεις Κελάρια και Φτερόλακκα, και αποτελούν πόλο έλξης χιλιάδων επισκεπτών και χιονοδρόμων κάθε χρόνο (με ό,τι αυτό συνεπάγεται).
Απαρνούμενος, λοιπόν, αρχές και αξίες (εδώ και χρόνια έχω αποκηρύξει μετά βδελυγμίας όλους τους “hot” και “in” χειμερινούς προορισμούς) πραγματοποίησα μια επική χειμερινή διάσχιση του αλπικότερου κομματιού του βουνού και ομολογώ πως δεν το μετάνιωσα καθόλου.
Η διάσχιση αυτή έμελλε να εξελιχθεί σε μία από τις ωραιότερες χειμερινές διαδρομές που έχω κάνει.
Πολλοί παράγοντες συνέβαλαν σ’ αυτό. Θες οι τέλειες καιρικές συνθήκες; Θες η ιδανική ποιότητα του χιονιού; Θες η καλή παρέα; Όλα αυτά μαζί, μα πάνω απ’ όλα το ίδιο το βουνό.
Ούτε ο καλύτερος ζωγράφος θα μπορούσε να σκιαγραφήσει με τόση τελειότητα ένα λευκό χειμωνιάτικο τοπίο, όπως αυτό που αντίκρισα περπατώντας στο άγριο αλπικό ανάγλυφο του Παρνασσού.
Εκεί που ο άνθρωπος αναμετριέται με επιβλητικές πλαγιές, απότομες χαράδρες και αγέρωχες κορυφές και ξάφνου αντιλαμβάνεται πόσο μικρός κι ασήμαντος φαντάζει μπροστά σ’ αυτά τα θαυμαστά δημιουργήματα της φύσης.
Είμαι απόλυτα σίγουρος ότι όποιες λέξεις κι αν χρησιμοποιήσω, όσο περίτεχνες ή πομπώδεις κι αν είναι, σε καμία περίπτωση δεν θα καταφέρω να σας μεταφέρω την ανυπέρβλητη ομορφιά και την ενέργεια που εκπέμπει αυτός ο τόπος. Γι’ αυτό λοιπόν τέρμα τα λόγια. Σειρά έχουν οι εικόνες.
Δυο λόγια για τη Λιάκουρα
Λίγοι ασφαλώς από όλους αυτούς, τους επιχώριους και τους ξένους, που φτάνουν ως εκεί ψηλά, ξέρουν τη ζωντανή παρουσία που έχει η Λιάκουρα στην ιστορία και στο θρύλο της Ρούμελης.
Σήμερα Λιάκουρα λέγεται μόνο η πιο ψηλή κορυφή του βουνού. Όμως, σε παλαιά δημοτικά τραγούδια ονομάζεται Λιάκουρα και, σπάνια Λιάκουρη, ολόκληρος ο Παρνασσός, χωρίς να λείπουν και τα τραγούδια που αναφέρουν την ονομασία Λιάκουρα και Λιάκουρας αδιασαφήνιστα για το βουνό στο σύνολό του, ή την κορυφή του.
Η Λιάκουρα σαν ονομασία του Παρνασσού απαντάται, εκτός από άλλα τραγούδια, και στο περίφημο τραγούδι της περιόδου 1770-1790, που μιλάει για το “μάλωμα” των ρουμελιώτικων βουνών, επίσης απαντάται και σε άλλα ανδρουτσαίικα τραγούδια.
Στο τραγούδι για το μάλωμα των βουνών:
“Ποιός τού ‘πε και ποιός τ’ άκουσε εδώ στον ξένο τόπο;
Που να μαλώνουν τα βουνά, να κλαίνε τα καημένα.
Κι η Λιάκουρα της Λειβαδιάς κι η Κιόνα (Γκιώνα) των Σαλώνων.
Και τα Βαρδούσια τα ψηλά λένε της Καταβόθρας (Οίτης)”
Και σε ανδρουτσαίικο τραγούδι του 1876:
Και σεις βουνά της Λιάκουρας οπούστε λυπημένα,
Και σεις κορίτσια του Δαδιού να λεροφορηθήτε.
Ανδρούτσος αποκλείστηκε στο μέγα μοναστήρι…”
Ο γνωστός ρουμελιώτης ιστοριοδίφης Τάκης Λάππας μας δίνει στο βιβλιαράκι του “Στα Ψηλώματα του Παρνασσού” μία πολύ ζωντανή περιγραφή της ανάβασής του στις καλοπάτητες κορυφές του θρυλικού βουνού.
Σ’ αυτό το μικρό οδοιπορικό βιβλίο του ο Λάππας γράφει ότι οι “ντόπιοι” λένε τη Λιάκουρα – δηλαδή την πιο ψηλή κορυφή του Παρνασσού – Λίκερι.
Το αξιοσημείωτο είναι ότι ο Λάππας μιλάει και για “Κάτω Λίκερι”. Αλλά η Λιάκουρα δε λέγεται ούτε και λεγόταν ποτέ από τους επιχώριους “Λίκερι”.
Αν αυτό συνέβαινε, θα τη διατηρούσε και αυτή την ονομασία η στοματική παράδοση και θα την ήξερε σήμερα ο λαός, όλοι όσοι ζουν στις πλαγιές και στους πρόποδες του βουνού.
Και όχι μόνο στο στόμα του λαού δε σώζεται η ονομασία Λίκερι = Λιάκουρα, μα ούτε υπάρχει καμία μαρτυρία που να την επιβεβαιώνει.
Το δημοτικό τραγούδι που μνημονεύει συχνά τη Λιάκουρα, σε καμία περίπτωση δεν αναφέρει και το Λίκερι, ενώ φυσικό θα ήταν να μην το αγνοούσε, αν ο λαός έλεγε την κορυφή και Λίκερι, παράλληλα με την ονομασία Λιάκουρα.
Απο τα “Παρνασιώτικα” του Κ. Παπαχρήστου.
Δυο λόγια για τη διαδρομή
Για τη διαδρομή δεν έχω να πω πολλά. Ξεκινάει από το καταφύγιο “Μιχάλης Δέφνερ”, που είναι χτισμένο στη θέση Σαραντάρι στα 1785 μ. υψόμετρο.
Περνάμε τις εγκαταστάσεις του Athens Ski Club και αρχίζουμε να ανηφορίζουμε direct την πλαγιά του Γεροντόβραχου, με πορεία παράλληλη με τα lifts του χιονοδρομικού. Μετά από 2 με 2,5 ώρες και 2,5 χλμ. πορείας πατάμε την κορυφή του Γεροντόβραχου (2.390 μ.).
Στη συνέχεια, αφήνουμε την κορυφογραμμή του Γεροντόβραχου και κατηφορίζουμε προς τη Λάκκα Γκίκα με πορεία προς το Κοτρώνι. Σε 3,5 με 4 ώρες και μετά από 3,8 χλμ. φτάνουμε στο Κοτρώνι (2.416 μ.).
Κατηφορίζουμε προς τη βάση του κώνου της Λιάκουρας (πέρασμα προς τη χαράδρα της Βελίτσας). Από εκεί εύκολα θα ανέβουμε στην ψηλότερη κορυφή του Παρνασσού. Μέχρι εδώ έχουμε περπατήσει 5,5 χλμ. σε 5 με 5,5 ώρες.
Κατάβαση προς το χιονοδρομικό κέντρο Παρνασσού, διασχίζοντας τη Λάκκα Γκίκα έχοντας το Κοτρώνι και τον Γεροντόβραχο στα αριστερά μας.
Περνάμε το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία, που είναι χτισμένο στα 2.250 μ. και κατηφορίζουμε από τα lifts του χιονοδρομικού κέντρου Κελάρια.
Μετά από 8 ώρες τερματισμός στο parking του χιονοδρομικού κέντρου στα 1.750 μ. Συνολικά διανύσαμε 11 χλμ. περίπου.
Και όπως λέει και ο στίχος του λαϊκού άσματος: “Είναι γλυκό το πιοτό της αμαρτίας…”. Κι εγώ το ήπια μονορούφι!!!