Δάσος Σκιρίτιδας – Μονοπάτι Βλαχοκερασιάς
Η αναζήτηση του άγνωστου, του ωραίου και του αληθινού είναι μια διαδικασία απολαυστική, ευεργετική, μα πάνω απ’ όλα λυτρωτική.
Πολλάκις στο παρελθόν έχω εξομολογηθεί ότι ένα από τα ωραιότερα πράγματα που έχουν συμβεί στη ζωή μου, είναι όταν η ψυχή μου πλημμυρίζει με όλα εκείνα τα ευγενικά αισθήματα που πυροδοτεί η επαφή του ανθρώπου με ένα φυσικό τοπίο τόσο αυθεντικό, τόσο όμορφο, τόσο απομονωμένο… σαν να ‘ναι βγαλμένο από παραμύθι.
Τέτοιους θησαυρούς, όμως, δεν πρέπει να τους κρατάς για τον εαυτό σου, αλλά να τους μοιράζεσαι με όσους περισσότερους συνανθρώπους σου μπορείς.
Ένα παραμύθι θα διαβάσουμε σήμερα. Ένα πραμύθι που τα έχει όλα. Νεράιδες, ξωτικά, μάγισσες, ιππότες, πρίγκιπες, βασιλοπούλες.
Γιατί, πεζοπορώντας στο μονοπάτι της Βλαχοκερασιάς, μέσα στην καρδιά του δάσους της Σκιρίτιδας, είναι σαν να ξεφυλλίζεις τις σελίδες ενός παραμυθιού εικονογραφημένου. Τι λέτε; Ξεκινάμε;
Μια φορά κι έναν καιρό…
Η Βλαχοκερασιά Αρκαδίας
Ξεκινήσαμε από την πολύβουη Αθήνα με προορισμό το γραφικό χωριό της Βλαχοκερασιάς στο νομό Αρκαδίας.
Το χωριό έχει 700 κατοίκους και απέχει 22 χλμ. Ν της Τρίπολης και 195 χλμ. από την Αθήνα. Από την Τρίπολη κατευθυνόμαστε προς τη Σπάρτη.
Μετά τη Μανθυρέα, θα δούμε ταμπέλα δεξιά μας για Κερασιά-Βλαχοκερασιά-Κολλίνες. Μετά από 3 χλμ. βρισκόμαστε στο κέντρο του χωριού, όπου μας υποδέχεται η επιβλητική εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, δωρεά μεταναστών, που είναι χτισμένη στην πλατεία Ομογενών.
Το χωριό είναι χτισμένο σε υψόμετρο 950 μ. και είναι κατάφυτο από πυκνή βλάστηση με πλατάνια, καστανιές, καρυδιές και κερασιές.
Το όνομά του είναι συνδεδεμένο με την ιστορία του διπλανού οικισμού, της Κερασιάς.
Παλαιότερα τα δυο χωριά αποτελούσαν δυο γειτονιές, την Πέρα και τη Δώθε Κερασιά, ονομασμένα έτσι από την αφθονία του ομώνυμου δέντρου.
Όμως, κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, η Βλαχοκερασιά πέρασε στον έλεγχο του Τούρκου τοπάρχη της Τρίπολης, ύστερα από δόλο εις βάρος του Έλληνα Δημογέροντα.
Φαίνεται λοιπόν πως το όνομα προήλθε από το όνομα εκείνου του Δημογέροντα (Βλαχοκερασιώτης).
Η Βλαχοκερασιά, μέχρι το 2010, υπήρξε έδρα του Δήμου Σκιρίτιδας που συστάθηκε με το πρόγραμμα Καποδίστριας από τη συνένωση παλαιότερων κοινοτήτων της περιοχής, που αποτέλεσαν στη συνέχεια τα δημοτικά διαμερίσματα του δήμου.
Λειτούργησε την περίοδο 1999 -2010 οπότε και καταργήθηκε με την εφαρμογή του προγράμματος Καλλικράτης και εντάχθηκε στο νέο δήμο Τρίπολης.
Στην αρχαιότητα κατοικούσαν εδώ οι Σκιρίτες, οι οποίοι ήταν υποτελείς στους Σπαρτιάτες, διατηρώντας όμως αρκετές ελευθερίες.
Οι μεγαλύτεροι οικισμοί της Σκιρίτιδας ήταν το Οίον και οι Καρυές (τόπος καταγωγής των Καρυάτιδων).
Αποτελούσε περιοχή στρατηγικής σημασίας για το κράτος της Σπάρτης, αφού ήλεγχε το δρόμο προς την Τεγέα.
Ο Σκιρίτης λόχος που αποτελούνταν από άντρες της περιοχής, διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στο σπαρτιατικό στρατό.
Παρατασσόταν τιμητικά στο αριστερό άκρο του σπαρτιατικού στρατεύματος, διέθετε δύναμη 600 ανδρών, ενώ είχε ρόλο παρόμοιο με αυτό των “ειδικών δυνάμεων”.
Κατά τη διάρκεια νυχτερινής πορείας αναλάμβανε ανιχνευτικό ρόλο, όντας ο μοναδικός λόχος που προπορευόταν του βασιλικού. Ιδιαίτερη ικανότητα εμφάνιζε απέναντι σε ίλες ιππικού.
Οι Σκιρίτες χρησιμοποιούσαν σαν μέθοδο παραλλαγής και κάλυψης την σκόνη από κάρβουνο, με την οποία κάλυπταν το δέρμα τους, ώστε να επιχειρούν μυστικές αποστολές. Το σύμβολο που έφερε ήταν το λευκό γεράκι (Ιέραξ) σε μαύρο φόντο.
Σύμφωνα με το Διόδωρο το Σικελό, το σπουδαιότερο επίτευγμα του Σκιρίτη λόχου αποτέλεσε η δολοφονία, μεταξύ άλλων, δύο αδερφών του Ξέρξη μέσα στη βασιλική σκηνή, του Αβροκόμη του Πρεσβυτέρου και του Υπεράνθη, μία από τις νύχτες κατά τη διάρκεια της μάχης των Θερμοπυλών.
Το σχέδιο του βασιλιά Λεωνίδα ήταν η δολοφονία του ίδιου του Ξέρξη, τον οποίο όμως το απόσπασμα των Σκιριτών δεν βρήκε εντός της σκηνής του.
Το απόσπασμα εξοντώθηκε από τη δύναμη των “αθανάτων” όταν αργότερα έγινε αντιληπτό.
Κάπου εδώ μπαίνει στην ιστορία μας και ο δημιουργός του μονοπατιού της Βλαχοκερασιάς, ο Τάσος Μήτσιος, γέννημα του χωριού και ψυχή του Ορειβατικού Τμήματος της ΕΥΔΑΠ.
Ο Τάσος Μήτσιος, με απόλυτο σεβασμό στο φυσικό τοπίο, αλλά και με πολλές δυσκολίες και αντιξοότητες, διάνοιξε το μονοπάτι των 14 χλμ. μέσα στην καρδιά του δάσους της Σκιρίτιδας.
Όπου συναντούσε το μονοπάτι δέντρα, τα παράκαμπτε, μόνο κλάδευε και έκοβε ρείκια και αφάνες. Κάθε δέκα μέτρα χρειαζόταν μια ώρα.
Αναβίωσε παλιά αυλάκια που τροφοδοτούσαν γούρνες και αυτές στην συνέχεια περιβόλια, αυλάκια νερόμυλων και νεροτριβών, εγκαταλελειμμένα χωράφια, τοπία που είχαν να πατηθούν από άνθρωπο πάνω από 50 χρόνια αλλά και περιοχές που δεν αποτελούσαν πέρασμα ποτέ από άνθρωπο.
Στα δύσκολα μέρη, στους γκρεμούς, έβαλε σκοινιά να πιάνονται οι πεζοπόροι. Στα κομμένα όχτια έσκαψε σκαλοπάτια να κατεβαίνουν, στην αρχή του ποταμού μετά το μύλο του Παπαφιλίππου έφτιαξε γεφυράκι με κορμούς.
Επίσης σηματοδότησε την περιοχή βάφοντας διάφορα σημεία με κόκκινο χρώμα και κρεμώντας βαμμένα κεραμίδια που πήρε από τους γκρεμισμένους μύλους.
Ψάχνοντας στα ρουμάνια βρήκε και σε δυο σημεία νερό και ανέδειξε δυο πηγές. Η μια στο δάσος πριν κατέβουμε στο ποτάμι και την ονόμασε «Πηγή του Δάσους» κι η άλλη στην όχθη του ποταμού που την ονόμασε «Πηγή του Κώστα», το όνομα του γιου του, που πολλές φορές τον συνόδευε στη διάνοιξη, κάνοντάς του παρέα.
Έτσι οι ορειβάτες χαίρονται το νερό από τις πηγές καθώς και το νερό από τη βρύση στο Μελίσσι, που δεν παραλείπει κάθε χρόνο να την καθαρίσει.
Ο λόγος, δικαιωματικά, στον Τάσο Μήτσιο -που έψαξε και βρήκε το μονοπάτι των ονείρων του και το έκανε πραγματικότητα- ο οποίος θα μας ταξιδέψει στο μαγικό, παραμυθένιο τοπίο του δάσους της Σκιρίτιδας.
“Η περιοχή του δάσους της Σκιρίτιδας, απ’ όπου πηγάζει ο ποταμός Ευρώτας, βρίσκεται στα νότια του νομού Αρκαδίας καταλαμβάνοντας μια έκταση 40.000 στρεμμάτων.
Το υψόμετρο της έκτασης κυμαίνεται μεταξύ 650 μ. και 1100 μ. Η καταπράσινη αυτή περιοχή έχει βόρεια το Μαίναλο, δυτικά τον Ταΰγετο, ανατολικά τον Πάρνωνα και νότια το άνοιγμα μεταξύ του Πάρνωνα και του Ταΰγετου όπου βρίσκεται και η πεδιάδα της Σπάρτης.
Στις δασωμένες πλαγιές φωλιάζουν τα χωριά Αλεποχώρι – Κερασιά – Βλαχοκερασιά – Κολλίνες και Καλτεζές.
Εδώ βρισκόταν ο παλιός δρυμός της Σκιρίτιδας που σύμφωνα με τις διηγήσεις των προγόνων μας διατηρούνταν ακέραιος και παρθένος ως την αρχή της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.
Αποτελούνταν από αιωνόβιες δρυς ηλικίας ως και 110 ετών. Στην Ελληνική Επανάσταση ο Δρυμός καταστράφηκε.
Μετά την καταστροφή του τα γονιμότερα τμήματά του αρχικά καλλιεργήθηκαν με αμπέλια και αργότερα με σιτηρά σε έκταση 13.000 στρεμμάτων.
Τα υπόλοιπα ήταν πετρώδη, άγονα ή κατά τόπους σκεπασμένα από ρείκια, αφάνες και κουμαριές.
Το 1910 πρώτοι οι κάτοικοι της Βλαχοκερασιάς και της Κερασιάς άρχισαν να αναδασώνουν τα μέρη γύρω από τα χωριά τους.
Στην αρχή οι μαθητές των σχολείων και αργότερα οι ίδιοι οι κάτοικοι με προσωπική εθελοντική εργασία.
Το όνειρο της αναδάσωσης πραγματοποιήθηκε το 1976 από τον δασολόγο Αναστάσιο Στεφάνου.
Χάρη στην καταλληλότητα του εδάφους η καστανιά και η μαύρη πεύκη ήταν τα δέντρα που έδειξαν το μελλοντικό δρόμο της αναδάσωσης.
Από εδώ ξεκινά να κυλά τα νερά του, ο ποταμός Ευρώτας, διανύοντας πορεία 82 χλμ. μέχρι να τα εκβάλλει στον Λακωνικό κόλπο.
Στην αρχή του ποταμού βρίσκεται φράγμα για την υδροδότηση μέρους της περιοχής. Τα τελευταία χρόνια, βορειοδυτικά της Βλαχοκερασιάς λειτουργεί αιολικό πάρκο.
Το μονοπάτι είναι 14 χλμ. και η διάρκεια της διάσχισής του κυμαίνεται από 6 έως 8 ώρες. Αυτή η διακύμανση οφείλεται στο κατά πόσο αφιερώνει κανείς χρόνο, στα ενδιαφέροντα σημεία που βρίσκει στη διαδρομή.
Είναι εντελώς καινούριο δεν αφορά κάποιο παλιό μονοπάτι που ένωνε χωριά, ούτε σε οδηγεί στην κατάκτηση κάποιας βουνοκορυφής.
Η διαδρομή σχεδιάστηκε με σκοπό τη γνωριμία ενός μέρους, του πανέμορφου τοπίου που εκτείνεται γύρω από το χωριό Βλαχοκερασιά.
Το τοπίο αυτό περιλαμβάνει μία περιοχή του δάσους της Σκιρίτιδας, τους άγνωστους τόπους όπου ξεκινά να κυλά τα νερά του ο ποταμός Ευρώτας και τα υψώματα (γύρω στα 1080 μ.) από όπου μπορεί να αγναντέψει κανείς την ομορφιά του τοπίου.
Από αυτήν, τα 4 χλμ. περνούν μέσα από το πυκνό δάσος, τα 6 χλμ. ακολουθούν το ποτάμι και παραποτάμους και τα υπόλοιπα 4 χλμ. περνούν από τη ράχη ενός υψώματος που αποτελεί το μπαλκόνι της περιοχής.
Η διαδρομή έχει κυκλικό σχήμα, ξεκινά από τα ανατολικά του χωριού συνεχίζει νότια και ξαναγυρίζει από τη δυτική του πλευρά. Η συνολική υψομετρική διαφορά είναι 430 μ.
Η πορεία μας κατανέμεται, 5 χλμ. περίπου πάνω σε αγροτικό δρόμο και τα υπόλοιπα σε μονοπάτι. Η χάραξη και διαμόρφωση του μονοπατιού μέσα σε αυτήν την πυκνή βλάστηση, έγινε με σεβασμό στη φύση.
Ο επισκέπτης θα περάσει από παλιά αυλάκια που τροφοδοτούσαν γούρνες για το πότισμα των περιβολιών, θα περπατήσει πάνω σε αυλάκια νερόμυλων και νεροτριβών, εγκαταλειμμένα χωράφια, τοπία που έχουν να πατηθούν από άνθρωπο πάνω από 50 χρόνια αλλά και περιοχές που δεν αποτελούσαν πέρασμα ποτέ για άνθρωπο.
Ακόμη και οι ντόπιοι βλέπουν εδώ εικόνες που δεν τις έχουν ξαναδεί. Τα ξεχασμένα οπωροφόρα δέντρα και οι κληματαριές που έχουν γίνει ένα με την πυκνή βλάστηση, πάντα έχουν κάτι να μας κεράσουν από τους καρπούς τους.
Τα νερά των πηγών ζωντανεύουν το τοπίο μέσα στις δύσβατες ρεματιές και έρχονται να συναντήσουν το ποτάμι.
Στο πέρασμά τους δημιουργούν μικρούς καταρράχτες και λιμνούλες που δύσκολα αντιστέκεται κανείς στην πρόσκλησή τους να δροσιστεί σε αυτές.
Με οδηγό το μεράκι και αρκετή υπομονή μετά από προσπάθειες πολλών ημερών, όπου χρειάστηκαν αρκετές ώρες, ανοίχτηκε αυτό το μονοπάτι το οποίο μπορούν να επισκεφτούν όλοι, όσοι αγαπούν τη φύση. Χρειάζεται βέβαια να βελτιωθεί η σηματοδότηση και να αναδειχθούν οι νέες πηγές του.
Η αφετηρία του μονοπατιού βρίσκεται στα πρώτα μαγαζιά του χωριού. Αριστερά του δρόμου, απέναντι από τα πλατάνια έχει άνοιγμα που καλύπτει παλιό ρέμα.
Αφού γεμίσουμε τα παγούρια μας με νερό, θα ακολουθήσουμε το δρόμο (ανατολική κατεύθυνση), ο οποίος στην αρχή για λίγα μέτρα είναι άσφαλτος και μετά γίνεται αγροτικός.
Βγαίνουμε πολύ γρήγορα από το χωριό και ανηφορίζουμε, κάτω από αιωνόβιες καστανιές.
Μετά από 15 λεπτά πορείας, ακολουθούμε δεξιά μας (νότια) άλλο μικρό αγροτικό δρόμο που διασχίζει χωράφια με καστανιές.
Μπαίνουμε στη συνέχεια αριστερά σε μονοπάτι μέσα σε πυκνό δάσος με πεύκα. Το πέρασμά μας σ’ αυτό είναι σύντομο, 10 λεπτά περίπου, για να συναντήσουμε στη συνέχεια τον κεντρικό δρόμο που ενώνει τη Βλαχοκερασιά με τις Κολλίνες.
Έχουμε περάσει κάθετα αυτόν το δρόμο μέσα σε περιβάλλον από πεύκα και καστανιές συνεχίζοντας σε δασικό δρόμο.
Σε λίγα μέτρα ακολουθούμε δεξιά μας άλλον αγροτικό δρόμο που κατηφορίζει μέσα στο δάσος καταλήγοντας σε άνοιγμα που είναι χωράφι με καστανιές.
Το άνοιγμα αυτό μας δίνει τη δυνατότητα να απολαύσουμε το μωσαϊκό των χρωμάτων που μας προσφέρει η ποικιλία των δέντρων στο φθινοπωρινό τοπίο.
Στο επάνω μέρος του χωραφιού (αριστερά μας στη δασωμένη πλαγιά) ξεκινά μονοπάτι τραβερσάροντας στην πλαγιά. Το μονοπάτι που είναι πρόσφατα ανοιγμένο είναι εμφανές και σηματοδοτημένο.
Ελίσσεται μέσα σε πυκνό δάσος κυρίως από πεύκα και καστανιές. Έχει μικρές υψομετρικές διαφορές χρειάζεται όμως προσοχή για να μη χάσει κανείς τα σημάδια μέσα στην πυκνή βλάστηση.
Μετά από 1 ώρα και 30′ περίπου σε συνεχή σκιά με ατέλειωτες εικόνες από την ποικιλία των φυτών και μανιταριών που συναντάμε, η διαδρομή στο δάσος τελειώνει, συναντώντας αγροτικό δρόμο που έρχεται από το χωριό.
Περπατάμε λίγα μέτρα πάνω σε αυτόν (βόρεια κατεύθυνση) για να ακολουθήσουμε αμέσως μετά άλλο δευτερεύοντα αγροτικό δρόμο (αριστερά μας) που κατηφορίζει προς το ποτάμι.
Το κελάρυσμα του νερού μας καλωσορίζει προδιαθέτοντάς μας για την εικόνα που θα συναντήσουμε. Το τοπίο αλλάζει, τα πυκνά πλατάνια, οι ιτιές, τα καλάμια και η παρουσία του νερού μας δίνουν άλλη αίσθηση.
Ακολουθούμε τη ροή του ποταμού και σε μικρό διάστημα βγαίνουμε για λίγο από αυτό (δεξιά μας) πάνω σε φαρδύ μονοπάτι όπου περνά αγωγός ο οποίος χρησιμοποιείται για την υδροδότηση του χωριού.
Μετά από πορεία 15 λεπτών, μέσα σε πλατάνια, βελανιδιές, γαύρους και ιτιές, ξεπροβάλλει αριστερά μας, μέσα στην πυκνή βλάστηση, λίμνη που δημιουργείται από το τεχνητό φράγμα.
Συνεχίζουμε σε μονοπάτι δεξιά μας που περνά κάθετα παραπόταμο σκοτεινιασμένο από την πυκνή σκιά, για να βγει σύντομα σε αγροτικό δρόμο.
Η παρουσία του ερειπωμένου νερόμυλου που συναντάμε θα μας προξενήσει το θαυμασμό για την τέχνη και το μεράκι των μαστόρων της εποχής του.
Συνεχίζουμε για λίγο στο δρόμο και στην πρώτη στροφή (αριστερά) θα ακολουθήσουμε μονοπάτι που κατηφορίζει ξανά στο ποτάμι.
Η ροή του νερού γίνεται περισσότερη, χωρίς όμως να προβληματιζόμαστε για το πώς θα περάσουμε στην απέναντι όχθη, όσες φορές κι αν αυτό χρειαστεί.
Δεν αργούμε, να βγούμε για λίγο από το ποτάμι, ακολουθώντας παλιό αυλάκι και να ξανακατεβούμε αμέσως μετά ο’ αυτό. Στη συνέχεια ακολουθούμε το μονοπάτι δίπλα στο ποτάμι.
Το ενδιαφέρον είναι μεγάλο από την πυκνή βλάστηση και τη συνεχή παρουσία του νερού δημιουργώντας όμορφες εικόνες.
Περνάει από εγκαταλειμμένα λιβάδια, ερειπωμένους μύλους και νεροτριβές που τα σημάδια δείχνουν ότι πριν 50 χρόνια αυτά ήταν γεμάτα ζωή.
Θα μας χρειαστούν τουλάχιστον δύο ώρες πορείας σε αυτό το τοπίο για να φτάσουμε σε εγκαταλειμμένο χωράφι όπου δεξιά μας κατηφορίζει στενός παραπόταμος.
Αφού διασχίσουμε τον αγροτικό δρόμο που συναντάμε ανηφορίζουμε στο άνοιγμα που ακολουθεί την κοίτη του παραπόταμου μέσα σε πυκνή βλάστηση.
Εδώ το μονοπάτι έχει για πρώτη φορά ανοιχτεί. Οι εικόνες είναι πρωτόγνωρες ακόμη και για τους ντόπιους, με αρκετούς μικρούς καταρράκτες και λιμνούλες και τα δέντρα να σκεπάζουν το μονοπάτι ώοτε να μην μπορείς να δεις τον ουρανό. Όλα αυτά σου θυμίζουν ζούγκλα.
Μετά από μια ώρα περίπου σ’ αυτό το περιβάλλον, που σε μερικά σημεία χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε και τα χέρια μας για να σκαρφαλώσουμε και να διαβούμε μικρά περάσματα, φτάνουμε, στη χτισμένη πηγή του Μελισσιού κάτω από το αιωνόβιο πλατάνι.
Αφού ξεκουραστούμε και απολαύσουμε το δροσερό νερό της, ανηφορίζουμε στον αγροτικό δρόμο (σε βόρεια κατεύθυνση) για να βγούμε στη ράχη δίπλα στις επιβλητικές ανεμογεννήτριες που υψώνονται στις γύρω βουνοκορφές και αποτελούν το αιολικό πάρκο της περιοχής.
Ακολουθώντας τον αγροτικό δρόμο που ανηφορίζει στο ύψωμα, μέσα από χωράφια με καστανιές συναντάμε το όμορφο ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία.
Εδώ σταματάμε διότι η εικόνα έρχεται να συμπληρώσει αυτό που έλλειπε στην έως τώρα διαδρομή, δηλαδή το μπαλκόνι για να δούμε τη γύρω περιοχή. Βόρεια, βλέπουμε τις βουνοκορφές με τις ανεμογεννήτριες και στο βάθος το Μαίναλο.
Ανατολικά φαίνεται και το Αρτεμίσιο, πιο δεξιά μας η βόρεια κορυφογραμμή του Πάρνωνα και νότια ένα μεγάλο τμήμα του δάσους της Σκιρίτιδας και μέρος της διαδρομής μας, ενώ στο βάθος φαίνεται όλη η κορυφογραμμή του Ταϋγέτου.
Δυτικά η χαράδρα που ακολουθεί το ποτάμι και στο βάθος η Τσεμπερού και πιο πέρα το Λύκαιο όρος.
Μετά από εδώ, ακολουθούμε τον αγροτικό δρόμο κατηφορίζοντας, ώστε σε 20 λεπτά περίπου, να δούμε τα πρώτα σπίτια της Βλαχοκερασιάς όπου κυριαρχεί η μεγάλη πέτρινη εκκλησία με το ψηλό καμπαναριό της”.
(Η περιγραφή αυτή του Τάσου Μήτσιου έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα rivertrekking.gr)
Info
♦ Το μονοπάτι είναι 14 χλμ.
♦ Το 80% της διαδρομής είναι υπό σκιά. Οι προτεινόμενες εποχές για επίσκεψη, είναι από την άνοιξη έως το φθινόπωρο όχι όμως βροχερές μέρες διότι μέρος της διαδρομής περνά από ποτάμι
♦ Η συνολική υψομετρική διαφορά είναι 430 μ.
♦ Το μονοπάτι έχει καλή σήμανση με κόκκινα σημάδια
♦ Νερό βρίσκουμε στην αφετηρία αλλά και σε πηγές στη διαδρομή
♦ Ο χρόνος πορείας κυμαίνεται από 6-8 ώρες
♦ Η Βλαχοκερασιά βρίσκεται νότια του νομού Αρκαδίας απέχει από την Αθήνα 195 χλμ. – από την Τρίπολη 23 χλμ. και από τη Σπάρτη 42 χλμ. Το χωριό διαθέτει ξενώνα – ταβέρνες
♦ Η πορεία είναι καταγεγραμμένη με GPS
Για όλα τα παραπάνω, νομίζω ότι όλοι εμείς που αγαπάμε τα παραμύθια, οφείλουμε να πούμε ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Τάσο, ο οποίος συνεχίζει να ανοίγει καινούργια μονοπάτια σε διάφορα βουνά της Ελλάδας.
…Και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα!!!