Εξερευνώντας τα ορεινά μονοπάτια της Ζαρούχλας
Είναι Δευτέρα βράδυ, και κάθομαι στην οθόνη του υπολογιστή μου, έχοντας μόλις τελειώσει από μια δύσκολη ημέρα δουλειάς στο γραφείο.
Θέλω να γράψω για ν΄αποφορτιστώ. Θέλω να χαζέψω τις φωτογραφίες από τις περιπλανήσεις μου στα βουνά για να ξεκουράσω το μυαλό και την ψυχή μου.
Θέλω να ξαναθυμηθώ και ν’ αναπολήσω όμορφες στιγμές, στιγμές που μ’ έκαναν να νιώσω όμορφα, να νιώσω ευγνώμων.
Νιώθω ευγνώμων κάθε φορά που ανεβαίνω στα βουνά. Είναι μεγάλο προνόμιο στις μέρες μας να μπορείς ν΄απολαμβάνεις τα οφέλη της επαφής με τη φύση. Και κάθε φορά που μου δίνεται μια τέτοια ευκαιρία δεν την αφήνω να πάει χαμένη.
Όπως εκείνη την εξόρμηση σ’ ένα βουνό άγνωστο, αλλά τι σημασία έχει;
Κάθε βουνό έχει να δώσει μια φυσική παρουσία αυθύπαρκτη που στηρίζεται στις ιδιαίτερες ομορφιές του.
Πολλές προσιτές και γνώριμες, οι περισσότερες όμως άγνωστες, που μόνο όταν περπατήσεις στις δασωμένες πλαγιές και τις γυμνές κορυφογραμμές του θα γνωρίσεις.
Βρισκόμαστε στην ορεινή Αχαΐα, σε έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς, τη γραφική Ζαρούχλα.
Η Ζαρούχλα είναι χτισμένη σε υψόμετρο 1.030 μέτρων στις ανατολικές πλαγιές του Χελμού, στο βάθος μιας ρεματιάς και περιστοιχίζεται από ένα πυκνό δάσος ελάτων και μαυρόπευκων.
Η περιοχή κάποτε φημιζόταν για τους εξαιρετικούς κτίστες της. Το μαρτυρούν τα σκόρπια μέσα στο χωριό πυργόσπιτα, όσα έχουν απομείνει, με πιο εντυπωσιακό τον περίφημο Πύργο της Ζαρούχλας, ο οποίος αποτελεί διατηρητέο μνημείο από το 1985.
Το μαρτυρά και η όμορφη παλιά εκκλησία που προϋπαντεί τον επισκέπτη στην είσοδο του χωριού.
Το μενού περιλάμβανε ανάβαση στο Λιβαδάκι, μια κορυφή με υψόμετρο 1.836 μέτρων, η οποία αποτελεί την απόληξη μιας μακρόσυρτης κορυφογραμμής που ξεκινάει από το όρος Μαρμάτι, και αποτελεί το φυσικό σύνορο μεταξύ των νομών Αχαΐας και Κορινθίας.
Μπορεί ο χειμώνας να είναι στα τελειώματά του αλλά οι πυκνές χιονοπτώσεις που προηγήθηκαν έχουν φορτώσει τις πλαγιές των γύρω βουνών με μεγάλες ποσότητες χιονιού.
Η πορεία μας ξεκινάει από τον κεντρικό δρόμο του χωριού με τις ταβέρνες και φεύγουμε με κατεύθυνση νοτιοανατολική.
Μετά από 500 μέτρα, ξεκινάει δασικός δρόμος που κινείται παράλληλα με το ρέμα του Αγ. Νικολάου, όπου μαζί με τα υπόλοιπα ρέματα της περιοχής (Ριζανόρεμα, Κρυονέρι) χύνονται στην κοίτη του Κράθη ποταμού, τα νερά του οποίου τροφοδοτούν την υπέροχη λίμνη Τσιβλού που βρίσκεται παρακάτω.
Ακολουθούμε τα κόκκινα σημάδια στα δέντρα, απολαμβάνοντας τα πολλά τρεχούμενα νερά από τα χιόνια που λιώνουν.
Μετά από 2,7 χιλιόμετρα αφήνουμε τον δασικό δρόμο στ’ αριστερά μας, κι ανηφορίζουμε σε ράχη μέχρι την εκκλησία του Αγ. Νικολάου, η οποία είναι χτισμένη σε διάσελο με θέα προς τα βουνά της Κορινθίας.
Από εκεί, μάλιστα, ξεκινάει μονοπάτι που καταλήγει στο ορεινό χωριό Φενεός (Συβίστα).
Μετά την εκκλησία ακολουθούμε δευτερεύοντα χωματόδρομο με κατεύθυνση βορειοανατολική.
Μετά την τρίτη φουρκέτα τον αφήνουμε στ΄αριστερά μας και ανηφορίζουμε ελεύθερα προς την κορυφή.
Από εδώ η θέα προς την επιβλητική χιονισμένη κορυφογραμμή του Χελμού και τα βουνά της ορεινής Κορινθίας σ’ αφήνει άφωνο.
Εκεί πάνω όλες οι καταπιεσμένες από τα όρια των αστικών συμβάσεων αισθήσεις ξυπνούν και επανέρχονται σε πρωτόγονα, ανθρώπινα επίπεδα.
Το προσκλητήριο της φύσης είναι διαρκές και απευθύνεται σε όλους μας. Ο βουνίσιος αέρας φύσα αιώνια, το ποίημα της δημιουργίας δεν σταματά ποτέ. Ας μην είναι λίγα τα αυτιά που το ακούνε.