Κνωσός, το μυθικό ανάκτορο του Μίνωα
Το πιο αξιόλογο σημείο της Κρήτης είναι η Κνωσός, το μεγαλύτερο, ισχυρότερο και πιο εντυπωσιακό από τα μινωικά ανάκτορα.
Η Κνωσός, ο αγαπημένος σταθμός κάθε επισκέπτη της Μεγαλονήσου, βρίσκεται σε απόσταση 5 χλμ. νότια από την πόλη του Ηρακλείου.
Όπως είπε ο Καζαντζάκης, «στην Κνωσό χτυπάει αλλιώς η καρδιά σου, κι ο νους σου πλημμυρίζει από ερωτηματικά».
Εδώ, βρίσκονται τα ερείπια του μεγαλύτερου παλατιού του μινωικού πολιτισμού.
Σε αυτό το παλάτι κατοικούσε ο Μίνωας, που γεννήθηκε από την ένωση της Ευρώπης με το Δία.
Ο Μίνωας, ο ιδρυτής της μεγάλης κρητικής ναυτικής δύναμης, ο τρόμος των πειρατών, ο σοφός νομοθέτης και ο αρχηγός της μινωικής θρησκείας.
Ο μύθος του Μινώταυρου θέλει να δείξει την παντοδυναμία του Μίνωα και την υποτέλεια της Αθήνας στην Κρήτη.
Γύρω από το μεγαλειώδες ανάκτορό του δημιουργήθηκε η αρχαιότερη και ενδοξότερη πόλη της Κρήτης και αναπτύχθηκε ο μινωικός πολιτισμός.
Η πόλη κατοικήθηκε από τη νεολιθική εποχή γύρω στο 6000-5000 π.Χ. και αποτέλεσε τον πυρήνα για τη δημιουργία του πρώτου ελληνικού κράτους, της πρώτης θρησκείας, της πρώτης τέχνης με ελληνικό χαρακτήρα.
Το ανάκτορο κτίστηκε πάνω στο ύψωμα Κεφάλα, δίπλα στον ποταμό Καίρατο, στη μέση εύφορης κοιλάδας και καταλάμβανε μια έκταση 22.000 τ.μ.
Εντύπωση προκαλούν η ποικιλία των δομικών υλικών, τα χρωματιστά κονιάματα, οι ορθομαρμαρώσεις και οι τοιχογραφίες που κοσμούν δωμάτια και διαδρόμους.
Τις υψηλές τεχνικές γνώσεις των Μινωϊτών επιβεβαιώνουν πρωτότυπες αρχιτεκτονικές και κατασκευαστικές επινοήσεις, όπως οι φωταγωγοί και τα πολύθυρα, η χρήση δοκαριών για ενίσχυση της τοιχοποιίας, καθώς και το σύνθετο αποχετευτικό και υδρευτικό δίκτυο.
Γύρω από αυτό απλωνόταν η πόλη που την κατοικούσαν 80.000-100.000 άνθρωποι. Λιμάνια της ήταν η Αμνισός και το Ηράκλειο.
Η Κνωσός έκοψε πολλά νομίσματα. Τα περισσότερα παρίσταναν το Μινώταυρο να κρατά στο χέρι του πέτρα. Ακόμα παριστάνεται ο Λαβύρινθος.
Επίσης εικονίζεται το κεφάλι της Αθηνάς, που ήταν η προγονική θεά των Κνωσίων, αλλά και η Δήμητρα, μιας και οι Κνώσιοι περηφανεύονταν ότι ήταν οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν το σιτάρι σαν τροφή.
Αλλά πάντοτε στα νομίσματα της Κνωσού όλων των εποχών, ακόμα και στα ρωμαϊκά που απεικόνιζαν τα κεφάλια Ρωμαίων Υπάτων, στην άλλη πλευρά απεικονιζόταν ο Λαβύρινθος.
Ο Λαβύρινθος προέρχεται από τη λυδική λέξη «Λάβρυς» που σημαίνει διπλός πέλεκυς.
Ο πέλεκυς αποτελεί το ιερό σύμβολο της μινωικής θρησκείας και με τέτοιους ήταν γεμάτο το ανάκτορο της Κνωσού.
Πρώτος άρχισε ανασκαφές στο χώρο το 1878, ο Μίνως Καλοκαιρινός. Τις συστηματικοποίησε όμως ο Άρθουρ Έβανς το 1900.
Το ανάκτορο που βλέπει κανείς σήμερα, δεν είναι εκείνο το αρχικό, το οποίο καταστράφηκε από σεισμό (όπως και οι περισσότερες πόλεις της Κρήτης), το 1700.
Είναι το δεύτερο που ξαναχτίστηκε μετά το 1700 π.Χ. μεγαλοπρεπέστερο και σηματοδοτεί τη νεοανακτορική περίοδο που κράτησε έως το 1400 π.Χ.
Το 1450 π.Χ., μετά από μερική καταστροφή της Κνωσού, εγκαθίστανται στην πόλη Μυκηναίοι, χωρίς όμως να ξανακτίσουν τα ανάκτορα.
Από τις επόμενες περιόδους σώζονται λίγα λείψανα, τα περισσότερα από τα οποία είναι τάφοι και ένας μικρός κλασικός ναός στην περιοχή του ανακτόρου.
Μεγάλη άνθιση γνώρισε η πόλη κατά την ελληνιστική περίοδο (ιερό Γλαύκου, ιερό Δήμητρας, λαξευτοί τάφοι, χρήση βόρειου νεκροταφείου, οχυρωματικοί πύργοι).
Το 67 π.X. ο Quintus Caecilius Metellus Creticus κατέλαβε την Κνωσό και ίδρυσε ρωμαϊκή αποικία με το όνομα Colonia Julia Nobilis.
Στην περίοδο αυτή ανήκει η ”έπαυλη του Διονύσου” με τα θαυμάσια ψηφιδωτά.
Στη βυζαντινή εποχή η Κνωσός αποτέλεσε έδρα επισκόπου, ενώ διατηρούνται ακόμη τα λείψανα βασιλικής του 6ου αι. μ.Χ.
Μετά την αραβική κατάκτηση της Κρήτης, το λιμάνι του Ηρακλείου αρχίζει να αποκτά μεγαλύτερη σπουδαιότητα, ενώ η Κνωσός αρχίζει να ξεχνιέται σιγά-σιγά.
Ένας μικρός οικισμός κτίστηκε πάνω στα ρωμαϊκά ερείπια και αναφέρεται σαν ”Μακρύτοιχος”, παίρνοντας το όνομα του από ένα μακρύ τοίχο, λείψανο της ρωμαϊκής Κνωσού.
Το ανάκτορο
Το ανάκτορο αναπτύσσεται γύρω από τη μεγάλη Κεντρική Αυλή, χώρο δημόσιων συγκεντρώσεων.
Δεύτερη αυλή, η Δυτική, αποτελούσε την επίσημη πρόσβαση στο ανάκτορο αλλά και χώρο τελετών.
Στη δυτική πτέρυγα εντάσσονται οι επίσημοι χώροι διοικητικών και θρησκευτικών δραστηριοτήτων: το Τριμερές Ιερό, τα Ιερά Θησαυροφυλάκια και οι Υπόστυλες Κρύπτες.
Ξεχωρίζει η Αίθουσα του Θρόνου, με τη δεξαμενή καθαρμών και τον αλαβάστρινο θρόνο που πλαισιώνεται από θρανία.
Στη νότια πτέρυγα σημαντικότεροι χώροι είναι το Νότιο Πρόπυλο, ο Διάδρομος της Πομπής και η Νότια Είσοδος με την τοιχογραφία του πρίγκηπα με τα Κρίνα.
Στην ανατολική πτέρυγα εντάσσονται χώροι κατοίκησης και μεγάλες αίθουσες υποδοχής, με κυριότερες την Αίθουσα των Διπλών Πελέκεων και το Μέγαρο της Βασίλισσας. Σε αυτές οδηγεί το επιβλητικό μεγάλο Κλιμακοστάσιο.
Από τη Βόρεια Είσοδο γινόταν η επικοινωνία με το λιμάνι της Κνωσού.
Η Βόρεια Είσοδος πλαισιώνεται από υπερυψωμένες στοές, από τις οποίες η δυτική κοσμείται με την τοιχογραφία του Κυνηγιού Ταύρου.
Μεγάλος λιθόστρωτος πομπικός δρόμος, ο Βασιλικός Δρόμος, οδηγούσε από το Μικρό Ανάκτορο και την πόλη στη βορειοδυτική γωνία του ανακτόρου, όπου διαμορφώνεται υπαίθριος θεατρικός χώρος.
Γύρω από το ανάκτορο εκτεινόταν ο μινωικός οικισμός και, στους λόφους, τα νεκροταφεία.
Σημαντικά οικοδομήματα της ίδιας περιόδου είναι: η Νότια Οικία, η Οικία του ιερού Βήματος, το Μικρό Ανάκτορο, ο Ξενώνας, η Βασιλική Επαυλη και ο Τάφος-Ιερό.
Από τη ρωμαϊκή Κνωσσό σημαντικό οικοδόμημα είναι η Βίλλα του Διονύσου με ψηφιδωτά δάπεδα (2ος αι. μ.Χ.).
Το 1961 αποκαλύφθηκαν νεολιθικά οικήματα κάτω από την αυλή των ανακτόρων.
Τα πολυάριθμα, εξαιρετικής τέχνης, ευρήματα από το ανάκτορο, αγγεία, σκεύη, ειδώλια, το αρχείο πινακίδων της Γραμμικής Β γραφής, καθώς και τα πρωτότυπα των τοιχογραφιών, φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου.