Μονοπάτια Δυτικού Ολύμπου: Χειμερινή ανάβαση στον Κίτρο
Τα βουνά έχουν τον δικό τους μοναδικό τρόπο να σε μαγεύουν, ο οποίος δεν έχει σχέση μόνο με τον όγκο και το ύψος τους ή με την βιοποικιλότητά τους, αλλά και με το ιστορικό και μυθολογικό πέπλο που τα περιβάλλει. Πόσο, μάλλον, ένα βουνό που συνδυάζει όλα τα παραπάνω.
Όλυμπος. Ένα βουνό που φυλάει στα σπλάχνα του την ίδια την ψυχή της Ελλάδας. Ένα βουνό που στις κορυφές του έχουν περπατήσει θεοί και ήρωες.
Ένα βουνό όπου ο μύθος γίνεται ιστορία και η πραγματικότητα μυθοποιείται.
Όλυμπος. Μια κιβωτός της φύσης, που παλεύει να παραμείνει παρθένα κι ανέγγιχτη, σε πείσμα της ανθρώπινης βλακείας.
Όλυμπος. Το καθάριο βουνό µε τα χίλια και δυο πρόσωπα που απ’ όποιο σημείο του ορίζοντα κι αν το κοιτάξεις, καταλαβαίνεις πολύ καλά γιατί οι αρχαίοι Έλληνες τοποθέτησαν στις κορυφές του την κατοικία των θεών τους.
Κάπου, λοιπόν, ανάµεσα στο δέος που προκαλεί η θέαση του ψηλότερου βουνού της Ελλάδας και στο µυστήριο που αποπνέουν η ιστορία του και οι δραµατικές µεταβολές στη µορφολογία του τοπίου, ξεπηδά η επιθυµία µιας ανάβασης στις ψηλές, αλπικές κορυφές του.
Τα φαράγγια κι οι πλαγιές του μυθικού βουνού διατρέχονται από μονοπάτια ανείπωτης ομορφιάς, όπου σαν ζωογόνες φλέβες το «αιματοδοτούν» με την ανθρώπινη παρουσία.
Τον Όλυμπο, όπως και κάθε βουνό, για να τον καταλάβεις και να τον αισθανθείς, θα πρέπει να τον περπατήσεις. Στο παρελθόν, είχα την τύχη να τον περπατήσω από πολλές πλευρές του, όπως μπορείτε να δείτε στις παρακάτω αναρτήσεις:
Όλυμπος, το μυθικό βουνό (Μέρος Α)
Όλυμπος, το μυθικό βουνό (Μέρος Β)
Μονοπάτια βορείου Ολύμπου: Διάσχιση του ρέματος Ναούμ
Μονοπάτια βορείου Ολύμπου: Κόψη Μπαρμπαλά
Μονοπάτια νοτίου Ολύμπου: Χειμερινή ανάβαση στο Σκολιό
Στα υπέροχα βουνά της Ελλάδας, με την ακλόνητη γοητεία τους, που κρύβουν μέσα τους την ψυχή αυτού του τόπου, εμείς οι ταπεινοί επισκέπτες τους επαναπροσδιορίζουμε τις πραγματικές αξίες της ζωής.
Ποτέ, όμως, δεν είχα βρεθεί στην δυτική πλευρά του βουνού, στον Θεσσαλικό Όλυμπο όπως αποκαλείται.
Όταν, μάλιστα, έφτασαν στ’ αυτιά μου οι φήμες ότι από τις κορυφές του δυτικού συμπλέγματος, και συγκεκριμένα από την κορυφή του Κίτρου, η θέα προς τις ψηλότερες κορυφές της Ελλάδας είναι συγκλονιστική, τότε πραγματικά άρχισα να ιντριγκάρομαι.
Μια καλή παρέα κι ένα Σαββατοκύριακο με καλές καιρικές συνθήκες στην καρδιά του χειμώνα ήταν οι δύο βασικοί πυλώνες πάνω στους οποίους στήθηκε το «οικοδόμημα» μιας χειμερινής ανάβασης στον Κίτρο, με αφετηρία τον γραφικό οικισμό του Κοκκινοπηλού.
Ο Κοκκινοπηλός είναι χτισμένος σε υψόμετρο 1.150 μέτρων στις βορειοδυτικές πλαγιές του Ολύμπου και είναι το ορεινότερο χωριό του νομού Λάρισας. Απέχει 34 χλμ. από την Ελασσόνα και 50 χλμ. από την Κατερίνη.
Το χωριό είναι γνωστό και ως Κοκκινοπλός. Η ονομασία του προήλθε κατά γενική ομολογία από το χαρακτηριστικό κόκκινο χώμα του εδάφους.
Δημιουργήθηκε γύρω στο 12ο αιώνα από Βλάχους γεωργούς και κτηνοτρόφους και στην Τουρκοκρατία αποτέλεσε λημέρι κλεφτών και αρματολών.
Κατά τον 19ο αιώνα, ο πληθυσμός του χωριού άρχισε να μειώνεται λόγω της εξουσίας του Αλή Πασά, τις επιδρομές των Τουρκαλβανών ληστών, αλλά και την επιδημία χολέρας που έπληξε το χωριό το 1813.
Στην Κατοχή, στο χωριό δρούσαν αντάρτες, με αποτέλεσμα να πυρποληθεί από τους Γερμανούς, οπότε και μεταπολεμικά παρατηρήθηκε και πάλι μεγάλη φυγή του πληθυσμού.
Σύμφωνα με την απογραφή του 2001, ο πληθυσμός του είναι 200 κάτοικοι, οι οποίοι ασχολούνται με την υλοτομία, τη γεωργία και την κτηνοτροφία.
Η Αγ. Παρασκευή, ο Αγ. Χαράλαμπος, ο Αγ. Αθανάσιος, το Αγιονέρι, η πλατεία με τον αιωνόβιο πλάτανο και οι πολυάριθμες βρύσες είναι μερικά από τα αξιοθέατα.
Από τον Κοκκινοπηλό ξεκινούν τα μονοπάτια και οι διαδρομές του Ολύμπου μέσω «Ρούδι» ή «Σταλαγματιάς».
Η διαδρομή μας ξεκινάει λίγο μετά τα τελευταία σπίτια της νότιας πλευράς του χιονοσκέπαστου χωριού.
Είναι νωρίς το πρωί και τα πάντα γύρω μας είναι παγωμένα. Όπως κι εμείς.
Γρήγορα, όμως, θα ζεσταθούμε καθώς ανηφορίζουμε στα μακροσκελή καγκέλια του μονοπατιού –τμήμα του ευρωπαϊκού μονοπατιού Ε4- μέχρι τα 1.350 μέτρα υψόμετρο (1,2 χλμ. πορείας), όπου υπάρχει και κιόσκι με απεριόριστη θέα προς τον κάμπο και τα γύρω βουνά (θέα προς Δ-ΝΔ).
Στο σημείο αυτό υπάρχει διασταύρωση μονοπατιών. Ευθεία μπαίνει στη χαράδρα της Σταλαγματιάς, ενώ αριστερά ανηφορίζει απότομα σε πλαγιά με χαμηλή βλάστηση (στην αρχή) και λίγο παραπάνω εισέρχεται σε δασώδη περιοχή (1.430 μ. υψόμετρο).

Ακολουθώντας την πυκνή σήμανση (μεταλλικά σημάδια στα δέντρα, ενώ υπάρχει και η επιπλέον σήμανση του Faethon Olympus Marathon), κινούμαστε –απροβλημάτιστα μεν- αλλά κοπιωδώς στην απότομη πλαγιά, με την κατάσταση ν’ αρχίζει να χειροτερεύει καθώς το χιόνι βαθαίνει.
Στα 1.700 μέτρα υψόμετρο (2,2 χλμ. πορείας) βγαίνουμε από τη δασωμένη περιοχή και μπαίνουμε σιγά-σιγά στο αλπικό κομμάτι του βουνού, με την βλάστηση σταδιακά ν’ αραιώνει.

Αγνοούμε την πετρόχτιστη πηγή «Ρούδι» στα δεξιά μας και ακολουθώντας τους μεταλλικούς στήλους με τη σήμανση του μονοπατιού, πιάνουμε τη ράχη που θα μας βγάλει σταδιακά στην κορυφογραμμή, με το χιόνι να έχει βαθύνει αρκετά.
Στα 2.110 μέτρα υψόμετρο υπάρχει μεγάλο κούκος που σηματοδοτεί την αφετηρία της ράχης.
Εδώ οι δυνατοί Ολύμπιοι αέρηδες έχουν ξυρίσει τη ράχη, με συνέπεια το χιόνι να μη μας προβληματίζει ιδιαίτερα.
Η ράχη αυτή μας βγάζει γρήγορα στα 2.260 μέτρα υψόμετρο, απ’ όπου ξεκινάει η κορυφογραμμή του Κίτρου.
Καθώς προσεγγίζεις την κορυφογραμμή, αποκαλύπτεται σταδιακά μπροστά στα μάτια σου το αλπικό μεγαλείο των χιονισμένων ψηλών κορυφών του Ολύμπου στα ανατολικά.
Πόσο όμορφη μπορεί να γίνει η στιγμή όταν ενωνόμαστε μαζί της. Όταν τη γευόμαστε, τη χαιρόμαστε, τη ζούμε. Όταν την αγκαλιάζουμε με την καρδιά, όταν την απολαμβάνουμε με το συναίσθημά μας.

Δεν ξέρω ρε παιδιά, αλλά δεν υπάρχουν λόγια που μπορούν ν’ αποδώσουν με ακρίβεια το βάθος και την ένταση των συναισθημάτων που πλημμύρισαν εκείνη την μαγική στιγμή την ψυχή και την καρδιά μου.
Λέω συχνά ότι:
«Ένα χιονισμένο βουνό είναι η συγνώμη του θεού στον άνθρωπο για τον παράδεισο που του πήρε»
Αν δεν βιώσεις αυτό το θέαμα δεν μπορείς ν’ αντιληφθείς την αλήθεια που κρύβει αυτή η φράση.
Νομίζω ότι ούτε ο καλύτερος ζωγράφος θα μπορούσε να σκιαγραφήσει με τόση τελειότητα αυτό το λευκό χειμωνιάτικο τοπίο που αποκαλύφθηκε ξαφνικά μπροστά μου.
Η εικόνα του λευκού άγριου αλπικού ανάγλυφου του Ολύμπου με συγκλόνησε, κι ένα δάκρυ κύλησε από την συγκίνηση.
Δεν μου ήταν εύκολο να διαχειριστώ συναισθηματικά αυτό το θέαμα. Όσοι έχετε καψούρα με τα βουνά θα με καταλάβετε.
Καθώς κινούμαστε -άνετα μεν προσεκτικά δε- πάνω στην χιονισμένη κορυφογραμμή, γύρω μας αποκαλύπτεται στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα ολόκληρο το ορεινό μεγαλείο της χώρας μας.
Έκπληξη αποτέλεσε η μεγάλη ποσότητα χιονιού που ήταν συγκεντρωμένη πάνω στην κόψη του Κίτρου, χωρίς όμως να κρύβει παγίδες (κορνίζες κ.λπ.).
Με προσεκτικά βήματα και χωρίς ν’ αντιμετωπίσουμε ιδιαίτερα προβλήματα, προσεγγίζουμε το κολωνάκι της κορυφής στα 2.416 μέτρα υψόμετρο μετά από 4 ώρες ανάβασης.
Υπήρξαν κάποιες σκέψεις συνέχισης της πορείας πάνω στη ράχη μέχρι την παρακείμενη κορυφή Φλάμπουρο, αλλά γρήγορα ξεχάστηκαν, μιας κι ο καιρός άρχισε να δείχνει σημάδια αλλαγής, ενώ το ενδεχόμενο μιας κυκλικής διαδρομής με επιστροφή μέσω της χαράδρας της Σταλαγματιάς είχε αποκλειστεί προ πολλού για ευνόητους λόγους.
Έτσι, επιλέξαμε τον ασφαλή δρόμο της επιστροφής στον Κοκκινοπηλό από τα ίδια, με μια γενναία στάση για ξεδίψασμα στην πηγή «Ρούδι», στα 1.800 μέτρα υψόμετρο.
Γεμάτοι από ικανοποίηση φτάσαμε στον Κοκκινοπηλό, ο οποίος μας υποδέχθηκε σιωπηλός, όπως συμβαίνει σε όλα τα ορεινά χωριά τα οποία έχουν βυθιστεί στη σιωπή της εγκατάλειψης.
Μελαγχολική διαπίστωση, αλλά δυστυχώς είναι ένα φαινόμενο που εμείς οι ορειβάτες το συναντάμε συχνά κατά τις εξορμήσεις μας στην ελληνική ύπαιθρο.
Ένα ακόμη ταξίδι στο ορεινό μεγαλείο της χώρας μας έφτασε στο τέλος του. Ένα ακόμη ταξίδι, γεμάτο έντονα συναισθήματα και πολλά διδάγματα.
Γιατί εκεί, στα υπέροχα βουνά της Ελλάδας, με την ακλόνητη γοητεία τους, που κρύβουν μέσα τους την ψυχή αυτού του τόπου, εμείς οι ταπεινοί επισκέπτες τους επαναπροσδιορίζουμε τις πραγματικές αξίες της ζωής.
Εκεί, που ο άνθρωπος αναμετριέται με ορθόστητες πλαγιές, επιβλητικές χαράδρες και αγέρωχες κορυφές και ξαφνικά αντιλαμβάνεται πόσο μικρός κι ασήμαντος φαντάζει μπροστά σ’ αυτά τα θαυμαστά δημιουργήματα της φύσης.