Το δωρικό χειμερινό μεγαλείο του Ταΰγετου
Χειμερινό βουνό. Το σπίτι μου. Το μέρος που έχω βιώσει μερικές από τις πιο δυνατές εμπειρίες της ζωής μου.
Πόσο διαρκεί μια ανάβαση στην κορυφή ενός χιονισμένου βουνού; Μια στιγμή μπροστά στην αιωνιότητα. Όσο κρατάει μια ανάσα.
Κι όμως, είναι αρκετή για να γεννήσει μέσα σου τα πιο έντονα και ευγενή συναισθήματα.
Ο χρόνος που περνώ στα βουνά είναι ευλογία. Η πιο επικερδής επένδυση της ζωής μου.
Εκείνη η μέρα που με βρήκε να περιπλανιέμαι στις κατάλευκες πλαγιές του «αρσενικού» βουνού, ταρακούνησε συθέμελα τη ζωή μου.
Σε αναβάσεις όπως αυτή, ο χρόνος μοιάζει να επιβραδύνει. Πώς αλλιώς θα χωρούσαν τόσες εμπειρίες σε τόσο λίγο χρόνο;
Ένα μεγάλο μάθημα ζωής. Γιατί η ζωή πρέπει να κυλάει αργά. Πολυτέλεια, στην πόλη των ξέφρενων ρυθμών.
Εκεί, πάνω, όμως, ο χρόνος είναι ένας φίλος που σου ψιθυρίζει ν’ αδράξεις τη μέρα, ν’ αδράξεις τη ζωή.
Γιατί μια μέρα μπορεί να διαρκέσει μια στιγμή, να χαθεί σαν αστραπή ή μπορεί να γίνει μια αιωνιότητα.
Ο χαρακτηρισμός του Ταΰγετου ως «αρσενικό» βουνό ανήκει στον πεζογράφο Στρατή Μυριβήλη, ενώ ο συνάδελφός του Κώστας Ουράνης συμπληρώνει:
«Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα υπήρχε βουνό με τέτοιο χαρακτήρα, τέτοιαν ατομικότητα. Η εικόνα του ήταν άφθαστα μεγαλοπρεπής. Παρουσιάζεται στηριγμένος σε τεράστιες, συμπαγείς πλαγιές, παρόμοιες με στηρίγματα τειχών, χρώματος μωβ και μολυβένιου, και οι κορφές του, που έχουν σχήματα πυραμίδων ξεκόβονται στο γαλανό ουρανό κατακάθαρα και σκληρά»
Βαθιά δωρικός και αισθαντικός, ο Ταΰγετος δεν είναι ένα βουνό σαν όλα τ’ άλλα. Είναι ιδιαίτερος γιατί είναι αλλιώτικος κάθε στιγμή της μέρας, κάθε εποχή του χρόνου και όχι μόνο. Πόσο μάλλον ένα ηλιόλουστο πρωινό στην καρδιά του χειμώνα.
Όμως τίποτα δεν μπορείς να το καταλάβεις, να το νιώσεις όπως πραγματικά είναι, αν δεν το βιώσεις, αν δεν γίνεις εσύ το υποκείμενο.
Πάμε, λοιπόν, να περπατήσουμε στο χιονισμένο μονοπάτι, μήκους 4 περίπου χιλιομέτρων, που θα μας ανεβάσει στην ψηλότερη κορυφή της Πελοποννήσου.
Αφετηρία από τη θέση «Βαρβάρα», στα 1.550 μέτρα υψόμετρο, εκεί που είναι χτισμένο το καταφύγιο του βουνού.
Περισσότερες πληροφορίες για το καταφύγιο, μπορείτε να βρείτε στην παρακάτω ανάρτηση:
Από το καταφύγιο, ύστερα από ένα σύντομο δασωμένο τμήμα, διασχίζουμε μια ρεματιά και στη συνέχεια ανηφορίζουμε απότομα μέχρι ένα μικρό οροπέδιο.
Στη συνέχεια περνάμε δεύτερη ρεματιά και δεύτερο λιβάδι, όπου κάνοντας ελιγμό αφήνουμε στ’ αριστερά μας τη λάκκα Γούβες.
Ακόμη ψηλότερα κάνοντας ελιγμούς ανάμεσα στα βράχια, φτάνουμε στις Πλάκες, ένα μεγάλο ανηφορικό ζωνάρι που σχηματίζει ένα φυσικό πλακόστρωτο σαν μονοπάτι στην πλαγιά.
Καθώς ανηφορίζω αργά στις Πλάκες κι αντικρύζω μπροστά μου την λαμπιρίζουσα στον χλωμό χειμωνιάτικο ήλιο Πυραμίδα, αισθάνομαι να μπαίνω σε μια ανώτερη διάσταση.
Κάθε βήμα μοιάζει να με φέρνει όλο και πιο κοντά στον παράδεισο, όλο και πιο κοντά στη στιγμή που ποτέ δεν πιάνεται, στη στιγμή που περνά και χάνεται.
Το μονοπάτι μας βγάζει στις Πόρτες, ένα μικρό σχίσμα στο διάσελο μεταξύ Προφήτη Ηλία και Αθάνατης Ράχης.
Μπροστά μας πια στέκεται ορθόστητη η ψηλότερη κορυφή της Πελοποννήσου.
Προφήτης Ηλίας. Δείχνει σα μια καλοβαλμένη πυραμίδα, ακουμπισμένη θαρρείς από θεϊκό χέρι, ένας τέλειος κώνος.
Ακολουθώντας τη ράχη της νότιας πλαγιάς του, αποκλίνοντας σταδιακά προς τα δυτικά (δεξιά), βγαίνουμε στο πλάτωμα της κορυφής, στα 2.405 μέτρα υψόμετρο.
Το χιονισμένο βουνό είναι ένας άλλος κόσμος, μυστικιστικός, μέσα στον ζοφερό κόσμο μας, μια άλλη πιθανότητα, μια άλλη εκδοχή ενός κόσμου και μιας ζωής που δεν τολμάμε ούτε να ονειρευτούμε.
Ας κάνουμε έστω την προσπάθεια.