Ξέρω τι έκανες πέρσι το καλοκαίρι στο Πάικο
Κάθε φορά που επιστρέφω στα βουνά της ιδιαίτερης πατρίδας μου διαβαίνω μια πύλη, σα να εισέρχομαι σ’ ένα παράλληλο σύμπαν.
Κι όταν πρέπει να αφηγηθώ τι είδα και τι γνώρισα σ’ αυτό το παράλληλο σύμπαν παίρνω βαθιά ανάσα, διαλέγω προσεκτικά τις λέξεις και αφηγούμαι.
Στιγμές, γεγονότα, εικόνες, μνήμες, αντικείμενα, γεύσεις, μυρωδιές, άνθρωποι, όλα αναμνήσεις μιας χαμένης ξέγνοιαστης καθημερινότητας που περνούν με ταχύτητα φωτός από το μυαλό.
Εκεί, στα βουνά της Μακεδονίας είναι βαθιά ριζωμένα το παρελθόν μου, η ιστορία μου, οι παραδόσεις μου, η ταυτότητά μου, η ίδια μου η ζωή. Όλα εκείνα που μ’ έκαναν αυτό που είμαι σήμερα.
Μια καταιγίδα από άπειρες αναμνήσεις κι ένας ποταμός συναισθημάτων κατακλύζουν την ψυχή και το μυαλό, καθώς προσπαθώ ν’ αποτυπώσω τις εμπειρίες μου από εκείνη την καλοκαιρινή εξόρμηση στο Πάικο.
Το Πάικο, όσοι δεν γνωρίζετε, βρίσκεται στην Κεντρική Μακεδονία και καταλαμβάνει το δυτικό τμήμα του Νομού Κιλκίς και το βορειοανατολικό του Νομού Πέλλας.
Στα βόρεια και στα δυτικά συνδέεται με την Τζένα και το Πίνοβο, ενώ στα ανατολικά του έχει την κοιλάδα του Αξιού.
Ψηλότερη κορυφή του βουνού είναι η Γκόλα Τσούκα που φτάνει τα 1.650 μέτρα. Άλλες σημαντικές κορυφές είναι το Καντάστι (1.649 μ.), το Μετερίζι (1.598 μ.), το Εκκλησάκι (1.529 μ.), το Κίργκο (1.507 μ.), τα Βερτόπια (1.490 μ.), ο Πύργος (1.494 μ.), οι Πετράδες (1.350 μ.) κ.α.
Το Πάικο φιλοξενεί το μεγαλύτερο δάσος καστανιάς στην Ελλάδα (4.500 στρέμματα) και είναι αρκετά πλούσιο σε πηγαία και επιφανειακά νερά, όπως ενδεικτικά:
Το Μέγα Ρέμα ή Ρέμα Πρωτομαγιάς, τον Στραβοπόταμο ή Μαυροπόταμο, που ρέει ανάμεσα στη Γρίβα και την Κάρπη, τον Ξεροπόταμο (Σούχα Ρέκα) ή Πλατανόρεμα με πόσιμο νερό, που βρίσκεται στα όρια Γουμένισσας – Φιλυριάς και το ρέμα Γράμος. Όλοι οι παραπάνω ποταμοί χύνονται στον Αξιό, ενώ ο Γράμμος στα νοτιοδυτικά χύνεται στο Λουδία.
Στο Πάικο υπάρχει η τεχνητή λίμνη Μεταλλείου, στην περιοχή παλαιότερου μεταλλείου αργύρου, στο Μέγα Ρέμα, καθώς επίσης και η Σμαραγδένια λίμνη μεταξύ Σκρα και Κούπας, στον ανώτερο ρου του Μεγάλου Ρέματος που σχηματίζει εντυπωσιακό καταρράκτη πριν τα νερά του πέσουν στη λίμνη.
Το Πάικο αποτελεί ένα ανοιχτό παράθυρο στις ομορφιές της Μητέρας Φύσης, όπως εύστοχα το χαρακτήρισε το Δασαρχείο Γουμένισσας σ’ ένα ενημερωτικό φυλλάδιο που έχει εκδώσει.
Στο φυλλάδιο αυτό, διαβάζουμε ότι η δασική βλάστηση εμφανίζει μεγάλη ποικιλότητα τόσο σε πλούσια πυκνοφυή και υψηλά δάση οξυάς (από τα ωραιότερα που έχω συναντήσει σε ελληνικά βουνά), δρυός και καστανιάς όσο και σε παρεδάφια με αγρωστώδη είδη που καλύπτουν τις υψηλότερες κορυφές δημιουργώντας τοπία λεπτομερειών υψηλής αισθητικής αξίας.
Διαβάστε επίσης:
Πεζοπορία στο Πάικο με τα υπέροχα δάση οξυάς (Η ανάβαση)
Πεζοπορία στο Πάικο με τα υπέροχα δάση οξυάς (Η κατάβαση)
Η εναλλαγή αυτή των δασών και των βοσκοτόπων που χρωματίζεται εντονότερα την άνοιξη και το φθινόπωρο σε συνδυασμό με τους πολλούς μικρούς ποταμίσκους που άλλοτε μαιανδρίζουν και άλλοτε κατευθύνονται με ορμή προς τα κατάντη σχηματίζοντας μικροκαταρράκτες, δημιουργούν τοπία λεπτομερειών υψηλής αισθητικής αξίας λειτουργώντας μάλιστα πολλαπλασιαστικά στην αξία των πόρων αναψυχής της περιοχής και παροτρύνοντας τον επισκέπτη να βιώσει την μοναδική αυτή βιοποικιλότητα.
Μετά από μια τέτοια περιγραφή, πώς μπορείς ν’ αντισταθείς στην πρόκληση μιας καλοκαιρινής ανάβασης στην ψηλότερη κορυφή του βουνού, την Γκόλα Τσούκα;
Αυτή τη φορά επιλέξαμε ως αφετηρία το Κέντρο Περιβαλλοντικής Ενημέρωσης του Δασαρχείου Γουμένισσας στη θέση “Παλαιοχώρι”.
Πρόκειται για ένα ξύλινο οίκημα χτισμένο σε υψόμετρο 1.120 μέτρων, τρία χιλιόμετρα μετά τον γραφικό ορεινό οικισμό της Καστανερής, κατευθυνόμενοι προς τα Μεγάλα Λιβάδια του νομού Κιλκίς.
Η Καστανερή (πρώην Μπαροβίτσα) είναι ορεινό χωριό του Δήμου Παιονίας. Είναι χτισμένη σε υψόμετρο 750 μέτρων στις ανατολικές πλαγιές του Πάικου και έχει υπέροχη θέα προς την κοιλάδα του Αξιού ποταμού.
Λίγο πιο κάτω ξεκινούν, στ’ αριστερά του ασφαλτόδρομου, δύο δασικοί δρόμοι, οι οποίοι καταλήγουν στο καταφύγιο στην θέση «ΒΑΟ» και «Τούρκικη Βρύση» (ο ένας από δυτικά κι ο άλλος από ανατολικά), όπου είναι και καταφύγιο του Π.Ο.Ο Γιαννιτσών κάτω από την Νοτιοανατολική πλευρά της κορυφής «Γκόλα Τσούκα».
Εμείς ακολουθούμε τον δεξί χωματόδρομο (προς “Καλιμάρι”). Στη διχάλα υπάρχουν σχετικές πινακίδες.
Μετά από πορεία ενός χιλιομέτρου περίπου στον χωματόδρομο φτάνουμε στην είσοδο του “Πέτρινου Μονοπατιού”. Υπάρχει σημάδι με κόκκινο σπρέυ πάνω στο δέντρο.
Γενικά η σήμανση πάνω σε βράχια και δέντρα είναι ικανοποιητική και αρκετά υποστηρικτική, ειδικά μέσα στα δάση.
Όπως βλέπετε και στις φωτογραφίες, το συγκεκριμένο μονοπάτι δικαιολογεί απόλυτα την ονομασία του.
Δεν γνωρίζω αν πρόκειται για ανθρώπινη επέμβαση, αλλά μιλάμε για ένα πετρόχτιστο μονοπάτι μήκους 400 μέτρων, που ελίσσεται μέσα σε ένα υπέροχο δάσος οξιάς.
Βγαίνουμε ξανά στον χωματόδρομο, σε υψόμετρο 1.270 μέτρων, τον οποίο και ακολουθούμε.
Στο βάθος, στ’ αριστερά μας αναδύεται μέσα από την πυκνή βλάστηση, το βράχινο λοφίο της Γκόλα Τσούκας.
Μετά από 1,3 χιλιόμετρα πορείας στον δασικό δρόμο, φτάνουμε σε σταυροδρόμι με δευτερεύοντα δασικό δρόμο (δεξιά). Εμείς, όμως, συνεχίζουμε την πορεία μας ευθεία.
Στη διασταύρωση υπάρχουν και δύο ταμπέλες, που δείχνουν την κατεύθυνση προς “Παλαιοχώρι” και “Γκόλα Τσούκα” αντίστοιχα.
Μετά από 1 χιλιόμετρο, η πορεία μας στον δασικό χωματόδρομο ολοκληρώνεται. Στα δεξιά μας μία κόκκινη μεταλλική ταμπέλα κι ένα μεγάλο κόκκινο σημάδι σε δέντρο, μας υποδεικνύουν την κατεύθυνση που πρέπει ν’ ακολουθήσουμε για ν’ ανέβουμε στην κορυφή.
Από το σημείο αυτό, σε υψόμετρο 1.340 μέτρων, ξεκινάει η πορεία μας μέσα σ’ ένα βαθίσκιωτο δάσος οξυάς, το οποίο όμως πρέπει να ομολογήσω ότι είναι αρκετά “ταλαιπωρημένο” από την εκτεταμένη ξύλευσή του.
Ακολουθώντας πιστά την πυκνή σήμανση πάνω στις οξυές, κινούμαστε με Νότια κατεύθυνση στην ράχη σχετικά ομαλής πλαγιάς.
Διασχίζουμε κάθετα τον δασικό δρόμο, που πάει προς Μεγάλα Λιβάδια και καταφύγιο του Π.Ο.Ο. Γιαννιτσών.
Περνάμε από ένα χαρακτηριστικό μεγάλο ξέφωτο και πιο κάτω από ένα μικρότερο με στοίβες από κομμένους κορμούς, πριν καταλήξουμε στο χαρακτηριστικό ξέφωτο με τις φτέρες κάτω από την βορειοδυτική πλευρά της κορυφής.
Λίγη προσοχή χρειάζεται για την ανάβαση στην κορυφή με τον μεταλλικό ορειβάτη, καθώς σε ορισμένα σημεία χρειάζεται και λίγο σκαρφάλωμα στα βράχια.
Από την θέση που έχει η κορυφή στο κέντρο της κοιλάδας του Αξιού και του Λουδία εάν ευνοεί ο καιρός μπορούμε να αγναντέψουμε πανοραμικά.
Βόρεια, την Τζένα και το Πίνοβο. Δυτικά, το Καϊμάκτσαλαν. Νοτιοδυτικά το Βέρμιο. Νοτιοανατολικά ολόκληρη τον πλούσιο κάμπο του Αξιού, τα Γιαννιτσά, την Αλεξάνδρεια μέχρι το Πολύκαστρο, τον Θερμαϊκό και την Θεσσαλονίκη. Νότια τα Πιέρια και τον Όλυμπο.
Στατιστικά της διαδρομής
Μήκος: 11 χιλιόμετρα (με την επιστροφή) εκ των οποίων 6 χιλιόμετρα δασικοί δρόμοι και 5 χιλιόμετρα μονοπάτια και υλοτομικοί δρόμοι
Υψομετρική: 517 μέτρα
Διάρκεια: 4 ώρες (με την επιστροφή)
Το Πάικο είναι ένα ήρεμο, ατμοσφαιρικό και βατό βουνό, με ομορφιά που αξίζει να ψάξετε ανάμεσα σε πανύψηλα δέντρα, ρυάκια και ποτάμια, καστανιές και βελανιδιές.
Κρυμμένα χωριουδάκια μακρυά απο τον πολιτισμό και βαθύσκιωτα μονοπάτια που αξίζει να περπατήσετε. Ορεινή Μακεδονία στα καλύτερά της!