Το Γεωπάρκο Χελμού-Βουραϊκού

Το Παγκόσμιο Γεωπάρκο UNESCO Χελμού-Βουραϊκού απλώνεται στη Βόρεια Πελοπόννησο σε μια έκταση 647 τ. χλμ.
Πρόκειται για μια ορεινή περιοχή η οποία φιλοξενεί περίπου 7.000 κατοίκους διάσπαρτους σε χωριά και κωμοπόλεις, ανάμεσα σε ψηλά βουνά και βαθιές κοιλάδες ποταμών.
Είναι μέλος του Ευρωπαϊκού και Παγκόσμιου Δικτύου Γεωπάρκων ήδη από το 2009, και εντάχθηκε στο πρόγραμμα της UNESCO το 2015, εξαιτίας ενός συνδυασμού ποικιλόμορφων γεωλογικών, φυσικών και πολιτιστικών στοιχείων που του χαρίζουν τον μοναδικό χαρακτήρα του.
Μέχρι σήμερα, έχουν οριστεί 43 διαφορετικοί γεώτοποι και 7 γεωδιαδρομές στα οποία ο επισκέπτης μπορεί να περιηγηθεί, μαθαίνοντας για την ξεχωριστή γεωλογία του τόπου, την πλούσια βιοποικιλότητα, την ιδιαίτερη πολιτιστική ιστορία του και την ανθρώπινη δραστηριότητα.

Γεωλογία – Γεωλογική Κληρονομιά
Περιδιαβαίνοντας την έκταση του γεωπάρκου ξετυλίγεται στον επισκέπτη μια μακρόχρονη γεωλογική αλληλουχία δημιουργίας και καταστροφών.
Η ιστορία ξεκινά πριν από 485 εκ. χρόνια όταν η ευρύτερη περιοχή του γεωπάρκου καλυπτόταν από τη θάλασσα όπου και δημιουργήθηκαν τα εκτεταμένα ασβεστολιθικά πετρώματα που συναντώνται.

Οι δυνάμεις της φύσης όμως οδήγησαν στη σύγκρουση των λιθοσφαιρικών πλακών της Αφρικής και της Ευρασίας, στη μείωση του χώρου ανάμεσά τους και στην γρήγορη ανύψωση της περιοχής λόγω συμπίεσης.
Έτσι δημιουργήθηκαν οι αγέρωχες κορφές-γεώτοποι του όρους Χελμός: η Ψηλή Κορφή, η Ντουρντουβάνα, το Μαδερό!

Στα ψηλά βουνά που ορθώθηκαν από αυτήν την διαδικασία κατά τις δύο τελευταίες παγετώδεις περιόδους πριν από 120 και 18 χιλιάδες χρόνια, όταν το κλίμα της Γης ήταν πολύ πιο κρύο σχηματίστηκαν παγετώνες! Σήμερα οι παγετώνες δεν υπάρχουν πια .
Άφησαν όμως τα σημάδια τους στο τοπίο. Κάτω από τις χιονισμένες πλαγιές της Νεραϊδόραχης υπάρχει η αινιγματική παγετωνική εποχιακή λιμνούλα Μαυρόλιμνη, ενώ στα πρανή του Χελμού, στον Ξερόκαμπο και τον Σπανόλακκο, παγετωνικής προέλευσης κροκαλοπαγή πετρώματα παραμένουν ως αδιάψευστοι μάρτυρες μιας μακρινής εποχής ντυμένης στα λευκά!

Επιπλέον, το νερό που κυλάει στην επιφάνεια της γης και διαμορφώνει το ανάγλυφό της, διαβρώνει τα εκτεταμένα ασβεστολιθικά πετρώματα του Γεωπάρκου, δημιουργώντας χαρακτηριστικές μεγαλύτερες ή μικρότερες επιφανειακές ή υπόγειες καρστικές γεωμορφές στην περιοχή, όπως δολίνες, πόλγες, βραχόκηπους, καταβόθρες, πηγές και σπήλαια.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν ο μαγευτικός γεώτοπος Σπήλαιο των Λιμνών με τις 13 υπόγειες λίμνες του και τον υπέροχο διάκοσμο που ξυπνάει την φαντασία του επισκέπτη και οι καταβόθρες στις πόλγες των Λουσών και του Φενεού, όπου το νερό «χάνεται» στα βάθη της γης μέσα από μικρά ανοίγματα σε ένα κατά τα άλλα επίπεδο τοπίο.

Κατά την ανύψωση της περιοχής του Γεωπάρκου πριν από περίπου 5 εκ. έτη και πριν ακόμα τα ψηλά βουνά φτάσουν στο σημερινό υψόμετρο, στην περιοχή κυλούσαν μεγάλα ποτάμια και ανάμεσά τους υπήρχαν λίμνες.
Η περιοχή θα πρέπει να ήταν κατάφυτη με πλούσια δάση βελανιδιών και φιλοξενούσε μεγάλα θηλαστικά όπως μαρτυρούν τα φυτικά και ζωικά απολιθώματα που διατηρούνται στα εναπομείναντα ιζήματα.

Με το πέρασμα όμως του γεωλογικού χρόνου τα ποτάμια και λιμναία ιζήματα ανυψώθηκαν ως αποτέλεσμα του έντονου γεωτεκτονικού καθεστώτος της περιοχής και σήμερα ξεχωρίζουν στο τοπίο, δημιουργώντας επιβλητικούς γκρεμούς και φυσικά αγάλματα λαξευμένα από τα στοιχεία της φύσης.
Πάνω σε αυτά έχουν δοθεί σημαντικές μάχες της ιστορίας όπως η Μάχη της Κερπινής και έχει χτιστεί το ιστορικό Μοναστήρι του Μεγάλου Σπηλαίου.

Η έντονη ανύψωση σε συνδυασμό με την δύναμη του νερού έχουν διαμορφώσει το υπέροχο φαράγγι του Βουραϊκού Ποταμού το οποίο αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά σημεία ενδιαφέροντος του γεωπάρκου.
Συνδυάζει άψογα την άγρια ομορφιά, την πλούσια γεωποικιλότητα και τη μοναδική βιοποικιλότητα, τα οποία ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει είτε πεζοπορώντας, είτε ταξιδεύοντας με το τραινάκι κατά μήκος της διαδρομής του ιστορικού Οδοντωτού σιδηρόδρομου.

Η αλληλουχία της δημιουργίας και της καταστροφής στην περιοχή του παγκόσμιου γεωπάρκου UNESCO Χελμού-Βουραϊκού, συμπληρώνεται μέσα από μια σειρά από σύγχρονες φυσικές καταστροφές.
Μέσα από την παρατήρησή τους μαθαίνουμε να σεβόμαστε τη δύναμη της φύσης.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι κατολισθήσεις όπως η κατολίσθηση που κατέστρεψε μεν το χωριό της Συλίβαινας αλλά δημιούργησε την πανέμορφη λίμνη Τσιβλού.
Η λίμνη αυτή αποτελεί σήμερα έναν πολύ δημοφιλή γεώτοπο όπου οι επισκέπτες όλων των ηλικιών μπορούν να απολαύσουν τη φύση μέσα από μια σειρά δραστηριοτήτων εναλλακτικού τουρισμού όπως πεζοπορία, ποδηλασία, kayak και ιππασία.
Γεωλογία και Βιοποικιλότητα
Η πλούσια γεωποικιλότητα του γεωπάρκου συνδέεται άρρηκτα με την σημαντική βιοποικιλότητα που παρουσιάζει.
Η γεωμορφολογία του εδάφους, η διαμόρφωση διαφορετικών οικοσυστημάτων, το υψομετρικό εύρος, σε συνδυασμό με την εναλλαγή των εποχών, έχουν συμβάλλει στη διαμόρφωση ποικίλων μικρό-θέσεων, στις οποίες τα φυτικά είδη έχουν προσαρμοστεί εξαιρετικά εδώ και εκατομμύρια χρόνια.
Στην περιοχή του γεωπάρκου ευδοκιμούν περισσότερα από 1100 είδη φυτών. Έξι από αυτά μπορούν να βρεθούν μόνο στην περιοχή του γεωπάρκου και η ύπαρξή τους συνδέεται άμεσα με τον τύπο του εδάφους που φύονται και ευδοκιμούν.

Παράλληλα, η περιοχή φιλοξενεί σημαντική ποικιλία ειδών πανίδας: έντομα, αμφίβια, ερπετά, πουλιά και θηλαστικά.
Ιδιαίτερα αξιόλογη είναι και η πανίδα της περιοχής, η οποία περιλαμβάνει 76 είδη ασπόνδυλων (σκώληκες, αράχνες, έντομα κ.λπ.), 4 είδη ψαριών, 9 είδη αμφιβίων (βάτραχοι, τρίτωνες) και 18 είδη θηλαστικών που ανάμεσά τους περιλαμβάνονται σπάνια και προστατευόμενα είδη, όπως τα 5 είδη νυχτερίδων, η βίδρα (Lutra lutra), η αγριόγατα (Felis silvestris) κ.α.
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στα 149 είδη πουλιών που βρίσκουν μόνιμο ή εποχιακό καταφύγιο στο Εθνικό Πάρκο, και ανάμεσα σε αυτά, τα εμβληματικά μεγάλα και μικρά αρπακτικά, όπως ο χρυσαετός (Aquila chrysaetus), ο φιδαετός (Circaetus gallicus), ο πετρίτης (Falco peregrinus), το σαΐνι (Accipiter brevipes), ο τσίφτης (Milvus migrans) και ο μπούφος (Bubo bubo).

Γεώτοποι
Οι γεώτοποι του γεωπάρκου χωρίζονται σε κατηγορίες ανάλογα με την ιδιαίτερη γεωλογική τους αξία.
Μια πληθώρα γεωλογικών φαινομένων από τεκτονικά, γεωμορφολογικά και καρστικά φαινόμενα μέχρι θέσεις παλαιοντολογικού, λιθολογικού ή υδρολογικού ενδιαφέροντος συμπληρώνουν το γεωλογικό «παζλ» (παλίμψηστο) της περιοχής.
Πολλοί από τους γεώτοπους παρουσιάζουν συνδυαστικό ενδιαφέρον. Ας γνωρίσουμε μερικούς από αυτούς!
ΤΕΚΤΟΝΙΚΟΙ
Στους τεκτονικούς γεώτοπους αποτυπώνονται οι κινήσεις που πραγματοποιούνται στον φλοιό της γης μέσω ρηγμάτων και άλλων τεκτονικών δομών. Συνδέονται με την δημιουργία σεισμών και άλλων καταστροφικών γεγονότων καθώς και με την διαμόρφωση του γήινου ανάγλυφου.
Τεκτονικό Βύθισμα Καλαβρύτων

Η πόλη των Καλαβρύτων και η περιοχή γύρω από αυτήν βρίσκεται τοπογραφικά χαμηλότερα από την γύρω περιοχή.
Το «βύθισμα» αυτό οριοθετείται από ρήγματα, όπως το ρήγμα των Καλαβρύτων στα νότια. Οι περιοχές στις δύο πλευρές του ρήγματος μετακινήθηκαν για περίπου 800 μέτρα η μία σε σχέση με την άλλη δημιουργώντας μία λεκάνη ιζηματογένεσης.
Ο χώρος αυτός έχει γεμίσει με ιζήματα ηλικίας νεώτερης από 5 εκ. χρόνια τα οποία δημιουργήθηκαν από ένα μεγάλο ποτάμιο σύστημα την εποχή εκείνη.
ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟΙ
Στους γεωμορφολογικούς γεώτοπους αποτυπώνονται οι διαφορετικοί μορφολογικοί τύποι του φλοιού της γης σε συνάρτηση με τις αιτίες δημιουργίας τους.
Ψηλή Κορφή

Το όρος Χελμός (υψηλότερη κορυφή: Ψηλή Κορφή, 2.355 μ.) δεσπόζει στο κεντρικό τμήμα του γεωπάρκου επιδεικνύοντας τον ασβεστολιθικό του όγκο και τις απότομες πλαγιές του.
Αποτελείται από ασβεστόλιθους της γεωτεκτονικής ενότητας Τρίπολης οι οποίοι βρίσκονται κάτω από ασβεστόλιθους, ραδιολαρίτες και φλύσχη της γεωτεκτονικής ενότητας Πίνδου.

Έρχονται σε επαφή μέσω ρήγματος κοντά στην Ψηλή Κορφή. Το μεγάλο υψόμετρο του βουνού αυτού, αντιπροσωπεύει τον υψηλό ρυθμό ανύψωσης ολόκληρης της Β. Πελοποννήσου κατά την διάρκεια του Πλειστοκαίνου και του Ολοκαίνου (2.58 εκ. χρόνια και μετά), εξαιτίας της σύγκρουσης της Αφρικανικής με την Ευρασιατική πλάκα.
Ντουρντουβάνα
Η κορυφή Ντουρντουβάνα (ή Πεντέλια) βρίσκεται στο νότιο άκρο του ορεινού όγκου του Χελμού και παρουσιάζει υψόμετρο 2109 μέτρα.

Δημιουργείται από ασβεστόλιθους της ζώνης Τρίπολης που έρχονται σε επαφή μέσω ρήγματος με δολομίτες. Απολιθώματα εξαφανισμένων δίθυρων (Ρουδιστές) και άλλων οργανισμών που ζούσαν σε ρηχές θάλασσες εντοπίζονται πάνω στα πετρώματα αυτά.
Επίσης, παρατηρείται σημαντική διάλυσή τους από το νερό (καρστικοποίηση) και για τον λόγο αυτό στην περιοχή εντοπίζεται ένα από τα μεγαλύτερα και πιο εντυπωσιακά βάραθρα του γεωπάρκου –η τρύπα του Φενεού (μέγιστο βάθος 130 μ.).
Διαβάστε ακόμα:
Ανάβαση στη Ντουρντουβάνα
Μαυρόλιμνη

Στον Χελμό σε υψόμετρο 2.060 μέτρων, υπάρχει μια μικρή εποχιακή παγετωνική λίμνη! Η λίμνη αυτή έχει απομείνει από την μακρινή εποχή όπου παγετώνες από την Ψηλή Κορφή ή/και την Νεραϊδόραχη κινούνταν αργά και μετέφεραν θραύσματα πετρωμάτων (κατά το Πλειστόκαινο).
Τα υλικά αυτά σχημάτισαν στο μέτωπο του κινούμενου παγετώνα ένα «φράγμα» (μορένα) δημιουργώντας ένα χώρο συγκέντρωσης για το νερό, το οποίο συγκεντρώνεται ακόμα και σήμερα στην μικρή αυτή λίμνη η οποία αποτελεί ένα σημείο σταθμό για τους λάτρεις της ορειβασίας, στην πορεία τους από και προς τις κορυφές του Χελμού.
Μέγα Σπήλαιο

Ο γεώτοπος του Μεγάλου Σπηλαίου βρίσκεται στα βόρεια του Γεωπάρκου. Αποτελείται από κροκαλοπαγή πετρώματα που δημιουργήθηκαν από ποτάμια 2-3 εκ χρόνια πριν από σήμερα και δημιουργούν επιβλητικούς κατακόρυφους βράχους.
Εκεί φύεται ένα σπάνιο στενοενδημικό χασμόφυτο, μοναδικό στον κόσμο, το Silene conglomeratica. Στους απόκρημνους γκρεμνούς πρόσφατα εντοπίστηκαν απολιθωμένα κόκκαλα μεγάλων θηλαστικών.
Στη σκιά αυτών των βράχων είναι χτισμένο το Μέγα Σπήλαιο, ιστορικό μοναστήρι των Καλαβρύτων, στο άνοιγμα ενός μεγάλου φυσικού σπηλαίου.
Διαβάστε ακόμα:
Πεζοπορία στις βόρειες πλαγιές του Χελμού: Από το Μέγα Σπήλαιο στη λίμνη Τσιβλού
Ύδατα Στυγός

Ο γεώτοπος Ύδατα Στυγός βρίσκεται στο όρος Χελμός. Σε Ιουρασικούς ασβεστόλιθους σχηματίζεται ένας εντυπωσιακός καταρράκτης ύψους 200 μέτρων.
Στα εντυπωσιακά πετρώματα που τον περιβάλλουν μπορεί κανείς να παρατηρήσει σημάδια των κινήσεων των πετρωμάτων στην επιφάνεια της γης.
Φιλοξενεί σημαντικό αριθμό τοπικών ενδημικών φυτών όπως το Globoularia stygia. Η τοποθεσία είναι γνωστή από την μυθολογία ως ο τόπος που ορκίζονταν οι θεοί.
Διαβάστε ακόμα:
Στα Ύδατα της Στυγός του Χελμού
ΚΑΡΣΤΙΚΟΙ
Στους καρστικούς γεώτοπους αντικατοπτρίζεται η επίδραση της διαλυτικής ικανότητας του νερού στα ασβεστολιθικά πετρώματα.
Σπήλαιο Λιμνών

Αναπτύσσεται μέσα στον ασβεστολιθικό όγκο του όρους Αμολινίτσα κατά μήκος ενός ρήγματος με ΒΔ-ΝΑ διεύθυνση.
Εκτός από τον πλούσιο διάκοσμο που αναπτύσσεται σε μεγάλο τμήμα του, μια άλλη πολύ εντυπωσιακή δομή είναι οι 13 υπόγειες λίμνες που δημιουργούνται σε διαφορετικά επίπεδα.
Εξαιτίας της αργής ροής και αποστράγγισης του νερού δημιουργούνται ασβεστιτικά τοιχώματα τα λεγόμενα γκουρ έως και σήμερα.
Από ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν στο πρώτο τμήμα του σπηλαίου κοντά στη φυσική είσοδο, βρέθηκαν πλούσια αρχαιολογικά και παλαιοανθρωπολογικά κατάλοιπα που δείχνουν ότι το σπήλαιο κατοικούνταν από το 5650 π.Χ. κατά τη Νεολιθική Περίοδο.
Πόλγη των Λουσών
Η πόλγη των Λουσών είναι μια τυφλή κοιλάδα επιμηκυμένη προς τα ΝΝΔ. Βρίσκεται 12 χλμ. ΝΔ από τα Καλάβρυτα και έχει έκταση 13,2 τ. χλμ.
Καλύπτεται από Κ. Πλειστοκαινικές έως Ολοκαινικές αλλουβιακές (2,58 εκ. χρόνια και νεώτερες) αποθέσεις και υπολειμματικά ασβεστολιθικά πετρώματα που προβάλουν ως λοφίσκοι μέσα στην κοιλάδα τα λεγόμενα hum.
Η τεκτονική παραμόρφωση και η εναλλαγή των διαφορετικών πετρωμάτων οδηγεί στην εμφάνιση 23 εποχιακών πηγών επαφής στην περιοχή.

Η παρουσία του εύφορου εδάφους και του νερού οδηγεί στην έντονη γεωργική εκμετάλλευση. Τμήμα της Πόλγης μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα ήταν λίμνη που αποστραγγίστηκε με εγγειοβελτιωτικά έργα που κατεύθυναν το νερό στις καταβόθρες και αποδόθηκε στη γεωργική εκμετάλλευση.
Η ευρύτερη περιοχή παρουσιάζει πλούσια πολιτιστικά στοιχεία καθώς ο επισκέπτης μπορεί να περιηγηθεί στην αρχαία πόλη των Λουσών και το ιερό της Αρτέμιδος και να επισκεφτεί τον ιστορικό πύργο των Πετμεζαίων στους Άνω Λουσούς.
Διαβάστε ακόμα:
Μια χειμωνιάτικη ηλιακτίδα στο Χελμό
Πόλγη της Φενεού
Η Πόλγη της Φενεού βρίσκεται στο ΝΑ τμήμα του γεωπάρκου. Πρόκειται για ένα καρστικό βύθισμα με επίπεδη επιφάνεια η οποία αποτελεί την κοιλάδα της Φενεού και δημιουργήθηκε κατά το Μ. Πλειστόκαινο (0,77-0,12 εκ. χρόνια πριν) πάνω σε ασβεστόλιθους.
Ο ποταμός Όλβιος διατρέχει την κοιλάδα και αποθέτει ιζήματα. Στο νότιο τμήμα της βρίσκονται οι καταβόθρες διάλυσης.
Στο παρελθόν αυτές καθώς έφραζαν από φερτά υλικά δημιουργούσαν την παλαιολίμνη της Φενεού η οποία δεν υπάρχει σήμερα.

Ωστόσο, η λίμνη άφησε πίσω τα σημάδια της στον βράχο στα σημεία όπου εντοπιζόταν οι παλαιοστάθμες της. Οι μεγαλύτερες από τις καταβόθρες σήμερα είναι οριοθετημένες με καλαίσθητες πετρόκτιστες κατασκευές.
Η ιστορία τους είναι μεγάλη καθώς με αυτές σχετίζονται μυθολογικά με τον Ηρακλή αλλά και με την νεώτερη ιστορία του τόπου κατά την διάρκεια του επαναστατικού αγώνα.
Η εύφορη κοιλάδα παράγει τα χαρακτηριστικά φασόλια και όσπρια της Φενεού.
Διαβάστε ακόμα:
Το οροπέδιο της Φενεού
ΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΚΟΙ
Οι γεώτοποι παλαιοντολογικού ενδιαφέροντος περιλαμβάνουν θέσεις όπου έχουν βρεθεί απολιθώματα. Τα απολιθώματα αποτελούν αδιάψευστους μάρτυρες της ιστορίας μια περιοχής.
ΛΙΘΟΛΟΓΙΚΟΙ
Οι γεώτοποι λιθολογικού ενδιαφέροντος περιλαμβάνουν περιοχές με ιδιαίτερα πετρώματα όσον αφορά την προέλευσή τους, την ηλικία τους, την σύνθεσή τους, την δομή τους και της κατανομής στην ευρύτερη περιοχή.
ΥΔΡΟΛΟΓΙΚΟΙ
Οι υδρολογικοί γεώτοποι περιγράφουν και αντικατοπτρίζουν την κίνηση, την διανομή και την διαχείριση του νερού στην περιοχή ενδιαφέροντος.
Λίμνη Τσιβλού

Η λίμνη Τσιβλού βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα του γεωπάρκου. Πρόκειται για μια λίμνη που δημιουργήθηκε εξαιτίας μιας μεγάλης φυσικής καταστροφής το 1913.
Πιο συγκεκριμένα οι υψηλές βροχοπτώσεις εκείνη τη χρονιά και η αστάθεια των πρανών εξαιτίας των ρηγμάτων προκάλεσαν μια μεγάλη κατολίσθηση.
Το κατολισθένων υλικό έφραξε την κοίτη του ποταμού Κράθη, κατέστρεψε το χωριό Συλίβαινα και δημιούργησε την νεαρή αυτή λίμνη με ηλικία μόλις 110 ετών!
Το τοπίο είναι μοναδικό γύρω από αυτήν την ορεινή λίμνη η οποία βρίσκεται ανάμεσα σε πυκνό δάσος και ενδείκνυται για δραστηριότητες εναλλακτικού τουρισμού.
Διαβάστε ακόμα:
Η ιστορία της λίμνης του Τσιβλού
Λίμνη Δόξα

Στα ανατολικά όρια του γεωπάρκου και στα βορειοδυτικά περιθώρια της πόλγης του Φενεού βρίσκεται η λίμνη Δόξα.
Λόγω της ύπαρξης ενός αρδευτικού φράγματος σε τμήμα της κοιλάδας του Φενεού δημιουργήθηκε αυτή η εκπληκτικής ομορφιάς τεχνητή λίμνη.
Στα περιθώρια της μπορεί κανείς να παρατηρήσει το τεκτονικό παράθυρο του Φενεού όπου παλιότερα πετρώματα, σχιστόλιθοι και χαλαζίτες της Φυλλιτικής – Χαλαζιτικής σειράς, ξεπροβάλλουν ανάμεσα σε νεώτερα της γεωτεκτονικής ζώνης Τρίπολης εξαιτίας της δράσης ρηγμάτων.
Εντός της Λίμνης Δόξας, βρίσκεται ένα μικρό εκκλησάκι Βυζαντινού ρυθμού το οποίο συμπληρώνει υπέροχα το ειδυλλιακό τοπίο.
Διαβάστε ακόμα:
Ορειβατικές εξορμήσεις γύρω από τη λίμνη Δόξα
ΤΟ ΦΑΡΑΓΓΙ ΤΟΥ ΒΟΥΡΑΪΚΟΥ
Το τοπίο στο βόρειο τμήμα της Πελοποννήσου χαρακτηρίζεται από κροκαλοπαγές τείχος που αυλακώνεται από παράλληλες χαράδρες ξεκινώντας από τα εσωτερικά υψίπεδα και φτάνουν λίγα χιλιόμετρα πριν το επίπεδο της θάλασσας. Σ΄ αυτό το κροκαλοπαγές τείχος είναι σκαμμένο το φαράγγι του Βουραϊκού ποταμού.
Η ποικιλία και η εναλλαγή των ενδιαιτημάτων μέσα στο φαράγγι συνθέτουν ένα σημαντικό καταφύγιο άγριας ζωής στη βόρεια Πελοπόννησο.
Στα κρύα νερά του ποταμού ζουν δύο ενδημικά είδη ψαριών, η πέστροφα (Salmo magrostigma) και ο χαμοσούρτης (Barbus peloponnesius).

Από τα θηλαστικά που έχουν καταγραφεί στην περιοχή, ιδιαίτερης προσοχής χρήζει η βίδρα (Lutra lutra). Στα σπήλαια και στις σχισμές των βράχων ζουν αρκετά είδη νυχτερίδων (Miniopterus sehreibasi, Myotis blythii, Myotis myotis, Rhinolopgus blasii, Rhinolophus ferrumequinum), τα οποία χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας εξαιτίας της καταστροφής των ενδιαιτημάτων τους.
Το όνομα του φαραγγιού μνημονεύει τη Βούρα, σημαντική πόλη της αρχαιότητας, που πρωτοστάτησε στην ίδρυση της Αχαϊκής Συμπολιτείας.
Στα κάθετα τοιχώματα του φαραγγιού διασώζονται πολύ ενδιαφέρουσες και σπάνιες φυτοκοινωνίες μοναδικών ειδών, χαρακτηριστικές των βραχωδών βιότοπων της ανατολικής Μεσογείου, όπως η καμπανούλα των βράχων Campanula versicolor, το αρωματικό Teucrium pollium και η μικρή φτέρη Ceterach officinarum.

Ο Βουραϊκός ποταμός πηγάζει στο Χελμό, κοντά στο χωριό Πριόλιθος και χύνεται στο Διακοπτό. Έχει μήκος 40 χλμ., από τα οποία τα μισά βρίσκονται μέσα στο φαράγγι.
Το ποτάμι μεταμορφώνεται ανάλογα με την εποχή και την ώρα. Ήρεμο και γλυκό, καθαρό και γάργαρο, είναι η γαλήνια συντροφιά του πεζοπόρου. Αγριεμένο και βίαιο, θορυβώδες και τρομακτικό, προκαλεί το φόβο και το δέος.
Διαβάστε ακόμα:
Το φαράγγι του Βουραϊκού & ο Οδοντωτός Σιδηρόδρομος
Νομίζεις πως θα τα σαρώσει όλα και θα τα παρασύρει μέχρι τη θάλασσα. Αξίζει να κάνεις το ταξίδι και τις τέσσερις εποχές. Η κάθε μία έχει κι άλλη χάρη.
Το πιο αξιομνημόνευτο στοιχείο του φαραγγιού είναι το μικρό τρενάκι που το διασχίζει απ’ άκρη σ’ άκρη.

Την κατασκευή του αποφάσισε ο Χαρίλαος Τρικούπης το 1889 στο πλαίσιο ενός μεγαλεπήβολου σχεδίου για την σιδηροδρομική σύνδεση όλης της Ελλάδας.
Το έργο κατασκευής του Οδοντωτού πήρε τέλος το 1895 και στις 10 Μαρτίου του 1896 πραγματοποιήθηκε το πρώτο δρομολόγιο με τη συμμετοχή μάλιστα του τότε Βασιλιά Γεωργίου Α’.

Η πρώτη μηχανή ήταν ατμοκίνητη και σε κάθε στάση υπήρχαν υδατόπυργοι για την αναπλήρωση νερού.
Η μεγάλη κλίση της γραμμής (που φτάνει έως και 145%) δεν επιτρέπει την κυκλοφορία ενός συμβολικού συρμού, γι’ αυτό ανάμεσα στις σιδηροτροχιές τοποθετήθηκε ένας οδοντωτός άξονας (σε τρία τμήματα συνολικού μήκους 3,5 χλμ.), που επιτρέπει με τη λειτουργία ενός μηχανισμού, να ανέβει από το επίπεδο της θάλασσας στο σταθμό των Καλαβρύτων με υψόμετρο 750 μέτρα.
Θέσεις και Ονομασίες Γεωτόπων στο γεωπάρκο Χελμού-Βουραϊκού
